Ήθη & Έθιμα
ΤΟ ΧΡΙΣΤΟΞΥΛΟ:
Στα χωριά της βόρειας Ελλάδας, τις παραμονές των Χριστουγέννων ο νοικοκύρης κάθε σπιτιού ψάχνει στα χωράφια και διαλέγει το πιο όμορφο και γερό ξύλο από πεύκο ή ελιά και το πάει σπίτι του. Αυτό είναι το Χριστόξυλο.
Η νοικοκυρά έχει ήδη φροντίσει να καθαρίσει το σπίτι και ιδιαίτερα το τζάκι με μεγάλη προσοχή, ώστε να μη μείνει ούτε ίχνος από την παλιά στάχτη. Καθαρίζει ακόμη και την καπνοδόχο του σπιτιού, ώστε να μη μπορέσουν να κατέβουν οι καλικάντζαροι, τα κακά δαιμόνια, όπως αναφέρεται στα παραδοσιακά χριστουγεννιάτικα παραμύθια.
Το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων , όταν όλη η οικογένεια θα είναι μαζεμένη γύρω από το τζάκι , ο νοικοκύρης του σπιτιού ανάβει την καινούρια φωτιά και μπαίνει στην εστία το Χριστόξυλο.
Σύμφωνα με τις παραδόσεις του λαού, καθώς καίγεται το Χριστόξυλο, ζεσταίνεται ο Χριστός στη φάτνη Του.
Κάθε οικογένεια, προσπαθεί να διατηρήσει αυτή τη φωτιά αναμμένη για όλο το δωδεκαήμερο των εορτών, από τα Χριστούγεννα, μέχρι τα Φώτα.
ΕΘΙΜΑ ΦΛΩΡΙΝΑΣ:
Σήμα κατατεθέν της Φλώρινας είναι οι Χριστουγεννιάτικες Φωτιές. Έθιμο που χάνεται στα βάθη των αιώνων. Κάθε γενιά το περιέλαβε με περισσή αγάπη και το προσάρμοσε στα χρόνια τα δικά της… Είναι κομμάτι της ζωής του κάθε Φλωρινιώτη… Μπορεί να έχει τις ρίζες του σε παγανιστικές εκδηλώσεις… στη λατρεία του ηλίου… Τώρα όμως είναι γερά συνυφασμένο με τη φωτιά που άναψαν οι βοσκοί στο μικρούλη Χριστό…και την αναγγελία της γέννησης του Σωτήρα του ανθρώπου. Γι’ αυτό και μόλις σημάνει μεσάνυκτα 23 προς 24 Δεκεμβρίου, παραμονή Χριστουγέννων, κάθε γειτονιά της Φλώρινας ρίχνεται στο δικό της αγώνα… Η προετοιμασία για το άναμμα της Φωτιάς κρατάει μήνες .Ομάδες παιδιών – αφού επιλέξουν ένα ασφαλές μέρος φύλαξης – αποθηκεύουν τόνους ξύλα και κέδρα που κόβουν από το βουνό . Για κάθε βράδια υπάρχει και ο υπεύθυνος φύλαξης των ξύλων της γειτονιάς…Γιατί αλίμονο!…Καιροφυλαχτούν τα παιδιά άλλης γειτονιάς, που ετοιμάζονται να κλέψουν τα ξύλα -ας μην ξεχνάμε πως οι κάτοικοι της περιοχής είναι φύλο δωρικό – και ντροπή μεγάλη σ’ αυτόν που δε θα καταφέρει να περισώσει την τιμή της γειτονιάς…και έπαινος σ’ αυτούς που θα κλέψουν τα κέδρα χωρίς να τους πάρει κανείς είδηση… μόνο αντίποινα, όπως στην αρχαία Σπάρτη, δεν έχουμε…πια. Γιατί παλαιότερα, λένε, ούτε σχολείο δεν τολμούσαν να πάνε οι ανίκανοι σκοποί… Κάθε πρωτοχρονιά έχετε την ευκαιρία να διασκεδάσετε με ένα έθιμο τόσο παλαιό, όσο και οι διονυσιακές λατρείες, που ήταν αναπόσπαστο κομμάτι του τρόπου ζωής των κατοίκων. Άλλοι λένε ότι τα Μπαμπάρια, όπως λέγονται, έχουν ρωμαϊκή προέλευση αυτό όμως που έχει σημασία είναι ότι τα Μπαμπάρια υμνούν το ξύπνημα της γης και την καρποφορία. 