Eναλλακτική πρόταση για τη συνέχιση της λειτουργίας των αποδοτικών λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ, όπως για παράδειγμα η Πτολεμαΐδα 5, και πέραν του 2028 που προβλέπει το ΕΣΕΚ (Εθνικό σχέδιο για την ενέργεια και το κλίμα) με τεχνολογία που μειώνει σημαντικά το αποτύπωμα άνθρακα και εξασφαλίζει παράλληλα ανταγωνιστικό πλεονέκτημα, κατέθεσε στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας ομάδα Αμερικανών και Ελλήνων εμπειρογνωμόνων. Πρόκειται για το ΟASIS Group και η πρόταση που έχει καταθέσει στο υπουργείο Ενέργειας στηρίζεται στην τεχνολογία δέσμευσης, χρήσης και αποθήκευσης CO2 CCUS (Carbon Capture Utilisation and Storage), η οποία μπορεί να εφαρμοστεί υπό τη μορφή ΣΔΙΤ (Σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα) για τις πλέον αποδοτικές λιγνιτικές μονάδες της ευρύτερης περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας. Στελέχη της ΟΑSIS έχουν βοηθήσει στην εξέλιξη και την ανάπτυξη της συγκεκριμένης τεχνολογίας σε διάφορα διεθνή project όπως η μονάδα Petranova στο Τέξας, που χρησιμοποιεί λιγνίτη και αποτελεί το μεγαλύτερο εμπορικό παράδειγμα δέσμευσης και αποθήκευσης άνθρακα παγκοσμίως. Η τεχνολογία CCUS, όπως εξηγεί στην «Κ» ο κ. Κωνσταντίνος Δρούγος, εκπρόσωπος του OASIS Group, «είναι μία από τις πιο προηγμένες καινοτόμες πράσινες τεχνολογίες, που συμπεριλαμβάνεται στις τεχνολογίες που προτείνει η Συνθήκη των Παρισίων και μειώνει άμεσα τις εκπομπές ρύπων στην ατμόσφαιρα».
Σύμφωνα με τον ίδιο, θα μπορούσε να εφαρμοστεί στις νέες σύγχρονες λιγνιτικές μονάδες, όπως η Πτολεμαΐδα 5, υπό την προϋπόθεση ότι επιτρέπεται η συνέχιση της λειτουργίας λιγνιτικών μονάδων και μετά το 2028 στον βαθμό που η εφαρμογή των τεχνολογιών δέσμευσης CO2 ή και ο συνδυασμός με σύγχρονες τεχνολογίες καύσης θα οδηγεί σε θετικό περιβαλλοντικό αποτύπωμα και κόστος παραγωγής το ίδιο ή χαμηλότερο με αυτό των σύγχρονων μονάδων φυσικού αερίου. Μιλώντας για τα συνολικότερα οφέλη της συγκεκριμένης τεχνολογίας, ο κ. Δρούγος τονίζει ότι το «CO2 μπορεί να μετασχηματιστεί σε νέα προϊόντα για τη χημική βιομηχανία και σε συνθετικά καύσιμα όπως η μεθανόλη. Επιπλέον, το CO2 μπορεί να αποθηκευτεί σε υπόγειους γεωλογικούς ταμιευτήρες με ταυτόχρονη ανάκτηση πετρελαίου». Αλλες χρήσεις του, σύμφωνα με τον κ. Δρούγο, εντοπίζονται στα λιπάσματα, σε πολυμερή πλαστικά καθώς και στη βιομηχανία αναψυκτικών.
Αποψη του κ. Δρούγου είναι ότι η απανθρακοποίηση στην Ελλάδα έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια αν λάβει κανείς υπόψη τη δραματική μείωση της λιγνιτικής παραγωγής τα τελευταία έτη (από 63% το 2004 έπεσε στο 18% το 2019) και κατ’ αναλογία τη μείωση των εκπομπών ρύπων από την καύση του λιγνίτη. «Η Ελλάδα δεν υστερεί σε επιδόσεις έναντι άλλων χωρών. Αντίθετα, βρίσκεται μεταξύ των χωρών που έχουν προχωρήσει στην απανθρακοποίηση που έχει ξεκινήσει εδώ και χρόνια», αναφέρει χαρακτηριστικά και επισημαίνει ότι η εφαρμογή ενός συστήματος CCUS παρέχει την ευκαιρία στις περιφερειακές και τοπικές κοινωνίες και στην Ελλάδα να δημιουργήσουν νέες θέσεις εργασίας, να ισχυροποιήσουν την οικονομία και την ενεργειακή ασφάλεια και παράλληλα να εξοικονομήσουν πόρους λόγω επένδυσης στην εγχώρια παραγωγή ενέργειας χαμηλών εκπομπών CO2 αποσυνδέοντας την οικονομική ανάπτυξη από τις εκπομπές αυτές. «Το αποτέλεσμα θα είναι η μετάβαση σε μια κυκλική οικονομία με δραστικά μειωμένο περιβαλλοντικό αποτύπωμα, καθώς και η εξοικονόμηση πόρων για την εγχώρια παραγωγή ενέργειας από την πώληση διαθέσιμων δικαιωμάτων εκπομπής ρύπων. Επίσης διατηρείται μεγάλο μέρος των υπαρχουσών θέσεων εργασίας, εξασφαλίζοντας κοινωνική αποδοχή και ανταγωνιστικό πλεονέκτημα», τονίζει ο κ. Δρούγος.
Πηγή: kathimerini.gr