Γράφει ο Γεώργιος Μ. Μπόντας Τέως Δ/ντής της Μανουσείου Δημόσιας
Βιβλιοθήκης Σιάτιστας – Λαογράφος
Ο γιορτασμός της Ελληνικής επαναστάσεως του 1821 δίνει την ευκαιρία σ’ όλους τους Έλληνες να ατενίσουν το μεγάλο γεγονός της αναστάσεως του γένους, ξεκινώντας από τη μικρή ή μεγάλη προσφορά του τόπου της ιδιαίτερης καταγωγής τους, στους αγώνες υπέρ της ελευθερίας. Έτσι δεν υπήρξε αμέτοχη και η Σιάτιστα που κατά την επανάσταση του 1821 η ενεργή ανάμειξή της αρχίζει από πολύ παλιά με τον Γεώργιο Παπάζωλη ή Παπάζογλου, ο οποίος σαν αξιωματικός του Ρωσικού στρατού επηρεάζει με τον ενθουσιασμό του τους αδελφούς Ορλώφ και ιδίως τον Γρηγόριο που ξεσηκώνει ως απεσταλμένος του την Πελοπόννησο κατά το έτος 1769.
Ο Παπαζώλης υπήρξε ένας φλογερός απόστολος της Ελληνικής Ελευθερίας ένας μέγας πρόδρομος του Ρήγα και των Φιλικών.
Εξάλλου υπέροχη ήταν η συμβολή των Σιατιστινών Αδελφών Μαρκίδων Πούλιου που από του έτους 1790 (31 Δεκεμβρίου 1790) εξέδιδαν στη Βιέννη το πρώτο δημοσιογραφικό όργανο των συγχρόνων Ελλήνων «ΤΗΝ ΕΦΗΜΕΡΙΔΑ». Η «ΕΦΗΜΕΡΙΣ» είχε πατριωτικό χαρακτήρα και έπαιξε σημαντικό ρόλο στην πνευματική και την πολιτική αφύπνιση του Ελληνισμού και των άλλων της Βαλκανικής, γιατί η πρωτοποριακή αυτή εφημερίδα είχε μεγάλη διάδοση στις παραδουνάβιες χώρες. Η προσφορά των Μαρκίδων Πούλιου στα Ελληνικά γράμματα, την Ελληνική δημοσιογραφία και την εθνική υπόθεση της αποτίναξης του Τουρκικού ζυγού ήταν απροσμέτρητη και άξια θαυμασμού. Βρήκε λοιπόν ο Ρήγας Φεραίος στο πρόσωπο των Μαρκίδων Πούλιου και προπάντων στο μικρότερο Γεώργιο, τον αντάξιο ομοϊδεάτη και υπέροχο συνεργάτη.
Το σπουδαιότερο είναι ότι στον στενό κύκλο των υπευθύνων του Ρήγα ανήκει και ο ηλικίας 22 ετών Σιατιστινός Θεοχάρης Γ. Τουρούντζιας έμπορος, γόνος παλιάς αρχοντικής Σιατιστινής οικογένειας, που συνέβαλε σημαντικά και κατά τρόπο αποφασιστικό στη διάδοση της επαναστατικής ιδέας. Για την εξυπηρέτηση δήθεν των εμπορικών του υποθέσεων περιέρχεται διάφορα κέντρα της Αυστροουγγαρίας, στα οποία διαμένουν Έλληνες, διανέμει άφθονο επαναστατικό υλικό σ’ αυτούς και φλογίζει τις καρδιές τους. Η προτομή του Θεοχάρη Γ. Τουρούντζια κοσμεί την πόλη μας.
Επίσης Σιατιστινοί είναι ο πρεσβύτερος της συντροφιάς του Ρήγα Κων/νος Δούκας μεγαλέμπορος 45 ετών, ο Ιωάννης Μανούσης θείος του μετέπειτα πρώτου Καθηγητή της ιστορίας Θεοδώρου Μανούση, ο ιατροφιλόσοφος Δημήτριος Καρακάσης, οι αδελφοί Νάκου και πολλοί άλλοι. Ακολουθεί ο Γεώργιος Ζαβίρας που υπήρξε από τους λογίους και πολυμαθείς της εποχής του. Από τη Σιάτιστα κατάγονταν και η μητέρα των αδελφών Παναγιώτη και Ιωάννη Εμμανουήλ από την Καστοριά, που συνεργάστηκαν με το Ρήγα και στραγγαλίστηκαν κατόπιν μαζί του.