1η του έτους και του Γενάρη… Κεντρικός ήρωας του δρώμενου είναι η νύφη-γυναίκα, σύμβολο της γονιμότητας…, και σκοπός η απαγωγή της από τους “κακούς” … Οι συμμετέχοντες άνδρες μεταμφιεσμένοι. Οι στολές και οι προσωπίδες είναι από προβιές αρνιού. Για να είναι πιο τρομακτικοί προσθέτουν φασόλια γίγαντες για δόντια… και κόκκινες στεγνές πιπεριές. Η ομάδα αποτελείται από 10-15 νέους του χωριού, που φορούν τη λινή πουκαμίσα, αμάνικο γιλέκο και μαύρες υφαντές περικνημίδες, την προβιά, ζώνονται στη μέση τους μεγάλα κουδούνια – από αγελάδες-και κρατούν χοντρά ξύλα – πατερίτσες. Κάθε μέλος επιφορτίζεται και από ένα καθήκον…εμπροσθοφυλακή, οπισθοφυλακή …πλαϊνή φύλαξη της νύφης…γιατί καραδοκούν οι “κακοί” και φυσικά ο καμπούρης. Πρέπει να την παραδώσουν σώα και ανέγγιχτη στον γαμπρό…ο οποίος διαφέρει από τα παλικάρια …στην πατερίτσα…που είναι εξάρτημα από αλέτρι που μοιάζει με σπαθί… έχει και φούντα… και μικρά κουδουνάκια… Στο δρώμενο παρουσιάζονται ασφαλώς ο παππούς, η γριά (μπάμπω), ο παπάς με το θυμιατό, ο γιατρός με τα γιατρικά του και ο κουρελής-πειραχτήρι της νύφης (ο καμπούρης). Η νύφη, περί ης ο λόγος, είναι ένας άνδρας με τοπική νυφιάτικη ενδυμασία – κάθε χρονιά φορά ρούχα μιας άτεκνης γυναίκας του χωριού…για να κυοφορήσει- και κουδουνάκια αλόγου… Η ομάδα μπαινοβγαίνει στις αυλές των σπιτιών και οι νοικοκυραίοι οφείλουν να δώσουν στην παρέα το 1/10 της σοδειάς τους σε τσίπουρο, χοιρινό κρέας, λουκάνικα, κρεμμύδι, ψωμί και κρασί… Υπό τους ήχους της γκάιντας, του νταουλιού και της φλογέρας…το αποκορύφωμα …είναι το ξυλοφόρτωμα των “μνηστήρων” της νύφης και του καμπούρη, στο βαθμό που για πολλές μέρες οι νέοι είναι μαυρισμένοι από το ξύλο…και ανίκανοι – τάχα μου- να δουλέψουν…
ΕΘΙΜΑ ΔΡΑΜΑΣ:
Στα χωριά Πλατανιά και Σιταγροί του Νομού Δράμας συναντάμε το έθιμο των Μωμόγερων, το οποίο προέρχεται από του Πόντιους πρόσφυγες. Η ονομασία του εθίμου προέρχεται από τις λέξεις μίμος ή μώμος και γέρος και συνδέεται με τις μιμητικές κινήσεις των πρωταγωνιστών. Αυτοί, φορώντας τομάρια ζώων – λύκων, τράγων ή άλλων – ή ντυμένοι με στολές ανθρώπων οπλισμένων με σπαθιά, έχουν τη μορφή γεροντικών προσώπων. Οι Μωμόγεροι, εμφανίζονται καθ’ όλη τη διάρκεια του δωδεκαημέρου των εορτών, και προσδοκώντας τύχη για τη νέα χρονιά, γυρίζουν σε παρέες στους δρόμους των χωριών και τραγουδούν τα κάλαντα ή άλλους ευχετικούς στίχους: «Αρχή κάλαντα και αρχή του χρόνου, πάντα κάλαντα, πάντα του χρόνου». Όταν δύο παρέες συναντηθούν, κάνουν ψευτοπόλεμο μεταξύ τους, ώσπου η μία ομάδα να νικήσει και η άλλη να δηλώσει υποταγή.
