Ο επιτυχημένος σχεδιαστής Γιάννης Κουρούδης αναλαμβάνει ξανά τα προγράμματα και τις αφίσες της ΕΛΣ
Του Δημητρη Ρηγοπουλου
Ενα μεγάλο, στρουμπουλό σίγμα κλείνει το μάτι αυτές τις ημέρες στους Αθηναίους. Ενα σίγμα που γίνεται ρολόι και δείχνει δώδεκα παρά κάτι, υπαινικτική αναφορά στον μύθο της Σταχτοπούτας, που ανεβαίνει μέχρι τις 13 Νοεμβρίου στο «Ολύμπια» της οδού Ακαδημίας.
Εθνική Λυρική Σκηνή και Γιάννης Κουρούδης ενώνουν για δεύτερη φορά τις δυνάμεις τους φρεσκάροντας την οπτική ταυτότητα ενός οργανισμού που έχει γίνει ένας μικρός αστικός μύθος εξαιτίας της δυναμικής εξωστρέφειας που τον χαρακτηρίζει τα τελευταία χρόνια.
«Η κεντρική ιδέα είναι να πρωταγωνιστεί σε κάθε όπερα ή μπαλέτο ένα τυπογραφικό στοιχείο», μας εξηγεί ο Γιάννης Κουρούδης, o εμπνευστής του ισχυρού οπτικού σήματος που εξέπεμψε η εταιρεία καλλυντικών Κorres με τις πολύ ζωηρές και μοντέρνες συσκευασίες της. Από τότε έχει κυλήσει αρκετό νερό στο αυλάκι και η πρώτη περίοδος συνεργασίας με την ΕΛΣ (2007) συγκαταλέγεται στις επιτυχίες του Κουρούδη και του γραφείου του (k2Design).
Μια μικρή ιστορία
Φέτος, λοιπόν, το τυπογραφικό στοιχείο για το οποίο μου μιλάει ο επιτυχημένος σχεδιαστής είναι «ντυμένο» με τέτοιο τρόπο, ώστε να μεταφράζει ή να αφηγείται μια μικρή ιστορία από εκείνη που θα παρακολουθήσουν στην αίθουσα οι θεατές. «Οι εικoνογραφήσεις προσπαθώ να είναι ουσιαστικά μικρά σήματα, απλά, μονοσήμαντα, όσο το δυνατόν πιο κατανοητά. Να περιγράφουν την ουσία του θέματος με μία λέξη, να είναι εικόνες που να σου κλείνουν το μάτι». Σε σχέση με την προηγούμενη δουλειά που είχαν κάνει για την επικοινωνία της ΕΛΣ, «αλλάζει ο τρόπος που χειρίζομαι τη θεματολογία, και τη χρήση των γραμμάτων, αλλά δεν αλλάζει το “χέρι” που τα σχεδιάζει».
Για την ίδια τη Λυρική Σκηνή, ο στόχος ήταν σαφής: «Να εκφράσουμε και μέσω της οπτικής μας ταυτότητας το νέο πρόσωπο της Εθνικής Λυρικής Σκηνής», όπως εξηγεί ο υπεύθυνος προβολής και επικοινωνίας της ΕΛΣ, Βασίλης Λούρας. «Η νέα μας ταυτότητα θέλουμε να έχει καθαρό και σαφές στίγμα, το οποίο να αντικατοπτρίζει τη στρατηγική του οργανισμού, δηλαδή την εξωστρέφεια και το υψηλού επιπέδου καλλιτεχνικό πρόγραμμα σε συνδυασμό με τη σωστή οικονομική και διοικητική διαχείριση. Η αισθητική του Γιάννη Κουρούδη μας ταιριάζει, μιας και, μέσω των καθαρών γραμμών, καταφέρνει να ισορροπεί ανάμεσα στο κλασικό και το μοντέρνο, επιτρέποντας στο εκάστοτε “μήνυμα” να αναδειχθεί και να ξεχωρίσει».
