Του Μιχάλη Πιτένη
¨Είναι αλήθεια ότι ζούμε σε συνθήκες πολέμου. Και σε συνθήκες πολέμου απαιτείται εθνική συνεννόηση και συστράτευση όλων¨.
Οι φράσεις αυτές δεν ανήκουν σε κάποιον στρατιωτικό, ή σε πολεμικό ανταποκριτή, αλλά στον κ. Απόστολο Ταμβακάκη, Διευθύνοντα Σύμβουλο της Εθνικής Τράπεζας της Ελλάδας, και συμπεριλαμβάνονται στη συνέντευξη που παραχώρησε στην εφημερίδα ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ της Κυριακής (25-9-2011).
Με τα λόγια του αυτά ο κ. Ταμβακάκης δεν μας λέει κάτι καινούργιο ή άγνωστο, αλλά απλώς επαναλαμβάνει αυτό που είναι κοινός τόπος για όλους στις μέρες μας, όχι μόνο στη χώρα μας, αλλά σε όλο σχεδόν τον κόσμο.
Βρισκόμαστε σε πόλεμο! Όχι θερμό, με συμβατικά ή πυρηνικά όπλα, ούτε ψυχρό, με δολιοφθορές και τους κατασκόπους να οργιάζουν. Βρισκόμαστε σε πόλεμο που αν και επί της ουσίας έχει τα ίδια σχεδόν κίνητρα με όλους τους μέχρι τώρα πολέμους (θερμούς και ψυχρούς) είναι ο πιο ειλικρινής και συνάμα ο πιο επικίνδυνος.
Ειλικρινής διότι δεν κρύβει πως τα κίνητρα και ο στόχος του είναι το ξαναμοίρασμα της τράπουλας σε οικονομικό επίπεδο.
Ο πιο επικίνδυνος διότι μπορεί να μην αφήσει πίσω του τόσα πολλά ανθρώπινα θύματα, όσα θα άφηνε ένας θερμός πόλεμος ακόμα και με συμβατικά όπλα, αλλά θα έχει συντρίψει το ηθικό των πολλών, σε όλο τον κόσμο, οι οποίοι καθημερινά συνειδητοποιούν πως δεν μπορούν πουθενά να αισθάνονται ασφαλείς και σίγουροι καθώς κανένα κράτος, ακόμα και τα πιο εξελιγμένα και οργανωμένα, δεν φαίνεται πραγματικά ικανό να προστατέψει υπό αυτές τις συνθήκες, ειδικά εκείνους τους πολίτες που το έχουν ανάγκη.
Η παραδοχή πως σ΄ αυτό τον πόλεμο έχει εμπλακεί για τα καλά και η χώρα μας, η οποία δεν είναι φυσικά το ¨πρόβλημα¨ ή η θρυαλλίδα της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, – απλώς το δικό μας πρόβλημα είναι γιγάντιο σε σχέση με τις πραγματικές μας δυνατότητες- είναι πλέον καθολική σε όλο το πολιτικό μας φάσμα, άσχετα αν υπάρχουν διαφορετικές απόψεις και προσεγγίσεις για τα πώς και τα γιατί.
Υπάρχει όμως μια κοινή συνισταμένη που εκπορεύεται απ΄ όλες τις πολιτικές πλευρές. Άπαντες στις τοποθετήσεις τους καταλήγουν σε μια διαπίστωση. Χρειάζεται ΣΥΣΤΡΑΤΕΥΣΗ.
Συστράτευση για να σώσουμε τη χώρα, συστράτευση για να επαναδιαπραγματευτούμε με τους δανειστές μας υπό άλλους όρους, συστράτευση για να μην περάσουν τα επαχθή, άδικα και πολύ σκληρά όντως οικονομικά μέτρα και πάει λέγοντας.
Την ίδια λέξη χρησιμοποιούν και οι ¨στρατηγοί¨ του εξελισσόμενου πολέμου, οι τραπεζίτες, όπως για παράδειγμα ο προαναφερόμενος κ. Ταμβακάκης. Πιο πάνω όμως, στην ίδια συνέντευξη, είπε και κάτι άλλο που ίσως να είναι πιο σημαντικό.
¨Είμαι βέβαιος ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε αν όλοι αποφασίσουμε να δούμε ο καθένας το προσωπικό του συμφέρον μέσα από το συμφέρον της χώρας. Πρέπει να καταλάβουμε ότι σήμερα το ατομικό μας συμφέρον ταυτίζεται με το συλλογικό¨.
Οι φράσεις αυτές του κ. Ταμβακάκη δεν είναι πρωτότυπες, αλλά ούτε ακριβώς και κοινότυπες, όσο και αν τις έχουμε ακούσει πάμπολλες φορές να επαναλαμβάνονται απ΄ τα χείλη των πολιτικών μας. Ειδικά τον τελευταίο καιρό είναι το αγαπημένο μοτίβο του λαλίστατου Υπουργού των Οικονομικών, με το οποίο διανθίζει τις εκάστοτε ανακοινώσεις νέων και επαχθών εισπρακτικών μέτρων.
Μέσα στις απλές αυτές φράσεις μπορεί να υπάρχει πραγματικά η λύση στο πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε ως ελληνική κοινωνία, αλλά το ερώτημα είναι κατά πόσο είμαστε έτοιμοι να την αποδεχθούμε ως λύση και πολύ περισσότερο να την εφαρμόσουμε.
