Αύξηση εισπραξιμότητας, αναδιαρθρώσεις δανείων και πωλήσεις χαρτοφυλακίων «κόκκινων» δανείων αποτελούν τις βασικές κινήσεις με τις οποίες οι τράπεζες φιλοδοξούν να αντιμετωπίσουν το «τσουνάμι» των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια διαμορφώθηκαν στο τέλος του 2013 στο 31,9% (έναντι 24,5% τον Δεκέμβριο 2012), που αντιστοιχεί σε «κόκκινα» δάνεια ύψους άνω των 70 δισ. ευρώ, δηλαδή το μέγεθος μιας μεγάλης συστημικής τράπεζας! Αναλυτικότερα οι καθυστερήσεις ανήλθαν στο 26,1% στη στεγαστική πίστη (από 21,4% τον Δεκέμβριο 2012), στο 31,8% στην επιχειρηματική πίστη (από 23,4%), ενώ στην καταναλωτική πίστη οι καθυστερήσεις ανήλθαν στο 47,3% (από 38,8%). Οπως σημειώνεται στην Εκθεση Νομισματικής Πολιτικής της ΤτΕ, οι τράπεζες θα πρέπει να πετύχουν μια αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων ώστε αφενός να ελαφρυνθούν οι συνεργάσιμοι δανειολήπτες που δυσκολεύονται προσωρινά να εξυπηρετήσουν τα χρέη τους και αφετέρου να ανακτηθούν σε μακροπρόθεσμη βάση κεφάλαια των τραπεζών που βρίσκονται δεσμευμένα σε προβληματικά δάνεια. Πρόκειται για πολύ δύσκολη άσκηση που ενέχει μεγάλους κινδύνους όχι μόνο για τις ίδιες τις τράπεζες, αλλά ευρύτερα για την εγχώρια οικονομία.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) σημειώνει ότι η αντιμετώπιση του υπερδανεισμού πρέπει να γίνει με δραστικό τρόπο, προκρίνοντας μια εμπροσθοβαρή ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών, κάτι που θα επιτρέψει την αντιμετώπιση των «κόκκινων» δανείων και παράλληλα θα επιτρέψει στις τράπεζες να έχουν ενεργό ρόλο στη χρηματοδότηση της οικονομίας και στην υποστήριξη της αναπτυξιακής προσπάθειας. Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η Ελλάδα δεν έχει την πολυτέλεια να περιμένει τη μεγέθυνση της οικονομίας για την αντιμετώπιση του υπερδανεισμού, προσθέτοντας ότι η χώρα μας έχει έναν από τους υψηλότερους δείκτες καθυστερήσεων παγκοσμίως, η οικονομία παραμένει μη ανταγωνιστική, ενώ για την προσαρμογή των τιμών θα χρειαστεί χρόνος. Το ΔΝΤ σημειώνει ότι η διαχείριση των επισφαλειών μπορεί να απαιτήσει πολλά χρόνια και προειδοποιεί για τον κίνδυνο οι τράπεζες να αποκομίσουν ολιγοπωλιακά κέρδη, λόγω υψηλών περιθωριακών επιτοκίων και προμηθειών, στερώντας από την οικονομία πολύτιμους πόρους. Σε τρία μέτωπα θα ρίξουν τις δυνάμεις τους οι τράπεζες προκειμένου να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν το ακανθώδες πρόβλημα των καθυστερήσεων:
α) Αύξηση εισπραξιμότητας. Οι τράπεζες θα εντείνουν τις προσπάθειές τους ώστε να πετύχουν την αύξηση των εισπράξεων από την αποπληρωμή μη εξυπηρετούμενων δανείων. Πρόκειται για δανειολήπτες που αντιμετωπίζουν μεν μεγάλες δυσκολίες, ωστόσο είναι σε θέση να αποπληρώσουν μέρος των οφειλών τους.
β) Αναδιαρθρώσεις. Οι τράπεζες θα ξεχωρίσουν δάνεια επιχειρήσεων που εκτιμάται ότι θα μπορούσαν να επανέλθουν σε βιώσιμη πορεία εφόσον ληφθούν κάποια γενναία μέτρα, μεταξύ των οποίων μπορεί να είναι η μετοχοποίηση μέρους των υποχρεώσεων.
γ) Πώληση προβληματικών δανείων. Οι τράπεζες θα επιδιώξουν να απαλλαγούν από δάνεια που θεωρείται ότι εμφανίζουν μικρές πιθανότητες να επανέλθουν σε μια κανονικότητα αποπληρωμών, πουλώντας τα σε εξειδικευμένες εταιρείες.
Χρ. Μεγάλου: Η Ελλάδα πέρασε τον κάβο
Την αισιοδοξία του για την πορεία της οικονομίας, αλλά και για την κατάσταση των τραπεζών, υπογράμμισε σε συνέντευξή του στο αμερικανικό κανάλι CNBC ο διευθύνων σύμβουλος του ομίλου Eurobank κ. Χρήστος Μεγάλου. «Η Ελλάδα», υπογράμμισε ο κ. Μεγάλου, «αναμένεται να έχει θετικό ρυθμό ανάπτυξης φέτος και ακόμη εντονότερο του χρόνου. Μπορούμε με βεβαιότητα να πούμε πως η Ελλάδα πέρασε τον κάβο». Σε ό,τι αφορά τις αποτιμήσεις των τραπεζών ο διευθύνων σύμβουλος της Eurobank τόνισε: «Η αποτίμηση όλων των ελληνικών τραπεζών θα αποτυπώσει την πορεία της ελληνικής οικονομίας – και αυτό ισχύει και για την Eurobank. Το μακροοικονομικό περιβάλλον είναι πολύ καλύτερο απ’ ό,τι τα τελευταία χρόνια. Επειτα από έξι χρόνια σωρευτικής ύφεσης της τάξης του -26%, καταγράφουμε για πρώτη φορά θετική ανάπτυξη και του χρόνου θα έχουμε και θετικούς ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης».
Πηγή: kathimerini.gr