Η επέτειος της ίδρυσης της Νέας Δημοκρατίας και της ΟΝΝΕΔ, της οργάνωσης νέων, που γιορτάζεται αυτές τις ημέρες δίνει την ευκαιρία απολογισμών αλλά και αναλύσεων. Γράφει ο Χρήστος Νικολαΐδης.
Οι Νεοδημοκράτες θα πουν αμέσως ότι η παράταξη τους βρέθηκε αυτά τα 45 χρόνια στην «ορθή πλευρά της ιστορίας», ή αυτό που βγήκε ως σύνθημα στον εορτασμό των 40 χρόνων, ότι «τελικά εμείς είχαμε δίκιο».
Είναι οι άνθρωποι που γνωρίζουν πολύ καλά ότι τα όσα συμβαίνουν μέσα στην οργανωμένη βάση ενός κόμματος δεν έχουν απολύτως καμία σχέση με τα χαρακτηριστικά που αναπτύσσουν τα συστήματα εξουσίας, όταν το κόμμα γίνεται κυβέρνηση…
Και αυτό το νιώθουν έντονα τα τελευταία δύο χρόνια που έχουν πρόεδρο τον Κυριάκο Μητσοτάκη. Δεν είναι λίγοι όσοι, ενώ αναγνωρίζουν ως θετική την κυβερνητική του πορεία σε Πανδημία, Οικονομία, Συμφωνία με τη Γαλλία και αλλού, του καταλογίζουν μία φοβική συμπεριφορά έναντι του κόμματος του! Θεωρούν ότι τα έχει πολύ καλύτερα με το «Σημιτικό ΠΑΣΟΚ» παρά με την ΟΝΝΕΔ, ότι απαξιώνει τον κομματικό μηχανισμό και κυβερνά μόνο με τους κολλητούς του!
Το ζήτημα εκνευρίζει πολλούς, ιδίως τους παλιούς, που αισθάνονται δικαιωμένοι για την πολιτική τους πορεία!
Η αλήθεια είναι ότι στη δεκαετία του ’80, όταν οι οργανώσεις της ΝΔ και της ΟΝΝΕΔ θέριευαν σε όλη τη χώρα, οι βασικοί ιδεολογικοί πυλώνες ήταν τρεις: η προσήλωση στις αρχές της ελεύθερης οικονομίας, η ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας, που εντάσσεται στο γνωστό δόγμα του Εθνάρχη και ο ριζοσπαστικός φιλελευθερισμός ως κοινωνικό πρόταγμα.
Απέναντι τους είχαν Κνίτες, Ρηγάδες και «Πρασινοφρουρούς» με τις δικές τους αρχές: πάθαιναν ονειρώξεις με τη Σοβιετική Ένωση, ερωτεύονταν τους δικτατορίσκους της Λατινικής Αμερικής, είχαν μία λατρεία στους επαναστάτες Άραβες και ερωτοτροπούσαν μέχρι και με ακραία ανελεύθερα καθεστώτα, όπως το αλβανικό. Γενικά, ήταν παιδιά της Επανάστασης (τρομάρα τους), στο μυαλό τους δεν είχαν (σαν και τους συντηρητικούς) να οικοδομήσουν, να δημιουργήσουν, να φτιάξουν αλλά να ανατρέψουν. Η έννοια της Ανατροπής του κατεστημένου είχε για μία ολόκληρη γενιά, τη μετά-Μεταπολιτευτική, στοιχεία πολιτικού οργασμού, σε σημείο εμμονής. Βέβαια, δεν τους απασχολούσε ποτέ τι θα οικοδομούσαν μετά, ή αν αυτό που θα ερχόταν θα ήταν καλύτερο από αυτό που θα ανέτρεπαν…
Οι Νεοδημοκράτες πήγαιναν στου Μακρυγιάννη για τον εορτασμό των «Δεκεμβριανών» και στο Γράμμο- Βίτσι για τη λήξη του Εμφυλίου, δάκρυζαν πάντα στις παρελάσεις, ζητώντας πατριωτικές, εθνοκεντρικές πολιτικές και σιχαίνονταν τις κρατικοποιήσεις, αφού ζητούσαν σταθερά μικρότερο, επιτελικό κράτος και χώρο στο άτομο να δημιουργήσει. Ταυτόχρονα σέβονταν την Ορθοδοξία, ως συνιστώσα του Ελληνισμού, αποκρούοντας τις λοιδορίες των αντιπάλων…
Και μη νομίζετε ότι όλα αυτά διεξάγονταν με πολιτικό πολιτισμό. Οι μάχες στο πεζοδρόμιο, τα αμφιθέατρα και τις γειτονιές ήταν σκληρή.
Κι ας μην το αντιλαμβάνονται αυτό όσοι μόλις πρόσφατα ανακάλυψαν τις ομάδες κρούσης του ΚΚΕ…
Ωστόσο, ηττήθηκαν, καθώς προοπτικά η αριστερή άποψη για τα πράγματα κυριάρχησε στην ελληνική κοινωνία. Οι λόγοι είναι πολλοί: οι κυριότεροι σχετίζονται με ένα ιδιότυπο κόμπλεξ που καταλαμβάνει πάντα τους Δεξιούς όταν αναλαμβάνουν κυβερνητικές και άλλες θέσεις ευθύνης: αισθάνονται μία παράξενη υποχρέωση να προωθούν και να βοηθούν παντοιοτρόπως και πάντα κάποιους Αριστερούς, γιατί έτσι νομίζουν ότι αποδεικνύουν τη Δημοκρατικότητα, τη μεγαλοσύνη και την ορθότητα τους. Ίσως το κόμπλεξ αυτό να πηγάζει στη μετεμφυλιακή περίοδο, δεν ξέρω, το βλέπω πάντως ακόμη και σήμερα.
Τα χρόνια πέρασαν. Έτσι, τα πολιτικά αυτά ερωτήματα τα έλυσε η ίδια η ζωή: Χιλιάδες που πέρασαν τη δεκαετία του ’80 σε διάφορες (περισσότερο ή λιγότερο) αριστερές γκρούπες πλέον είναι φιλελεύθεροι κεντροδεξιοί. Αντίθετα, δεν ξέρω κανέναν παλιό Δεξιό να είναι σήμερα κεντροαριστερός…