Γράφει ο Δημήτρης Χρ. Βλαχοπάνος
Είναι οι βάρβαροι να φθάσουν σήμερα
Κ. Π. Καβάφης
Φτάσαμε πλέον στο πιο δραματικό σημείο: δεν παράγουμε! Ούτε ως σύνολο ούτε ως άτομα. Ζούμε με δάνεια ή προσφεύγουμε σε άλλους για να μας δώσουν δανεικές τις ιδέες τους και την τεχνογνωσία τους ή να παράγουν εκείνοι για μας. Αλλά αυτό που προβάλλει ως πιο ανησυχητικό δεν είναι το γεγονός ότι δεν παράγουμε προϊόντα, όπως πορτοκάλια, καλαμπόκια και γενικώς ύλη, αλλά το γεγονός ότι δεν παράγουμε γνώσεις, σκέψεις, απόψεις, προτάσεις, ιδέες. Έχουμε αποφασίσει εδώ και χρόνια πως είναι κακό να κουράζουμε το σώμα μας και το πνεύμα μας, αλλά θέλουμε – και απαιτούμε φορτικά – να ζούμε καλά.
Σήμερα η πιο δύσκολη και πιο αποκρουστική διαδικασία στη μάθηση και την εκπαίδευση είναι η παραγωγή λόγου. Το όλο μας εκπαιδευτικό σύστημα στηρίζεται στην αναπαραγωγή. Ο μαθητής καλείται να διαβάζει και να μαθαίνει απέξω διάφορες ενότητες των επιμέρους μαθημάτων και στη συνέχεια να τις συγκρατεί στη μνήμη του για να του φανούν χρήσιμες στην αξιολόγησή του από τους δασκάλους του. Ταυτόχρονα ψάχνει και ορισμένες τεχνικές για να μπορεί να κάνει κάποιους συνδυασμούς και ν’ απαντά σε πιο σύνθετες ερωτήσεις. Στο μυαλό του αποτυπώνονται οι σελίδες του βιβλίου και στριμώχνονται διάφορες λύσεις και απαντήσεις που θα πρέπει να τις εμπεδώσει καλά για να μην καθυστερήσει όταν του ζητηθούν.
Αλλά κι εδώ τα πράγματα δεν πάνε καλά. Το βιβλίο βρίσκεται υπό διωγμόν. Το σχολικό βιβλίο απαξιώνεται με βάναυσο τρόπο. Χιλιάδες τόνοι σχολικών βιβλίων, πληρωμένων απ’ το υστέρημα και τα δάνεια του λαού, βρίσκονται πεταμένοι κάτω απ’ τα θρανία. Χιλιάδες ελληνόπουλα δεν ξέρουν – κι ούτε νοιάζονται να μάθουν – τι χρώμα έχει το βιβλίο που τους διανεμήθηκε δωρεάν. Και χιλιάδες ελληνόπουλα δεν πιάνουν μολύβι για να γράψουν στα ελληνικά δυο σκέψεις και να κατεβάσουν δυο ιδέες. Καμιά σχέση με τη γλώσσα, την ιστορία, τη λογοτεχνία, το δίκαιο και τους θεσμούς.
Βέβαια το παιδί που δε θέλει ή δεν ξέρει να σκεφτεί και να γράψει, ξέρει πώς να χρησιμοποιεί το ακριβό – και πολυτιμότερο απάντων των αγαθών –κινητό, έχει μάθει πώς να μπαίνει στο internet και να ψάχνει πληροφορίες, μαθαίνει απέξω σελίδες ολόκληρες που του φαίνονται χρήσιμες για την είσοδό του σε μια πανεπιστημιακή σχολή, φοράει ακριβά ρούχα της τελευταίας μόδας, τρέχει απ’ το πρωί ως το βράδι στα φροντιστήρια και στα γυμναστήρια, μετατρέπεται γενικώς σ’ ένα πειραματόζωο και σε μια καταναλωτική μηχανή, που δίνει την εντύπωση πως δεν ξέρει γιατί ζει, γιατί τρέχει, γιατί ξενυχτά, γιατί καταβροχθίζει όλη αυτή την ξεροψημένη και ανάλεστη τροφή την οποία του σερβίρουν οι ποικίλοι μηχανισμοί που φτιάχτηκαν γι’ αυτό και συντηρούνται από αυτό.
Αλλά εκεί που σταματά το μυαλό είναι όταν παιδιά δεκαοχτώ χρονών, αυριανοί επιστήμονες, αδυνατούν να συγκεντρωθούν και να γράψουν ένα κείμενο δύο σελίδων. Μοιάζει μάλιστα να τους τρομάζει η ιδέα πως θα πρέπει μέσα σε ενενήντα λεπτά να διατυπώσουν δυο τρεις στοιχειώδεις και απλές απαντήσεις σ’ ένα σύγχρονο θέμα, δίνοντας στον άλλον με απλά ελληνικά να καταλάβει τι γνώμη έχουν και τι θα πρότειναν για να λυθεί ένα γνωστό καθημερινό πρόβλημα, που απασχολεί – ή θα πρέπει ν’ απασχολεί – ασφαλώς και τα ίδια.
Κι έτσι, ακόμα και οι πιο μελετηροί μαθητές, αυτοί που φιλοδοξούν να ανεβούν τα μεγάλα σκαλιά των ανώτατων επιστημονικών και πνευματικών ιδρυμάτων, προσπαθούν να αποφύγουν αυτή την εκπληκτική διαδικασία και δοκιμασία του λόγου. Μάχονται πώς να γλιτώσουν από αυτό το γοητευτικό ταξίδι του στοχασμού και της έκφρασης. Και στην καλύτερη των περιπτώσεων ζητούν να ξέρουν από πριν το θέμα που πρόκειται να αναπτύξουν, όχι ασφαλώς για να στοχαστούν και να ψάξουν να βρουν υλικά για να γράψουν, αλλά για να δώσουν εντολή να σκεφτούν πριν από αυτούς και γι’ αυτούς κάποιοι άλλοι, που θα τους παραδώσουν έτοιμες σκέψεις και ιδέες, για να κάνουν ύστερα εκείνοι αναπαραγωγή.
Κι έτσι το καυτό ερώτημα δεν είναι πλέον πώς φτάσαμε ως εδώ και κλειστήκαμε – ή μας έκλεισαν – στα συρματοπλέγματα των διεθνών τραπεζών και οργανισμών. Το καυτό ερώτημα είναι πώς θα βγούμε απ’ αυτά τα συρματοπλέγματα. Καθώς ξέμαθε το μυαλό μας να δουλεύει και να παράγει.