Η λαϊκή φαντασία έχει αφιερώσει πολλές ιστορίες σχετικές με τους Καλικάντζαρους, οι οποίοι πιστεύεται ότι κατέβαιναν από τις καμινάδες και δημιουργούσαν ζημιές στα σπίτια. Οι κάτοικοι των χωριών τους περίμεναν την περίοδο από την ημέρα των Χριστουγέννων, μέχρι την ημέρα των Θεοφανίων, όταν δηλαδή τα νερά είναι “αβάπτιστα”. Η όψη τους τρομακτική, οι σκανδαλιές τους απερίγραπτες και ο μεγάλος φόβος τους η φωτιά. Θέλοντας να φοβίσουν και να διώξουν τα κακά αυτά πνεύματα, οι κάτοικοι των χωριών Μοναστηράκι και Βόλακας της Δράμας, αναπαριστούν τις ημέρες των Θεοφανίων και του Αη-Γιάννη, στις 6 και 7 Ιανουαρίου αντίστοιχα, το έθιμο των αράπηδων. Οι αράπηδες είναι πρόσωπα που έχουν βάψει τα χέρια και το πρόσωπό τους με στάχτη, ενώ στην πλάτη τους φέρουν καμπούρα από άχυρα. Στη μέση φορούν μια ζώνη με κουδούνια και κρατούν ξύλινο μπαστούνι. Με το σώμα σκυφτό και κάνοντας πλάγιες κινήσεις στηριζόμενοι στο μπαστούνι τους, κινούνται αυτοσχεδιαστικά και δημιουργούν δυνατό ήχο με τα κουδούνια τους, διώχνοντας έτσι τους καλικάντζαρους και μαζί τους και την κακοτυχία.
Στο Βώλακα, στις 8 Ιανουαρίου, γίνεται αναπαράσταση τοπικού γάμου. Την ίδια μέρα βγαίνουν και οι “αρκούδες”, άντρες μεταμφιεσμένοι με ολόκληρες προβιές. Ας σημειωθεί ότι στο ίδιο χωριό η μέρα αυτή είναι αφιερωμένη στη “μαμμή”, την οποία επισκέπτονται οι μητέρες με διάφορα δώρα. Πρόκειται για έθιμο που διασώζει στοιχεία από ανάλογες τελετές της αρχαιότητας με έντονο γονιμικό χαρακτήρα. Στην Πετρούσα οι μεταμφιέσεις γίνονται την επόμενη και τη μεθεπόμενη των Θεοφανείων, 7 και 8 Ιανουαρίου, με κύριο στοιχείο τον εορτασμό, πομπική περιφορά με λύρες και νταχαρέδες μιας καμήλας, εικονικής σήμερα, πραγματικής παλαιότερα. Τη δεύτερη μέρα γίνεται και εδώ παράσταση γάμου, προσφέροντας κέφι και χαρά.
Η αναπαράσταση γάμου αποτελεί συνηθισμένο θέμα και αγαπημένο θέαμα στα λαϊκά δρώμενα. Πριν όμως πάρει το σημερινό χαρούμενο χαρακτήρα, η εικονική τελετή γάμου αποτελούσε μαγική πράξη, που απέβλεπε στην πρόκληση γονιμικής δύναμης για την καρποφορία των χωραφιών και την αύξηση των κοπαδιών.
Στις σύγχρονες αναπαραστάσεις κυριαρχεί το εύθυμο στοιχείο, ενώ ακολουθείται γενικά η γαμήλια εθιμολογία σε όλες τις φάσεις: ξύρισμα γαμπρού, ντύσιμο νύφης, που συνήθως την υποδύεται άντρας, νυφόπαρμα, αποχαιρετισμός των οικείων της, μεταφορά της προίκας, γαμήλια πομπή με επικεφαλής τα μουσικά όργανα, στέψη, χαιρετισμός των νεονύμφων με προσφορά χαρτονομισμάτων που καρφιτσώνονται στο στήθος τους, γαμήλιο γλέντι.
Αρχή κάλαντα κι αρχή του χρόνου,
Πάντα κάλαντα, πάντα του χρόνου.
Οι κάτοικοι του Νομού Δράμας σέβονται την παράδοσή τους, η οποία έχει βαθιές ρίζες από την αρχαιότητα ακόμη. Αυτό που εντυπωσιάζει είναι η ζωντάνια των εθίμων και η αμεσότητά τους, δημιουργώντας αισθήματα έκστασης και υποβολής. Σ’ αυτές τις θεαματικές παραδοσιακές γιορτές, είναι ευπρόσδεκτοι όλοι οι επισκέπτες του Νομού, για να βιώσουν από κοντά τον έντονο διονυσιασμό, το κέφι, τη χαρά και το γλέντι που αναδύονται από τα δρώμενα και να δοκιμάσουν άφθονο δραμινό κρασί και τοπικά εδέσματα.
