Η λαϊκή σοφία Ποντίων και Κρητών θα πρέπει να μελετηθεί ως μοναδική πηγή ανθρωποκεντρικής σκέψης και έκφρασης.
Απαύγασμα αυτής της σκέψης ο Ψηλορείτης άνθρωπος, Νίκος Καζαντζάκης, εκφράστηκε στην ελευθερωμένη Κρήτη και δικαίωσε τους αγώνες του λαού του.
Αντίστοιχοι λόγιοι, μας κατέθεσαν τις σκέψεις τους, όπως ο Νίκος Καπετανίδης, ο Γιώργος Φωτιάδης, ο Φίλων Κτενίδης .που μέσα στα έργα τους διακρίνει κανείς την αγάπη στον άνθρωπο, το δίκιο και τη λευτεριά.
Δεν μπορεί να υπάρχουν πιο έντονες χαρακιές στην ψυχή του κόσμου από τα δύο σαλπίσματα : της Κρήτης
΄΄ πότε θα κάνει ξαστεριά πότε θα βλεφαρίσει΄΄
και του Πόντου
΄΄ αητός επαραπέτανεν ψηλά ‘ς σα επουράνια΄΄..
Πόντος και Κρήτη, είναι ένα εθνικό συνοικέσιο ελπίδας και προοπτικής .
΄΄Εμείς ,οι Πόντιοι, οι Μικρασιάτες ,οι Θρακιώτες , μάθαμε να ζούμε
χωρίς την ιστορική μας πατρίδα, γι αυτό συγχωρήστε μας για την όποια φόρτισή…΄΄
Κάναμε πατρίδα τους χορούς και τα τραγούδια μας ,τους θρύλους και τις παραδόσεις μας, τις μνήμες και τις εικόνες μας..
΄΄ γι αυτό αγαπάμε την Κρήτη και τους Κρητικούς….
…την θεωρούμε πιο κοντινό, πιο ζεστό και λατρευτό μέρος για ‘μάς…΄΄
Τραγούδησαν οι δύο λαοί στα γιορτάσια και τα γλεντοκόπια συντροφιά με τη λύρα, αγάπησαν και λάτρεψαν το λυράρη, τον θεοποίησαν, τον έβαλαν στη μέση του παραδείσου, αθάνατο δημιουργό ενός μουσικού πολιτισμού , που έχει στο κέντρο τον άνθρωπο, που ξέρει να αγαπά και να αγαπιέται.
Όπως μας φανερώνουν οι παρακάτω μαντινάδες, και τα ποντιακά τραγωδίας.
Κρητικό
Εκειά, που χύνουν το γυαλί και βγάνουν το κρουστάλι,
εκειά τα ζωγραφίσανε τ’ αγγελικά σου κάλλη.
Ποντιακό.
Εκείνα τα πετούμενα, τ’ ουρανού τα πουλία,
εκείνα εζωγραύσανε τ’ ομμάτ’ ισ’ τα πλουμία.
Κρητικό
Ο ήλιος όντες πρωτοβγεί, ντρέπεται να προβάλει,
γιατί τον εθαμπώνουνε τ’ αγγελικά σου κάλλη.
Ποντιακο
Ήλεν ας σην Ανατολήν είδε ‘σε κ’ εμαρέθεν
ατός ατόσον ‘κ’ έλαμψεν την ώραν, ντ’ εγεννέθεν.
Κρητικό
Ήντα το θέλ’ η μάνα σου τη νύχτα το λυχνάρι
απού ‘χει μες στο σπίτι τζης τον ήλιο, το φεγγάρι;
Ποντιακό
Εσέν, που έχ’ τη σκύλ ο γιόν, ντο θ’ έφτάει το κάζ’ι
Βάλλ’ ‘σε απές ΄ς σο μεσοχάμ’, ο κόσμον ας φωτάζει.
Ο Κρητικός βλέπει την αγάπη του όμορφη ,οΠόντιος την θωρεί με την ίδια ματιά. Κρητικό
Όντας εγέννα η μάνα σου χρυσά ‘σαν τα σκαμνιά ντζης
και σ’ έκαμε ομορφότερη απ’ όλα τα παιδιά ντζης.