Για μια κοινωνία που έχει γαλουχηθεί να ασπάζεται και να στηρίζει συλλογικά οράματα, κάτι τέτοιο μπορεί να μην ήταν ακριβώς εύκολο, αλλά θα ήταν εφικτό.
Η δική μας όμως κοινωνία πότε ασπάστηκε, τουλάχιστον τα τελευταία χρόνια, ένα συλλογικό όραμα και συστρατεύτηκε στην υλοποίηση του;
Μια πρόχειρη αναδρομή μας αναγκάζει να σταθούμε στο 2004 και την Ολυμπιάδα της Αθήνας. Μεγάλο, τεράστιο έργο για τα δεδομένα μας και όπως έλεγαν επιτυχημένο. Ήταν όμως συλλογικό όραμα ή το όραμα μέρους της κοινωνίας μας, το οποίο κατέληξε να γίνει συλλογικό ανάθεμα λόγω των χρεών που άφησε πίσω του;
Άλλα μεγάλα οράματα των τελευταίων τριάντα χρόνων, αδυνατούμε να θυμηθούμε. Μπορούμε, όμως, να θυμηθούμε άλλα μικρότερης εμβέλειας, αλλά εξαιρετικής σημασίας γεγονότα.
Γεγονότα που αφορούσαν μια κοινωνία που καλπάζοντας πάνω στο άρμα της ισχυρής Ελλάδας, ευημερούσε και συσσώρευε προσωπικό πλούτο, χωρίς όμως ποτέ να νοιαστεί να διορθώσει, ακόμα και γκρεμίζοντας τες εκ βάθρων, πολλές και σημαντικές θεσμικές της αδυναμίες.
Να πάρουμε για παράδειγμα την παιδεία. Κατά γενική ομολογία χρόνο με το χρόνο χειροτέρευε και χειροτερεύει, αλλά όσο λεφτά υπήρχαν δεν βγήκαμε ποτέ στους δρόμους όλοι μαζί για να θέσουμε τέρμα στα φροντιστήρια και την παραπαιδεία που μπορεί σε μας τους μεγάλους να κοστίζει χρήμα, αλλά στα παιδιά μας κοστίζει την παιδική ηλικία, καθώς τρέχουν απ΄ το πρωί μέχρι το βράδυ απ΄ το ένα φροντιστήριο στο άλλο.
Να μιλήσουμε για την υγεία. Ακόμα και στα δημόσια νοσοκομεία το φακελάκι ήταν και είναι η καλύτερη συνταγή για να θεραπευτούμε. Και ενώ είμαστε έτοιμοι να πλακωθούμε μεταξύ μας για το αν κλείσει ένα κέντρο υγείας που φιλοξενεί γιατρό μια φορά το μήνα, δεν είπαμε ποτέ ¨φτάνει πια¨ σε όσους αντί για ανθρώπους μας αντιμετωπίζουν σαν πελάτες και μας προσέχουν ανάλογα με το πάχος του φακέλου που θα τους προσφέρουμε.
Μπορούμε να μιλήσουμε για πάρα πολλά, αλλά δυστυχώς στον ίδιο παρανομαστή πάντοτε θα καταλήγουμε. Οικοδομήσαμε μια κοινωνία που σχεδόν θεσμοθέτησε την ατομικότητα και ακύρωσε τη συλλογικότητα σε όλα τα επίπεδα. Αντί για πολίτες γίναμε πελάτες και το ξέρουμε όλοι μας αυτό.
Και αν σήμερα, λόγω της αυξημένης απειλής που νιώθουμε για το σήμερα και το αύριο, ονομάζουμε ως αποκλειστικούς υπεύθυνους τους πολιτικούς μας, είναι ακριβώς γιατί δεν μπορούμε να ξεφύγουμε απ΄ αυτή τη λογική και τη νοοτροπία με την οποία γαλουχηθήκαμε.
Πελάτες όμως μας ήθελαν για να εξασφαλίζουν τη δική τους επιβίωση και μακροημέρευση και αυτή την εξέλιξη ούτε εμείς την αρνηθήκαμε γιατί κάποτε μας βόλευε.
Σήμερα όμως που ο πελάτης πρέπει να μετατραπεί σε στρατιώτη, να υπερασπιστεί όντως το δικό του χώρο και τα δικά του κεκτημένα, δεν είναι εύκολο να το κάνει όχι γιατί δε θέλει, αλλά μάλλον επειδή δεν ξέρει και τον τρόπο.
Υπάρχει όμως και ένα άλλο σημαντικότατο πρόβλημα. Ένας πολίτης μετατρέπεται σε ικανό στρατιώτη όταν υπάρχει ο κατάλληλος στρατηγός που θα τον εμπνεύσει και θα τον συνεπάρει. Ο στρατηγός που πρώτος ο ίδιος θα έχει υπερβεί το εγώ και θα πείθει πως δείχνει το δρόμο για το εμείς που θα τους συμπεριλαμβάνει όλους. Και τέτοιος στρατηγός δυστυχώς δεν υπάρχει με αποτέλεσμα να βαδίζουμε σ΄ ένα πεδίο μάχης χωρίς σχέδιο, χωρίς πυξίδα, με μόνη ελπίδα μήπως και βρούμε κάπου να κρυφτούμε, μέχρι να λήξει ο πόλεμος.
Υ.Γ. Το άρθρο αυτό δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στις 25 Σεπτεμβρίου του 2011.