ΕΘΙΜΑ ΣΕΡΡΩΝ:
Κουρμπάνι. Πρόκειται για ένα πανάρχαιο έθιμο (και συνεχίζεται στα χρόνια της Τουρκοκρατίας) το οποίο αναβιώνει σε 4 Δήμους τους Ν. Σερρών. Aνήμερα της γιορτής του Αγ. Ιωάννη στις 7 Ιανουαρίου, αναβιώνει στο Δήμο Πρώτης. Ο βασικός πυρήνας του εθίμου βασίζεται στην έννοια της θυσίας στον Άγιο του κάθε χωριού. Με αυτό τον τρόπο οι κάτοικοι της περιοχής επιχειρούσαν να εξευμενίσουν τον Άγιο τους για το καλό των ίδιων και του χωριού. Σήμερα το «Κουρμπάνι» τελείται με πολύ μικρές διαφοροποιήσεις στους προαναφερόμενους Δήμους: Μετά την Θεία λειτουργία αφού πρώτα ο Ιερέας ευλογήσει τους πιστούς, οι κάτοικοι του χωριού κατευθύνονται στο χώρο όπου έχει στηθεί η γιορτή. Η προετοιμασία του φαγητού που προσφέρεται στους πιστούς, γίνεται 2-3 ημέρες πριν. Τα υλικά για το φαγητό είναι προσφορά των κατοίκων (στην περίοδο της Τουρκοκρατίας το προσέφεραν πλούσιοι Έλληνες) σε ζώα-σφάγια τα οποία οι αρχιμάγειροι βράζουν σε μεγάλα καζάνια. Το μοσχαρίσιο κρέας συνήθως συνοδεύεται με πληγούρι (Δ.Δ Πρώτη) ή με ρύζι (Δ.Δ Ν. Σκοπός). Αυτό είναι το λεγόμενο «Κουρμπάνι» και ακολουθεί λαϊκό γλέντι με παραδοσιακούς χορούς.
Γυναικοκρατία ή έθιμο της Μάμπως. Γνωστό είναι σε όλη την Ελλάδα το έθιμο της γυναικοκρατίας που αναβιώνει σε χωριά των Σερρών. Πλήθος επισκεπτών, Έλληνες και ξένοι καταφθάνουν κάθε χρόνο στις 8 Ιανουαρίου προκειμένου να παρακολουθήσουν από κοντά τις νέες «Αμαζόνες», που έστω και για μία ημέρα παίρνουν στα χέρια τους την εξουσία από τους άνδρες του χωριού.
Το έθιμο έφεραν οι Θράκες πρόσφυγες. Ονομάζεται και γιορτή της «Μπάμπως» ή «Μπάμπω γκιονού», καθώς και «βρεξούδια», γιατί εκείνη τη μέρα περιβρέχουν όσους άνδρες θα τολμήσουν να βγούνε από το σπίτι. Κατά την εξέλιξη του δρώμενου, όλες οι γυναίκες του χωριού, ντυμένες με παραδοσιακές στολές, κατευθύνονται στο «κονάκι» της Μπάμπως, της γεροντότερης γυναίκας, για να την τιμήσουν. Θεωρούν πως στο πρόσωπο της Μπάμπως βρίσκει την καλύτερη και διαρκέστερη έκφραση η έννοια της μητρότητας. Τα παλιά τα χρόνια η γεροντότερη γυναίκα, ήταν αυτή που εκτελούσε και χρέη μαμής βοηθώντας στο να έρθουν στον κόσμο τόσες ανθρώπινες ζωές. Μετά την τιμητική τελετουργία προς το πρόσωπό της, ξεκινά ένα μεγάλο λαϊκό γλέντι, με τη συνοδεία τοπικών παραδοσιακών μουσικών σχημάτων αλλά και πολλών εκλεκτών εδεσμάτων της παραδοσιακής θρακιώτικης κουζίνας.