Προσπαθώ να θυμηθώ το 2007, και είναι πραγματικά σαν να μιλάω για κάτι τόσο μακρινό όσο το 1979. Εποχές τόσο διαφορετικές, και για τη χώρα και για τη Λυρική Σκηνή. Πώς, αλήθεια, σχεδίασε τότε ο Γιάννης Κουρούδη και πώς σχεδιάζει τώρα; «Οταν πριν από περίπου έξι χρόνια είχαμε κληθεί να προσδιορίσουμε την επικοινωνιακή ταυτότητα της ΕΛΣ, συνολικά τα πράγματα στον χώρο του culture identitie στην Ελλάδα ήταν αρκετά συγκεχυμένα και ασαφή. Ηταν δύσκολο να ξεχωρίσεις ποιος οργανισμός ήταν ποιος. Θέατρο, όπερα, συναυλίες, εκδηλώσεις, όλα έμοιαζαν.
Ο υποψήφιος θεατής ήταν αρκετά δύσκολο πολλές φορές να αναγνωρίσει ή και να θυμηθεί ποιον φορέα θεάματος μόλις είδε. Αυτό άλλαξε όταν στα τρία χρόνια που συνεργαστήκαμε με την ΕΛΣ δημιουργήσαμε την οπτική της ταυτότητα. Παράδοξη, περίεργη, έξω αρκετά από τις τότε λογικές επικοινωνίας, αλλά πολύ εύκολα αναγνωρίσιμη κι επικοινωνιακή. Ενώ λοιπόν τότε η εποχή ήταν δύσκολη και αβέβαιη, κάποιοι άνθρωποι της ΕΛΣ είχαν το θάρρος να ακούσουν, να δεχθούν, να τολμήσουν, να κάνουν κάτι που δεν είχε ξαναγίνει στον χώρο αυτό. Σήμερα, έχοντας οι άνθρωποι της ΕΛΣ την εμπειρία, τη γνώση, την ποιότητα, την εξωστρέφεια, αλλά και το δεδομένο πως πλέον σχεδόν όλοι οι ανάλογοι οργανισμοί λειτουργούν με αντίστοιχες στρατηγικές επικοινωνίας, ήταν αρκετά ευκολότερο να περάσει η νέα πρότασή μας».
Φως στο τούνελ;
Ο Γιάννης Κουρούδης και το γραφείο του, ως αναπόσπαστο κομμάτι της ελληνικής δημιουργικής κοινότητας, ζουν από πολύ κοντά την «παράδοξη» άνθηση του ελληνικού graphic design σε συνθήκες κρίσης και συρρίκνωσης της ελληνικής αγοράς. Και όμως, η ζήτηση για καλή συσκευασία, καλή οπτική ταυτότητα μεγαλώνει.
Τι εξήγηση δίνει ο ίδιος; «Η κρίση ενεργοποίησε ανθρώπους που πριν, ούτε καν σαν σκέψη, δεν περνούσε απ’ το μυαλό τους το επιχειρείν. Οι περισσότεροι που ξεκινούν τώρα, και με δεδομένο πως είναι νέοι μορφωμένοι και “ψαγμένοι”, έχουν συνήθως επίγνωση τι ζητούν από το ντιζάιν και γενικότερα το branding.
Ξέρουν πως μια πρόχειρη, κακοσχεδιασμένη ή ερασιτεχνική δουλειά θα είναι βάρος στην πορεία του εγχειρήματός τους. Θα δυσκολέψει ή ακόμη και θα απαγορεύσει την προώθηση του (οποιουδήποτε) προϊόντος που θα προσπαθήσει να υπάρξει στην εγχώρια ή ακόμη περισσότερο στη διεθνή σκηνή. Ξέρουν πως ένα καλοσχεδιασμένο προϊόν μπορεί να γίνει παγκόσμιο, ότι μπορεί να απογειωθεί και μαζί με αυτό και οι δημιουργοί του.
Η ύφεση λοιπόν έκανε κι ένα καλό. Ενεργοποίησε το επιχειρηματικό δαιμόνιο χιλιάδων ανθρώπων. Γίνονται πολλά και καλά προϊόντα στην Ελλάδα της κρίσης. Αυτός λοιπόν είναι ένας από τους λόγους που βλέπουμε να υπάρχει άνθηση στον χώρο του ντιζάιν. Βλέπω να υπάρχει μικρό αλλά δυνατό φως στο βάθος του τούνελ».