του Λ. Αυγενάκη
Η δημοσιοποίηση των στοιχείων του ελλείμματος της χώρας μας για το 2010 από την Eurostat, αποδεικνύει για ακόμα μια φορά την ανάγκη να προχωρήσουμε το ταχύτερο δυνατόν στην οριστική ρήξη με το παρελθόν και την ουσιαστική αλλαγή νοοτροπίας. Η διαπίστωση της οικονομικής πραγματικότητας καθιστά φανερές τις αναγκαίες, βαθιές διαρθρωτικές τομές για την αναμόρφωση και τη μείωση του δημόσιου τομέα της οικονομίας μας.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, το δημοσιονομικό έλλειμμα της Ελλάδας διαμορφώθηκε -μετά από μια σχετική μείωση- για το 2010 στο 10,5% ως ποσοστό του ΑΕΠ, ενώ το δημόσιο χρέος έφτασε στο δυσθεώρητο 142,8% του ΑΕΠ (από 127,1% το 2009). Από την κοινοποίηση των στοιχείων αυτών από τις Βρυξέλλες, καθίσταται φανερό ότι μιλάμε για αναθεώρηση προς τα πάνω του ελλείμματος, καθώς οι αρχικές εκτιμήσεις έκαναν λόγο για 9,6%.
Ταυτόχρονα, οι αριθμοί μαρτυρούν ότι η κυβέρνηση καθυστερεί να προχωρήσει στη μείωση του κράτους σε συγκεκριμένους τομείς, ενώ συνεχίζει να λαμβάνει μέτρα που περιλαμβάνουν οριζόντιες περικοπές και επιβαρύνσεις. Μάλιστα, ήδη προαναγγέλλει και νέα οριζόντια μέτρα. Προφανώς καθυστερεί να κινηθεί προς τη σωστή κατεύθυνση, επειδή αποφεύγει να συγκρουστεί με τα κομματικά στελέχη, τους κομματικά συντηρούμενους επαγγελματίες συνδικαλιστές και τις συντεχνίες του Δημοσίου τομέα, όπου πραγματικά πρέπει -και μπορούν- να γίνουν σημαντικές περικοπές. Για αυτούς ακριβώς τους λόγους, για να μην θίξει δηλαδή το κομματικό κράτος, τα ίδια τα «σπλάχνα του ΠΑΣΟΚ», κάνει δειλά βήματα στις αναγκαίες διαρθρωτικές αλλαγές. Και δεν είναι τυχαίο ότι δεχόμαστε τις επανειλημμένες επικρίσεις των διεθνών παρατηρητών.
Βεβαίως, η σημερινή συζήτηση δεν είναι καινούργια. Τα περισσότερα από αυτά που σήμερα συζητάμε τα είχε πει ήδη ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης από το 1990-1993, ως Πρωθυπουργός της χώρας τότε. Και μάλιστα είχε ξεκινήσει να υλοποιεί κάποια από αυτά. Σήμερα, οι τότε θέσεις του κ. Μητσοτάκη για την οικονομία δικαιώθηκαν ακόμα και από ανθρώπους που ήταν διαχρονικά πολιτικά αντίπαλοί του. Διότι 20 χρόνια πριν, ήταν ο μόνος που είχε το θάρρος να προβλέψει και να πει ευθαρσώς τι θα συμβεί στην ελληνική οικονομία. Και σήμερα, άνθρωποι ακόμα και από διαφορετικούς χώρους παραδέχονται ότι θα ήταν σίγουρα διαφορετικά τα πράγματα για τη χώρα εάν κάναμε τότε όλα όσα ο πρώην Πρωθυπουργός είχε θέσει ως προτεραιότητες.
Εξίσου δεδομένο είναι ότι η κατάσταση δεν θα βελτιωθεί εάν δεν αποκτήσουμε πρωτογενή πλεονάσματα και εάν δεν διαμορφωθούν οι συνθήκες για να ενεργοποιηθεί η αναπτυξιακή διαδικασία. Στο πλαίσιο αυτό, η Δημοκρατική Συμμαχία, απαλλαγμένοι από το λαϊκισμό που δυστυχώς συνεχίζει να χαρακτηρίζει το δικομματισμό, υπογραμμίσαμε ότι οφείλουμε να τολμήσουμε άμεσα, γενναίες, σαρωτικές διαρθρωτικές αλλαγές σε όλα τα επίπεδα. Χωρίς φόβο για το πολιτικό κόστος, διεκδικούμε μια ριζική αλλαγή νοοτροπίας και δομής του κράτους.
Εφαρμόζοντας μια φιλελεύθερη πολιτική, υποστηρίζουμε την ενδυνάμωση του ιδιωτικού τομέα, το νοικοκύρεμα του κράτους, τον περιορισμό της δημόσιας σπατάλης, ώστε να επιστρέψει η χώρα στο δρόμο της ανάπτυξης, της ευημερίας και της κοινωνικής ευμάρειας για όλους. Προτείναμε ως αφετηρία και πολύ συγκεκριμένα την περικοπή της κρατικής σπατάλης, τον έλεγχο της «μαύρης τρύπας» στην υγεία, την αποκρατικοποίηση όλων των ΔΕΚΟ που έχουν επιχειρηματική δραστηριότητα, την καθιέρωση ενιαίου φορολογικού συντελεστή 20% για όλους, την πλήρη απελευθέρωση της αγοράς ενέργειας, το πλήρες πάγωμα όλων των προσλήψεων στο δημόσιο για την επόμενη τουλάχιστον πενταετία.
Χωρίς μισόλογα, λαϊκισμούς ή υπεκφυγές υποστηρίζουμε ότι το οικονομικό πρόβλημα της χώρας δεν αντιμετωπίζεται με ημίμετρα ή με μισές δουλειές όπως κάνει σήμερα η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ. Αντιμετωπίζεται με θαρραλέες τομές, με ρήξη με το κομματικο-κρατικο-δίαιτο «στρατό», με ουσιαστική και ευρεία αναθεώρηση του κρατικιστικού μοντέλου ανάπτυξης.