(κείμενα: Μαρία Καλτάκη)
ΕΘΙΜΑ ΧΑΛΚΙΔΙΚΗΣ:
Τα γλυκά της Πρωτοχρονιάς στη Χαλκιδική. Οι γυναίκες στη Χαλκιδική, εκτός από τη βασιλόπιτα, πρέπει την παραμονή της Πρωτοχρονιάς να φτιάξουν «κλίκια» και «φταζμίτ’κα», όπως και άλλα γλυκά για τους καλαντιστές, τους επισκέπτες και τα μέλη της οικογένειας. Συνήθως τα γλυκά αυτά είναι: σαραγλί, σουσαμόπιτα, μπακλαβάς, κανταΐφι κ.α. Ειδικότερα στην Ορμύλια έκαναν κι ένα ειδικό κουλούρι, σε σχήμα «οχτώ», για τον Άγιο Βασίλειο. Το κουλούρι αυτό το έβαζαν στο εικονοστάσι, για το καλό του χρόνου.
Συμβολισμοί και Τυχερά παιχνίδια στη Χαλκιδική. Τη νύχτα της Πρωτοχρονιάς, στα χωριά της Χαλκιδικής, η βρύση του χωριού έπρεπε να είναι ανοιχτή, έτσι ώστε να τρέχει η τύχη όλη τη χρονιά, σαν το νερό. Το χιόνι θεωρούνταν καλό σημάδι, καθώς συμβόλιζε την ευτυχία και ήταν προμήνυμα μιας καλής χρονιάς, εξού και η φράση «άσπρη μέρα, άσπρος χρόνος». Ο καθαρός ουρανός το πρωί της Πρωτοχρονιάς σήμαινε καθαρή χρονιά, δηλαδή χρονιά χωρίς αρρώστιες.
ΕΘΙΜΑ ΠΕΛΛΑΣ:
Στην Πέλλα αναβιώνει το έθιμο της ”Κόλιντα Μπάμπω” που έχει σχέση με τη σφαγή του Ηρώδη. Οι κάτοικοι της περιοχής ανάβουν το βράδυ φωτιές φωνάζοντας ”κόλιντα μπάμπω” δηλαδή ”σφάζουν γιαγιά”. Σύμφωνα με το έθιμο οι φωτιές ανάβουν για να μάθουν οι άνθρωποι για τη σφαγή και να προφυλαχτούν. Στον Αρχάγγελο Πέλλας, τα έθιμα προέρχονται από τα πολύ παλιά χρόνια και είναι: Α) Φωτιές στην ύπαιθρο. Νέοι άναβαν, παραμονή των Χρι¬στουγέννων, περιμετρικά του χωριού σε όλες τις γειτονιές και σε συγκεκριμέ¬νες θέσεις φωτιές που έκαι¬γαν όλο το βράδυ. Σε αυτές έκαιγαν, κέδρα, ξύλα που έκλεβαν από τις γειτο¬νιές, αλλά και λαστιχένια παπού¬τσια που μάζευαν από τις εισόδους των σπιτιών. Υπήρχε μεγάλος ανταγωνισμός μεταξύ των «μαχαλά¬δων» για το ύψος που θα φτάσουν οι φλόγες και για την ένταση της κραυγής «κόλιντα» που φώναζαν (=κάλαντα). Εδώ, ζεσταίνονταν για λίγο οι «καλαντάρηδες» πριν ξαναβγούν στις γειτονιές του χωριού για τα κάλαντα. Κύριο μέ¬λημα κάθε γειτονιάς ήταν να κρατήσουν τη φωτιά ζωντανή όλο το βράδυ και να αποτρέ¬ψουν καλαντάρηδες από άλλες γειτονιές να τη χαλάσουν.
Πίστευαν ότι οι φωτιές θα κρατήσουν μακριά από το χωριό τους καλικάντζαρους και τα άλλα στοιχειά, («τσαρβίν»=νεράιδες) θα ζέσταιναν το ΄νεογέννητο βρέφος΄, και γενικά θα προφύλασσαν το χωριό από το κακό.
