Το έντονο στοιχείο του διχασμού ανάμεσα σε όσους υποστηρίζουν το εναλλακτικό σχέδιο και σε αυτούς που επιμένουν στη μετεγκατάσταση, ανέδειξε την Παρασκευή η σχεδόν 6ωρη διαδικασία τη λαϊκής συνέλευσης που πραγματοποιήθηκε στην Ακρινή.
Μέσα σε ένα κλίμα που θεωρητικά πολλοί ανέμεναν πολλές εντάσεις, διαξιφισμούς, ακόμα και κάποιες πιο ακραίες καταστάσεις, τα πράγματα κύλησαν ομαλά και χωρίς σε καμία περίπτωση να ξεφύγουν από τα όρια, με τις στιγμές έντασης να είναι μετρημένες στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Φυσικά, η αίθουσα δεν ήταν γεμάτη και το σύνολο των κατοίκων της Ακρινής δεν ήταν εκεί.
Μπορεί να πει εύκολα κάποιος πως είναι δύσκολο να βγάλεις ακριβές συμπέρασμα για το τι πιστεύει το χωριό ή για να γίνει πιο ακριβές «τι θα αποφασίσει η Ακρινή σε ενδεχόμενη ψηφοφορία».
Είναι χαρακτηριστικό πως η απουσία του κόσμου σχολιάστηκε σε μια από τις πιο ενδιαφέρουσες ομιλίες της συνέλευσης, αυτή του Πάρι Κουκουλόπουλου, ο οποίος με την αναδρομή στο παρελθόν στάθηκε στο γεγονός της μεγάλης μείωσης κόσμου:
«Εδώ ήμασταν πάντα πολλοί περισσότεροι όταν συζητούσαμε το μέλλον της Ακρινής», είπε χαρακτηριστικά ο πρώην Υπουργός.
Στον απόηχο της συνέλευσης, παρατηρείται μάλιστα μία προσπάθεια χαρτογράφησης των ανθρώπων που ήταν στην αίθουσα.
Μένουν ή δεν μένουν στο χωριό;
Έχουν ή δεν έχουν άμεση σχέση με την Ακρινή;
Εδώ ίσως να ξεκινάει και ένα από τα βασικά διαδικαστικά ερωτήματα, στο δρόμο για τη διενέργεια του δημοψηφίσματος(δεν υπάρχει αυτός ο όρος):
Ποιο δηλαδή θα ψηφίσουν; Οι μόνιμοι κάτοικοι; Οι εγγεγραμμένοι στους καταλόγους; Όσοι έχουν απογραφεί στην Ακρινή;
Ζήτημα που συζητείται, ακούστηκε αμυδρά στη λαϊκή συνέλευση αλλά όπως φάνηκε η διαδικασία της Παρασκευής, περισσότερο διαδικασία εκτόνωσης ήταν, παρά διαδικασία ουσιαστικών αποφάσεων.
Στο τέλος μάλιστα ακούστηκε και κάτι που ξεκαθαρίζει πως η όποια διαδικασία ψηφοφορίας δεν θα αναχθεί σε δημοψήφισμα.
Και αυτό διότι δεν έχουν ξεκαθαρίσει νομικά και άλλα ζητήματα για τα δημοψηφίσματα που μπορεί να στήσει η τοπική αυτοδιοίκηση, παρότι αυτά περιγράφονται ρητώς στους νόμους που διέπουν τους ΟΤΑ.
Άρα μια πεπατημένη της διαδικασίας επιλογής του χώρου όπου θα πήγαινε ο νέος οικισμός της Ακρινής(σε ενδεχόμενη μετεγκατάσταση), να είναι η λύση που θα δοθεί ως προς το «νόμιμο» της ψηφοφορίας, η οποία είναι σαφές πως διασφαλιστεί τόσο από το Δήμο Κοζάνης, το Τοπικό Συμβούλιο Ακρινής αλλά και την παρουσία νομικών.
Το ερώτημα
Σε ένα δημοψήφισμα ή σε μια διαδικασία ψηφοφορίας, ο εκλογέας είναι σαφές πως καλείται να επιλέξει επί κάποιου ερωτήματος ή κάποιου διλλήματος.
Είναι προφανές πως ένα ερώτημα του τύπου «Ναι ή όχι στο εναλλακτικό σχέδιο» δεν θα βρει ιδιαίτερη αποδοχή, καθώς φαντάζει μονόδρομος και αφήνει στο κενό μια διαδικασία αλλά και το μέλλον του χωριού.
Οι αντιδρώντες στο εναλλακτικό σχέδιο έδειξαν τη διάθεσή τους, επιμένοντας πως το ερώτημα οφείλει να είναι «εναλλακτικό σχέδιο ή μετεγκατάσταση».
Ένα τέτοιο ερώτημα όμως είναι αμφίβολο τι κατάληξη θα έχει ως προς τη δεσμευτικότητά του και ως το προς που θα απευθύνεται.
Θα αποδεχθεί δηλαδή η κυβέρνηση ή οποιοσδήποτε άλλος φορέας μία επιλογή που θα λέει μετεγκατάσταση και σε τι βαθμό αυτό θα αποτελέσει δέσμευση για την πολιτεία;
Ίσως το πιο σοβαρό και πολύπλοκο διαδικαστικό ζήτημα, το οποίο θα κληθεί να επιλύσει το Τοπικό Συμβούλιο με τη συμβολή του Δήμου Κοζάνης.
