Αυξήσεις στα ασφάλιστρα αυτοκινήτου από 3% έως 6% δρομολογούν οι ασφαλιστικές για το 2024 με έμφαση στις γεωγραφικές περιοχές, στους τύπους αυτοκινήτων ή στις ηλικιακές κατηγορίες που προκαλούν τις υψηλότερες ζημιές.
Στη βάση αυτή την κύρια επιβάρυνση θα υποστούν οι νέοι οδηγοί που θεωρούνται πιο «επιρρεπείς» σε ατυχήματα, αλλά και τα ασφάλιστρα στα δύο μεγάλα αστικά κέντρα, που συγκεντρώνουν τον κύριο όγκο των ατυχημάτων, όπως και στα νησιά του Νοτίου Αιγαίου και στην Κρήτη που σπάνε –αναλογικά– το κοντέρ των ατυχημάτων.
Η τιμολόγηση με βάση παραμετρικά χαρακτηριστικά, σύμφωνα με την Καθημερινή, υιοθετείται από ολοένα και περισσότερες ασφαλιστικές ανάλογα και με την εμπορική πολιτική που κάθε εταιρεία θέλει να εφαρμόσει, περιορίζοντας π.χ. την έκθεσή της σε ομάδες του πληθυσμού ή σε περιοχές που χαρακτηρίζονται από μεγάλη συχνότητα ζημιών ή το αντίστροφο.
Επιβαρυντικός παράγοντας για τις αυξήσεις του 2024 είναι η αύξηση των θανατηφόρων ατυχημάτων που παρατηρείται το 2023 και η επιδείνωση του συνολικού δείκτη ζημιών του κλάδου (combined ratio), που εκτινάχθηκε το 2022 στο 98% από 88% το 2021, καθιστώντας οριακή την κερδοφορία του κλάδου.
Μιλώντας σε εκδήλωση της KPMG για την παρουσίαση της Ετήσιας Έκθεσης για την Ιδιωτική Ασφαλιστική Αγορά, ο υφυπουργός Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Χάρης Θεοχάρης επανέλαβε την πρόθεση της κυβέρνησης να εξετάσει την υποχρεωτικότητα της κάλυψης στα αυτοκίνητα για φυσικές καταστροφές, σε συνδυασμό με τον εντοπισμό των ανασφάλιστων αυτοκινήτων. Αναφερόμενος ειδικότερα στο θέμα της τιμολόγησης ο επικεφαλής Γενικών Ασφαλίσεων και Μετασχηματισμού της Εθνικής Ασφαλιστικής Τάσος Αναστασίου σημείωσε ότι «με δεδομένη την αύξηση του κόστους που υπάρχει στον κλάδο, το μέσο ασφάλιστρο αυτοκινήτου στη χώρα μας είναι χαμηλό και πρέπει να αυξηθεί», συμπληρώνοντας ότι «οι εταιρείες θα πρέπει παράλληλα να επικεντρώσουν τις προσπάθειές τους στη συγκράτηση των λειτουργικών εξόδων».
Από την πλευρά του ο αντιπρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος της Intersalonica Κωνσταντίνος Γιαννιώτης εκτίμησε ότι το 2023 θα είναι χειρότερη χρονιά σε ό,τι αφορά την εξέλιξη του δείκτη ζημιών που θα εκτιναχθεί ίσως και στο 103%, καθώς όπως επισήμανε «η αναθέρμανση της οικονομίας συμπαρασύρει και σε αύξηση των ατυχημάτων». Η λύση όπως σημείωσε «δεν είναι οι οριζόντιες αυξήσεις, καθώς δεν είναι δίκαιο ένα μικρό ποσοστό ασφαλισμένων που προκαλεί τις περισσότερες ζημιές να επιβαρύνει το σύνολο του χαρτοφυλακίου» και τάχθηκε υπέρ της προσωποποιημένης τιμολόγησης.
Όπως παρατηρεί η μελέτη της KPMG, η κατακόρυφη αύξηση του κόστους των αποζημιώσεων το 2022 κατά 20% σε συνδυασμό με το ισχνό 2% αύξησης των ασφαλίστρων, μετατόπισε τον δείκτη αποζημιώσεων κατά 8 μονάδες στο 57% από 48%.
Παρόλα αυτά οι ασφαλιστικές εταιρείες λόγω ανταγωνισμού δεν έχουν αναπροσαρμόσει τα τιμολόγια με βάση την εξέλιξη και το κόστος των αποζημιώσεων με αποτέλεσμα τη συρρίκνωση του περιθωρίου κέρδους τους.
Να σημειωθεί ότι σύμφωνα με τα πρόσφατα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το διάστημα Ιανουαρίου – Σεπτεμβρίου τα ατυχήματα αυξήθηκαν κατά 8,1% και ανήλθαν στα 8.302 περιστατικά έναντι 7.682 το 2022 με παράλληλη αύξηση των θανατηφόρων ατυχημάτων αλλά και αυτών με βαριά τραυματισμένους. Όπως αναφέρεται στη μελέτη της KPMG, ο αριθμός ατυχημάτων με σωματικές βλάβες ανά 100.000 οχήματα αυξήθηκε το 2022 σε 127 από 120 το 2021 και 106 το 2020, ενώ η συχνότητα των ζημιών αυξήθηκε από 8,9% το 2021 σε 10% το 2022.