Β) Κάλαντα. Οι παρέες κρατώντας στα χέρια «τσαμούγκες», (Ραβδιά από κρανιά με μεγάλο ρόζο στη μια άκρη και καπνισμένα στη φωτιά) καίγοντας πάνω σε αυτές λαστιχένια παπούτσια, (προφύλαξη από τα κακά στοιχειά, και για φωτισμό) χτυπώντας με αυτές τις αυλόπορτες των παραδοσιακών σπιτιών φώναζαν: «Κόλιντα μπάμπω» για να τους ανοίξουν να περάσουν στην αυλή, στο εσωτερικό του σπιτιού. Εκεί δέχονταν τα δώρα που τους προσφέρονταν (μήλα, καρύδια, φουντούκια, αποξηραμένα σύκα κλπ). και χτυπούσαν συμβολικά τρεις φορές με τις «τσαμούγκες» το κεφάλι του ιδιοκτήτη για υγεία. Έδιναν ευχές για καλές γιορτές, καλή σοδειά, ευχές για τους ανύπαντρους και τους γέροντες και αποχωρούσαν λέγοντας και του «χρόνου με υγεία» ( Σι ντι τιμπ κου σανατάτι). Οι ‘καλαντάρηδες’ φρόντιζαν να ακολουθούν διαδρομές ώστε να μη συναντηθούν με άλλη παρέα. Στην περίπτωση συνάντησης ή μια από τις παρέες έπρεπε να δηλώσει υποταγή και να αφήσει ελεύθερα να περάσει η άλλη. Στην περίπτωση αυτή η παρέα που δήλωνε υποταγή, έπρεπε να περάσει κάτω από τις σηκωμένες «τσαμούγκες» της άλλης παρέας. Σε αντίθετη περίπτωση γινότανε μάχη με τις «τσαμούγκες» για να συνεχίσουν οι νικητές το δρόμο τους.
Γ) Το Χριστουγεννιάτικο Ξύλο (Μπότνικ): Ένα δρύινο ξύλο μήκους 50-100cm κόβονταν από το δάσος για να σιγοκαεί στο τζάκι λίγο-λίγο όλο το 12ήμερο. Το βράδυ της παραμονής, ο γεροντότερος στο σπίτι, κρατώντας το ξύλο και ένα κερί έκανε τρεις περιφορές στο «στέζιουρ» (το ξύλο, όπου δεμένα αλώνιζαν τα ζώα) στο κέντρο της αυλής. Χτυπούσε τη πόρτα του σπιτιού και με τελετουργικό τρόπο υποδέχονταν το «Μπότνικ» όλη η οικογένεια. Καλοσωρίζοντάς το, σαν να ήταν ο ίδιος ο Θεός το έβαζαν στο τζάκι. Το «μπότνικ» που έκαιγε στο τζάκι θα προστάτευε το σπίτι και τους ανθρώπους μέχρι τα φώτα και έδιωχνε τους καλικάντζαρους και τα «κακά πνεύματα» Ο γεροντότερος άναβε ένα κερί στο στάβλο να φωτίζει τα ζώα την ιερή αυτή νύχτα.
Δ) Το Χριστόψωμο -«τούρτα του πάρα» στο μεσονύκτιο τραπέζι, ξημερώματα των Χριστουγέννων. Με ιδιαίτερη φροντίδα στρώνονταν το χριστουγεννιάτικο αυτό τραπέζι. Ετοίμαζαν τρία ψωμιά διαφορετικού σχήματος. Την «τούρτα του πάρα» και δύο μικρότερα, «τα κουλάτς». Ένα για το θεό και ένα για τα ζώα. (Το «κουλάκ» των ζώων το έδιναν στα ζώα τα φώτα αφού το βουτούσαν πρώτα σε αγιασμό). Έβαζαν πάνω στο τραπέζι και μια «σαρλία» (Σαραγλί) και όλους τους καρπούς (κάστανα, καρύδια κλπ) Στο Χριστόψωμο για νόμισμα έβαζαν μια δεκάρα που φυλάγονταν πάντα στο εικονοστάσιο δεμένη με κόκκινη κλωστή βαμμένη μαζί με τα κόκκινα αυγά τη Μεγάλη Πέμπτη. Την ώρα του τραπεζιού, ανακάτευαν τη φωτιά για καλοτυχία και καλή σοδειά λέγοντας ότι όσες σπίθες βγάζει το καιγόμενο ξύλο τόσα πολλά κλωσσόπουλα και καρπούς θα είχε το σπίτι. Έριχναν επίσης ένα αναμμένο κάρβουνο μέσα στο «γκιούμι» με το νερό για να μη μπορούν οι κακές νεράιδες να το μαγαρίσουν. Αντάλλασσαν ευχές για υγεία και καρποφορία, έκοβαν το Χριστόψωμο, έτρωγαν το νηστίσιμο φαγητό και άφηναν στο τραπέζι ότι περίσσευε (όλο το 12ήμερο) για να έλθει να φάει ο Θεός.
