Η καταγωγή της ποντιακής διαλέκτου από την ιωνική διάλεκτο της αρχαίας ελληνικής είναι γνωστή και αναμφισβήτητη, γεγονός το οποίο θεμελιώνεται όχι μόνο ιστορικά αλλά και γλωσσολογικά. Αυτό δεν σημαίνει, όμως, ότι η ποντιακή διάλεκτος συντηρεί απλώς λεκτικά λείψανα της ιωνικής, αλλά ότι συνδέεται ποικιλοτρόπως με την αρχαία ελληνική, όπως αποδεικνύεται από πολλές εκφάνσεις της.
Γι’ αυτό, όσο καλά και να κατέχει την ποντιακή κάποιος, δεν μπορεί να αποκλείσει κατά τη διδασκαλία της όλα εκείνα τα σημεία που προέρχονται από την αρχαία ελληνική.
Πρώτα και κύρια, η αρχαία ελληνική είναι απαραίτητη για να οδηγηθούμε με ασφάλεια στην ετυμολογία των λέξεων. Αν πιστεύει κάποιος ότι η ψιλή και η δασεία είναι παρωχημένα σύμβολα που εξυπηρετούσαν γλωσσικές ανάγκες άλλων εποχών, πώς θα ξεχωρίσει την «ὥρα» (=κατάλληλη εποχή) που γράφεται με δασεία από την «ὤρα» (=φροντίδα, μέριμνα) που γράφεται με ψιλή; Η πρώτη λέξη μαζί με το στερητικό «α» μας δίνει στην ποντιακή τον «άγουρο» (=ο νέος, ο άντρας), ενώ η λέξη «ὤρα» (=φροντίδα, μέριμνα) μας δίνει το παράγωγο στην ποντιακή ρήμα «ωράζω» και «εράζω».
Άλλωστε, και στην κοινή νεοελληνική οι δασείες υπάρχουν και καθορίζουν τη μορφή πολλών λέξεων. Λέμε «ανθυγιεινός», γιατί η λέξη «υγεία» γράφεται με δασεία και αυτό προκαλεί δάσυνση του «τ» της πρόθεσης «αντί» σε «θ», και «αφαίρεση», γιατί το «αιρώ» δασύνεται και προκαλεί τη δάσυνση του «π» της πρόθεσης «από» σε «φ». Επομένως, μόνο ως επιπόλαιες κι επιφανειακές προσεγγίσεις κρίνονται όσες θεωρούν την κοινή νεοελληνική αποκομμένη από την αρχαία ελληνική.
Πηγή: pontos-news.gr