Συγκεκριμένο χρονοδιάγραμμα και σχέδιο μακροπρόθεσμων στόχων, αναφορικά με την εξαγγελία του Πρωθυπουργού για την μετάθεση λειτουργίας των λιγνιτικών μονάδων και την αύξηση εξόρυξης του λιγνίτη, ζητούν οι τεχνικές εταιρείες του κλάδου, με τον επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Απολιγνιτοποίησης, Κλεάνθη Ακτενίζογλου, να τονίζει σε συνέντευξή του στον «Π», πως επαιτείτε προγραμματισμός και για πόσο χρονικό διάστημα μιλάμε.
Ειδικότερα, όπως τόνισε χαρακτηριστικά μιλώντας στον Αντώνη Πουγαρίδη: «Είναι μια θετική εξέλιξη για τη Δυτική Μακεδονία η εξαγγελία του Πρωθυπουργού ότι ο λιγνίτης πρέπει να παραμείνει, γιατί είναι το μοναδικό εγχώριο ενεργειακό καύσιμο της χώρας, αλλά αυτό πρέπει να αιτιολογηθεί σε νούμερα, καθώς πρέπει να δούμε αν ο στόχος είναι για ένα χρόνο, για δύο ή για μια πενταετία, καθώς ο προγραμματισμός για την εξόρυξη θα πρέπει να είναι ένα ετήσιο προϊόν. Το να αυξηθεί η παραγωγή ένα 50%, τι σημαίνει στην πράξη και για πόσες λιγνιτικές μονάδες», λέει χαρακτηριστικά.
Σημειώνει, δε, πως μέσα στο άμεσο διάστημα πρέπει να μπει και η Πτολεμαΐδα 5, η οποία είναι διπλάσιας δυναμικότητας από τις παλαιότερες μονάδες, λέγοντας πως πρέπει να έχει μια παραγωγή για την επόμενη εξαετία, μέχρι το 2028.
«Αυτό που λέμε ότι από το 1 εκ. τόνους θα πρέπει να πάμε στο 1.5 εκ. τόνους, δεν αρκεί ούτε για αυτή τη μονάδα, άρα θα πρέπει να ξέρουμε τι θα γίνουν οι εξορύξεις. Θα ανοίξουν τα επόμενα πεδία; Θα ανοίξει νέο ορυχείο; Αυτά πρέπει να βγουν σε αριθμούς, για αυτό υπάρχει η αναμονή και επιφυλακτικότητα», τονίζει.
Προσθέτει, δε, πως ο λιγνίτης παίζει όχι μόνο το ρόλο του ρυθμιστή της τιμής της ηλεκτρικής ενέργειας, καθώς είναι ο πιο φθηνός, αλλά και της ενεργειακής επάρκειας της χώρας, προσθέτοντας πως θα πρέπει να μπει στην άσκηση, πόσες λιγνιτικές μονάδες θα πρέπει να μπουν σε συνεχή λειτουργία, ώστε να υπάρχει ρεύμα.
Επενδύσεις και συντηρήσεις για να ανταποκριθεί το σύστημα
«Με τη σημερινή εικόνα των ορυχείων, δεν μπορεί να ανταποκριθεί. Πρέπει να γίνουν επενδύσεις, στα ορυχεία και τις μονάδες. Αν το πρόβλημα με το Φ.Α. θα διογκωθεί, ο λιγνίτης θα πρέπει κατ’ ελάχιστο να φτάσει στο 25-30% και αυτό για να γίνει πρέπει να γίνουν επενδύσεις, δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι όπως είναι η ΔΕΗ, θα πρέπει να χρηματοδοτηθούν και έργα και στις λιγνιτικές μονάδες αλλά και στα λιγνιτωρυχεία.
Πρόκειται για έργα συντηρήσεων, αναβαθμίσεων ώστε να μπορούν να πιάνουν τα μέγιστα, να είναι περιβαλλοντολογικά με τη νέα νομοθεσία», λέει με νόημα.
Απαντώντας στο κατά πόσο είναι εύκολο είναι να ανοίξει νέο ορυχείο σήμερα, ο κ. Ακτενίζογλου τόνισε πως θα πρέπει να το δουν μακροπρόθεσμα και να αποφασίσουν ή όχι αν θα προχωρήσουν στο κομμάτι της Ποντοκώμης, αν υπάρχει βιωσιμότητα για να ανοίξει το νέο ορυχείο της Βεύης για να υποστηρίζει τη Μελίτη, αποφάσεις «στρατηγικές» με κόστος, όπως τόνισε.
«Είμαστε εν αναμονή αυτών των αποφάσεων και θα πρέπει να το δουν ως προς το ενεργειακό μείγμα της χώρας. Αν φύγει όλο το φυσικό αέριο, θα πρέπει να δούμε πως θα καλύψουμε την έλλειψη ενέργεια. Καθημερινά γίνονται εισαγωγές 20-25% και αν προχωρήσει στο κλείσιμο της παροχής ΦΑ η Ρωσία στην Ευρώπη, δεν θα μπορούμε να κάνουμε εισαγωγές και ο μόνος τρόπος να καλυφθεί είναι ο λιγνίτης», προσέθεσε.
«Ποιος τρελός θα πάει να επενδύσει;»
Ερωτηθείς, ωστόσο, αν οι τεχνικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην περιοχή μπορούν σήμερα να τη στηρίξουν ή πρόλαβαν να από-δραστηριοποιηθούν, ο κ. Ακτενίζογλου, παραδέχθηκε ότι πολλές εταιρίες μείωσαν τζίρο με αποτέλεσμα να χάσουν τεχνικό προσωπικό εξοπλισμό άρα και τη δυνατότητα να κάνουν έργα:
«Αν κάποιος θέλει να ξαναεπενδύσει στην περιοχή και ως εταιρεία να συμμετέχει σε έργα της ΔΕΗ, και βγει η ΔΕΗ και πει ότι έχει έργα για 3-4 μήνες, ποιος τρελός θα πάει να επενδύσει; Για να επενδύσεις και να αποσβέσεις πρέπει να έχεις μια 5ετία. Τα νούμερα δείχνουν ότι δεν θα επιβιώσουν οι εταιρείες. Ήδη έχει συρρικνωθεί η δραστηριότητα των εταιρειών πάνω από 80%. Δεν είναι κοτέτσι οι τεχνικές εταιρείες. Πρέπει να βρουν ξανά κόσμο, μιας και υπάρχει πάνω από 20% μετανάστευση και να ξανα-αγοράσουν μηχανήματα, ενώ πολλά στελέχη βγήκαν στη σύνταξη από τη ΔΕΗ. Είναι μια άσκηση που πρέπει να υπάρχει μακροπρόθεσμος στόχος για να δούμε πόσα χρόνια θα υπάρχει δουλειά», κατέληξε.