ΕΘΙΜΑ ΚΑΒΑΛΑΣ:
Στη Θάσο, έως σήμερα, οι οικογένειες κρατούν ένα πολύ παλιό έθιμο είναι το σπόρδισμα των φύλλων και γίνεται ως εξής: Κάθονται όλοι γύρω από το αναμμένο τζάκι, τραβούν την ανθρακιά προς τα έξω και ρίχνουν γύρω στ’ αναμμένα κάρβουνα, φύλλα ελιάς, βάζοντας στο νου τους από μια ευχή, χωρίς όμως να την πουν στους άλλους. Όποιου το φύλλο γυρίσει περισσότερο, εκείνου θα πραγματοποιηθεί και η ευχή του.
Στο Διαμέρισμα Μυρτοφύτου του Δήμου Ελευθερών στη δυτική ακτή του νομού Καβάλας την παραμονή της Πρωτοχρονιάς αναβιώνει ένα έθιμο που έχει τις ρίζες του στην Τουρκοκρατία Τα αγόρια που θα φύγουν στρατιώτες μέσα στη νέα χρονιά, συγκεντρώνουν μεγάλες στοίβες από ξύλα στην πλατεία.Την παραμονή του νέου χρόνου ανάβουν μια εντυπωσιακή φωτιά που ξεπερνά τα τρία μέτρα ψέλνοντας τα κάλαντα. Στις δώδεκα ακριβώς, με το χτύπημα του ρολογιού της εκκλησίας, αρχίζει ένα παραδοσιακό γλέντι με τσίπουρο και γλυκά.
Στην πόλη της Καβάλας, πολλοί κάτοικοι διατηρούν ακόμα κάποια από τα έθιμα που έφεραν μαζί τους οι πρόσφυγες από την Ανατολική Θράκη, όπως το σπάσιμο του ροδιού μπροστά στην είσοδο του σπιτιού για καλή τύχη, αλλά και η μεταφορά μιας πέτρας – συνήθως από το μικρότερο μέλος της οικογένειας – στο εσωτερικό του σπιτιού για να είναι στέρεο το σπίτι και γερή ολόκληρη η οικογένεια τη νέα χρονιά. Τέλος, στο Διαμέρισμα Ποδοχωρίου του Δήμου Ορφανού στα δυτικά του νομού Καβάλας, την πρώτη μέρα κάθε νέου χρόνου διατηρούν ακόμα αναλλοίωτο το έθιμο του «ποδαρικού» όπου τα πιο μικρά παιδιά επισκέπτονται όλα τα σπίτια του οικισμού μπαίνοντας μέσα σε αυτά με το δεξί πόδι, λένε ευχές στους νοικοκύρηδες του σπιτιού και δέχονται γλυκά και δώρα.
ΕΘΙΜΑ ΚΑΣΤΟΡΙΑΣ:
Ιεροπηγή Καστοριάς Χριστούγεννα (Κριτσούνου). Την παραμονή των Χριστουγέννων οι γυναίκες έπλαθαν αλμυρά κουλούρια με γάλα και σόδα τα οποία ονόμαζαν «κουλίντι», γι’ αυτό και την παραμονή των Χριστουγέννων τη λένε «τζούα ντι κουλίντι». Έπλαθαν ένα μεγάλο σε στρογγυλό σχήμα με σταυρό στο κέντρο και το ονόμαζαν «ντουμιτζέλου» δηλ. Θεός, το έβαζαν στο εικονοστάσι μέχρι τα Φώτα και την ημέρα εκείνη με το αγιασμένο νερό το μούσκευαν και ταΐζανε το κοπάδι. Ακόμη έπλαθαν μικρά στρογγυλά κουλούρια με τρύπα στο κέντρο. Τα κουλούρια αυτά τα έδιναν στα παιδιά που έλεγαν τα κάλαντα. Για να πάει καλά και το κοπάδι τους και τα ζώα τους γενικότερα έπλαθαν ένα κουλούρι σε σχήμα σταυρού. Τα μικρά παιδιά κρατώντας σκαλιστές βέργες πήγαιναν σε όλα τα κονάκια της στάνης λέγοντας τα κάλαντα, ενώ τα κουλούρια που τους έδιναν οι νοικοκυρές τα τοποθετούσαν στις βέργες.
Πρωτοχρονιά (Άνου νόου). Το πρωί της Πρωτοχρονιάς οι γυναίκες τοποθετούσαν πάνω από την είσοδο της καλύβας άγρια σπαραγγιά. Οι νιόπαντρες πήγαιναν τα ξημερώματα να φέρουν νερό για το σπίτι. Κατά τη διαδρομή δεν έπρεπε να συναντηθούν καθώς επίσης και να μη μιλήσουν με κανέναν. Με το νερό αυτό πλένονταν όλη η φαμίλια.