Εξέχουσα και περίεργη θέση κατείχε ο Σιατιστινός Νικόλαος Λασπιάς ή Λασπάς, που χρημάτισε γραμματέας διαφόρων Τούρκων Πασάδων. Περίφημος φιλικός από τη Σιάτιστα ήταν ο Παπαγόρας. Οι δε Νάνος ή Ιωάννης Τουρούντζιας, Λάμπρος Κασσανδρινός και Δημήτριος Τζήνος από τη Σιάτιστα με επικεφαλής 1.200 Μακεδόνων εστάλησαν κατόπιν συνεννοήσεως με την κυβέρνηση στα Ψαρά, όπου πολέμησαν ηρωικά με τους Ψαριανούς.
Άλλος Σιατιστινός που προσέφερε πολλές και ανεκτίμητες υπηρεσίες στη Σιάτιστα ήταν ο Γεώργιος Νιόπλιος που κατάγονταν από την οικογένεια Γεώργιος Νιόπλιος εστάλη στο μοναστήρι της Παναγίας του Δορβά σαν εκπρόσωπος της Σιάτιστας, όπου διαδραματίζει πρωταρχικό ρόλο στην επανάσταση της Μακεδονίας. Αργότερα ο Νιόπλιος σαν προεστός μαζί με 500 ενόπλους Σιατιστινούς αποκρούει για δεύτερη φορά επιδρομή γκέκηδων.
Ως πουν ο Νιόπλιος ζωντανός η Σιάτιστα δεν φοβάται
έχει τρακόσιους στο σπαθί και χίλιους στο ντουφέκι,
έχει το Νιόπλιο αρχηγό κι όλα τα παλικάρια.
Εξέχουσα θέση στον Ιερό βωμό της απελευθέρωσης της πατρίδας από τη δουλεία κατέχουν και οι Σιατιστινοί αξιωματικοί της Χωρ/κής Δημήτριον Παντελής και Δημήτριος Τζήνος, οι οποίοι έλαβαν μέρος σε πολλές και σημαντικές μάχες.
Για τον Νικόλαο Κων. Κασομούλη κρίνουμε σκόπιμο να παραθέσουμε αυτούσιες μερικές από τις σημαντικές πληροφορίες που δίνει ο Κασομούλης για τη Σιάτιστα «Στα Ενθυμήματά του».
«Τέλος το εσπέρας έφθασα εις την Σιάτιστα, Απρίλιο του 1821, εις την μητέραν μου, είς τας αδελφάς μου, είς τους πατριώτας μου, εις τους συμμαθητές μου και διδασκάλους μου, αφού δέκα χρόνους δεν είχαν με ιδεί.
Κλαύματα συνώδευαν την χαράν και των γονέων μου και των φίλων μου και σχεδόν όλους τους συμπολίτας μου. Σε άλλο μέρος ο Κασομούλης γράφει για την αναχώρησή του από τη Σιάτιστα».
Την ιδίαν ημέραν 1 Σεπτεμβρίου 1821, λαβών μαζί μου 25 ενόπλους, απέρασα εις το μοναστήρι Ζάμπορτας (τμήμα Βεντζίων) κείμενον εις την άκραν του ποταμού Βίστριτζας, είς λόφον υψηλόν και απότομον, εξηγήθην με τον ηγούμενον και με οδηγόν του έφτασα εις το χωρίον Μεταξά ονομαζόμενον, είς την καθέδραν των Αρματωλών Μπζιωταίων».
Τα ιστορικά αυτά στοιχεία έχουμε χρέος να τα επισημάνουμε και να τα αξιοποιήσουμε, γιατί μόνο θα μπορέσουμε να αποτίσουμε τον ελάχιστο φόρο τιμής σ’ όλους αυτούς που αγωνίστηκαν για τη Σιάτιστα και τη Μακεδονία γενικότερα κατά τους δύσκολους χρόνους και χάρη στους οποίους η Μακεδονία όχι μόνο επέζησε, αλλά και αναγεννήθηκε.
Την ιστορία αυτή της Μακεδονίας κανένας δεν έχει το δικαίωμα να την αγνοήσει και πολύ περισσότερο να την πλαστογραφήσει. Γιατί πραγματικά σε καμία ίσως άλλη περιοχή δεν ανευρίσκονται δείγματα συνεχούς Ελληνικής πολιτισμικής παρουσίας, όσο στη γη των Μακεδόνων.
Η ζωή μας, οι πράξεις μας, ο τόπος μας, οι αρχαιότητές μας, τα πολυύμνητα και επιβλητικά αρχοντικά μας, που είναι τα έσχατα δείγματα ενός σπουδαίου ιστορικού παρελθόντος, τα γραφικά μας ήθη και έθιμα και οι παραδόσεις μας είναι η καλύτερη απάντηση σε όλους, όσους επιχειρούν να πλαστογραφήσουν την ιστορία μας και να αμφισβητήσουν την Ελληνικότητά μας, την Ελληνικότητα της Μακεδονίας.