Ενναλακτικό σχέδιο όπως… μετεγκατάσταση;
Οι Ακρινιώτες γνωρίζουν πλέον πολύ καλά πως τα λόγια δεν δεσμεύουν κανέναν. Εδώ καλά- καλά οι ίδιοι οι νόμοι δεν δεσμεύουν κανέναν και πολύ περισσότερο την πολιτεία που τους ψηφίζει, με το νόμο της μετεγκατάστασης να είναι το μεγάλο παράδειγμα.
Το ερώτημα που μπήκε πολλές φορές την Παρασκευή, αλλά ξεκάθαρη απάντηση δεν δόθηκε, είναι το τι θα γίνει αν μια επόμενη κυβέρνηση δεν θέλει να προχωρήσει το εναλλακτικό σχέδιο.
Θα είναι νόμος του κράτους;
Οι απαντήσεις είναι αλήθεια πως προβληματισμό δημιουργούσαν και σε πολλές των περιπτώσεων εκνευρισμό.
Αν η Ακρινή οδηγηθεί στην επιλογή αυτού του σχεδίου και κάποια στιγμή κληθεί να αντιμετωπίσει την αιώνια ελληνική νοοτροπία της μη συνέχισης της διοίκησης ή των «νόμων κουρελόχαρτων», είναι σαφές πως κανείς δεν μπορεί και δεν θέλει να «πιαστεί κότσος» για 2η φορά.
Εδώ λοιπόν πλανάται ένα βασικό ερώτημα: «Γιατί η πολιτεία δεν δεσμεύεται να κάνει νόμο τους κράτους το εναλλακτικό σχέδιο;».
Οι νομικές εκκρεμότητες
Είναι γνωστό πως για την Ακρινή και τη μη τήρηση του νόμου της μετεγκατάστασης, κάτοικοι του χωριού έχουν προσφύγει στο Συμβούλιο της Επικρατείας, ενώ αναμένουν τις όποιες εξελίξεις από την επιτροπή αναφορών της Ε.Ε. που μπορεί να ανοίξουν ή να διευκολύνουν διαδικασία προσφυγής στο ευρωπαϊκό δικαστήριο.
Κατά πόσο μία ενδεχόμενη δικαίωση των προσφυγών μπορεί να ανατρέψει την υλοποίηση του εναλλακτικού σχεδίου ή το πόσο ρεαλιστικό είναι να αναμένονται οι κατά πάσα πιθανότητα πολύχρονες αυτές διαδικασίες, είναι ζητήματα που σαφώς πρέπει να σταθμιστούν.
Ο ζωτικός χώρος της Ακρινής και ο λιγνίτης
Καίριο ερώτημα της λαϊκής συνέλευσης αποτέλεσε η μεγάλη υπόθεση του ζωτικού χώρου της Ακρινής, τα περιβόητα 5.500 στρ. τα οποία η ΔΕΗ δεν έχει απαλλοτριώσει ακόμα και φυσικά το τι συμβαίνει με το λιγνίτη και τις ενεργειακές εξελίξεις.
Στην Ακρινή πρέπει να γνωρίζουν ποιες ακριβώς είναι οι κτηματικές περιοχές που θα καταληφθούν, που θα γίνουν τα φωτοβολταϊκά, τι χώρος θα υπάρχει ελεύθερος για καλλιεργήσιμη γη και φυσικά πόσο ενδεχομένως να προχωρήσει το Ορυχείο με την εξόρυξη λιγνίτη.
Αν αύριο η Ακρινή πνιγεί από την διαφαινόμενη αύξηση παραγωγής του λιγνίτη και περικυκλωθεί από φωτοβολταϊκά, σίγουρα θα μιλάμε για έναν οικισμό που δεν θα μπορεί να «αναπνεύσει».
Ποιος θα πληρώσει;
Το ερώτημα «ποιος πληρώνει» είναι πάντα ένα από τα βασικά τέτοιων μεγαλεπήβολων σχεδίων. Και αν για το μεγάλο φωτοβολταϊκό θα αναλάβει η ΔΕΗ(ΔΕΗ Α.Ε. ή ΔΕΗ Ανανεώσιμες μένει να ξεκαθαριστεί) για το υπόλοιπο σχέδιο το τοπίο είναι θολό.
Η πιθανότητα είναι πως Πράσινο Ταμείο και Ταμείο Μετάβασης θα ενισχύσουν το εναλλακτικό σχέδιο, αλλά όπως αναφέρθηκε παραπάνω, τα ποσά οφείλουν να δεσμευτούν για αυτή την υπόθεση.
Σε ότι έχει να κάνει με την επιλογή μετεγκατάστασης, εδώ το οικονομικό σκέλος είναι ακόμα πιο θολό. Διότι στο ερώτημα ποιο θα πληρώσει, δεν διαφαίνεται κάποιος να προτίθεται να το κάνει.
Άλλωστε η ΔΕΗ είναι η πρώτη που έχει αποσυρθεί από την όποια υποχρέωσή της, κατά δήλωση του πρώην Προέδρου της, Μανώλη Παναγιωτάκη, ενώ η πολιτεία σφυρίζει αδιάφορα για πολλά χρόνια.
Ζήσης Πιτσιάβας