Τα Καρναβάλια της Καστοριάς (Ραγκουτσάρια-rogatores,σημαίνει ζητιάνοι.) κάθε χρόνο στις 6,7,και 8 Γενάρη αποτελούν αναβίωση των αρχαίων Διονυσιακών οργιαστικών τελετών, που γίνονταν από Αρχαιοτάτων χρόνων, στην μέση του Χειμώνα και αμέσως μετά την γιορτή της γέννησης του ήλιου στις 25 Δεκεμβρίου, (που πέρασε και στην Χριστιανική λατρεία με την καθιέρωση της γιορτής των Χριστουγέννων), προς τιμή της φύσης που θα αναγεννηθεί την Άνοιξη. Με τα Ραγκουτσάρια κλείνει το γιορταστικό δωδεκαήμερο, με χαρακτηριστικά Καστοριανά έθιμα που οι ρίζες τους φτάνουν στους πρώϊμους κάτοικους της περιοχής, τους Δωριείς και τους Ορέστειες και αποτελούν σπάνιο δείγμα της ιστορικής συνέχειας του τόπου μας δια μέσου των αιώνων. Άνδρες και γυναίκες, σε “μπουλούκια”, από διάφορες γειτονιές, το καθένα με τα “όργανα” του γλεντούν, μέσα σ’ένα πανζουρλισμό, χωρίς κοινωνικές διακρίσεις. Ενδιαφέρον παρουσιάζει η ποικιλία των μουσικών οργάνων, που εκτός από τα παραδοσιακά (ζουρνάδες, γκάϊντες κ.α.), από τις πρώτες δεκαετίες του αιώνα μας προστέθηκαν τα λαϊκά “τακούμια”, κρουστά και κυρίως πνευστά, χάλκινα όργανα, κατάλοιπα των μεγάλων στρατιωτικών μπάντων που κατά καιρούς περνούσαν από την πόλη. Στα Ραγκουτσάρια, οι κάτοικοι μεταμφιέζονται και φορούν απαραιτήτως μάσκες. Οι μάσκες αυτές έχουν συμβολικό χαρακτήρα, αφού η όψη τους είναι τρομακτική και αποσκοπούν στο να ξορκίσουν το κακό από την πόλη. Οι μασκαράδες έχουν τη συνήθεια να ζητιανεύουν από τον κόσμο την ανταμοιβή τους που διώχνουν τα κακά πνεύματα. Από αυτή τη συνήθεια, άλλωστε, πηγάζει και το όνομα της γιορτής. Άνδρες και γυναίκες, μικροί και μεγάλοι δεν διστάζουν να μασκαρευτούν και να ξεχυθούν στους δρόμους της Καστοριάς, αναστατώνοντας την πόλη με χορούς και τραγούδια.
(http://www.elliniko-fenomeno.gr/?p=2765)
ΕΘΙΜΑ ΚΟΖΑΝΗΣ
Μπουμπουσάρια ονομάζονται στη Σιάτιστα τα τοπικά καρναβάλια της Πρωτοχρονιάς και των Θεοφανίων. Τα μπαμπουσάρια γίνονται – εκτός από την Πρωτοχρονιά – κυρίως τα Θεοφάνια, ενώ σ’ όλα τα άλλα χωριά του Βοϊου μόνο την Πρωτοχρονιά, με εξαίρεση την Εράτυρα. Εκεί το ωραίο αυτό έθιμο το συναντούμε την επομένη της Πρωτοχρονιάς. Οι μικροί μεταμφιεσμένοι γυρίζουν στα σπίτια ή σταματούν τους μεγάλους στο δρόμο και τραγουδώντας «Και βάλε το χεράκι σου στην αργυρή σου τσέπη…», προσπαθούν να τους αποσπάσουν χρήματα.
Στη Σιάτιστα επίσης, την περίοδο των γιορτών, αναβιώνουν οι «κλαδαριές» και τα «κόλιαντα» Οι «κλαδαριές» είναι οι φωτιές που ανάβονται κάθε χρόνο στις 23 Δεκεμβρίου για να ζεστάνουν τον Χριστό.Τα «κόλιαντα» είναι τα κάλαντα στο τοπικό σιατιστινό ιδίωμα.
πηγή κειμένου: http://www.pass2greece.gr/