Ποντιακο
Εσέν π’ εποίκεν η μάνα χρυσόν έν η κοιλία τς,
κ’ εποίκε ‘σε παντέμορφον ας’ ούλια τα παιδία τς.
Η απέριττη ομορφιά της αγαπημένης επενεργεί ως μαγεία,
το κοπέλι και ο άγουρος μαγεμένοι και οι δύο διερωτώνται μέσα από το τραγούδι:
Κρητικό
Τα μάγια δε σε πιάνουνε και μάγια είσ’ ατή σου,
μάγια ‘ναι και οι γι- ομορφιές, που ρίχνει το κορμί σου.
Ποντιακο
Εμάεψές ‘με γιαύροπο μ’, αρ είσαι μαεμένον
ανάμεσα ‘ς σα μάγλοπα σ’ αρ έ’εις ‘με ‘σύ πλεγμένον
Ο Κρητικός θέλει τον νέο σαν βασιλιά και όμορφο σαν άγγελο και ο πόντιος όμορφο σαν ήλιο, και μεγαλόπρεπο σαν αετό.
Κρητικό
Σαν βασιλέας πορπατείς ,σα ρήγας κατεβαίνεις,
σαν άγγελος ζγουραφιστός και τσι καρδιές μαραίνεις.
Ποντιακό
Άμον ήλος εφάνθες ‘με κι άμον αητός εδέβες,
κι ούσ’ να εκαλοτέρεσα ραχία επιδέβες.
Στην Κρήτη και στον Πόντο προτιμούν τις μαυρομάτες κοπελιές. Πολλά είναι τα δίστιχα με κολακείες προς τις μαυρομάτες.
Κρητικό
Μαυροματού, μαυροφρυδού, μαύρα ‘ναι τα μαλλιά σου,
χρυσά ‘ν τα σκουλαρίκια σου ,που κρέμουνται στ’ αφθιά σου.
Ποντιακό
Μαύρα ομμάτια έμορφα, μαύρα κι άμον σταφύλια
φίλεμαν ‘κι χορτάεται κ’ εν ας σ’ εσά τα χείλια.
Ο Κρητικός για την αγάπη του πηγαίνει χαρούμενος στον Άδη, το ίδιο και ο πόντιος
Κρητικό
Μα ‘γω για σ’ ένα ,αγάπη μου, δίνω ζωή και παίρνω,
κι αζωντανός χαρούμενος στον Άδη κατεβαίνω.
Ποντιακό
Αποφασίζω ,ο καρίπ’ς, σον Άδ’ να κατηβαίνω,
εκεί εν το μικρόν τ’ αρνί μ’, θα παίρ’ ατο και φεύω.
Και ο κρητικός και ο πόντιος αδιαφορεί για την εμφάνιση της καλής του ,δίνοντας βαρύτητα στα αισθήματα που τρέφει γι αυτήν.
Κρητικό
Και με τα μαύρα σ΄ αγαπώ και με τα λερωμένα,
και με τα ρούχα τση δουλειάς τρελαίνομαι για σένα.
Ποντιακό
Τινάν αγαπώ φορεί σακίν, τινάν ‘κι θέλω ρούχον,
τινάν ‘κι καταδέχκουμαι, φορεί τ’ αναλλαγάδια.
Ο Κρητικός λαϊκός ποιητής γνωρίζει την ματαιότητα αυτής της ζωής και δίνει βάρος στις ανθρώπινες αξίες. Περιφρονεί το θάνατο και τραγουδά την αγάπη του .
Η αγάπη για τον θυμόσοφο ποντιο-κρητικό είναι ζωή και αθανασία ..ο θάνατος είναι απλά μια υποχρέωση, ας τους αφήσουμε να φιλοσοφήσουν με τον δικό τους μοναδικό τρόπο.
Κρητικό
Τσή μαύρης γης χρωστώ κορμί και ‘νους παπά παράδες,
και μιας μικρής μελαχρινής καμπόσες μαντινάδες.
Ποντιακό
Τον ουρανόν χρωστώ την ψυ μ’, τον Άδην το κορμόπο μ’,
κ’ εσέν ,κορτσόπον, ντό χρωστώ και τυρεννίεις το ψόπο μ’.
Κρητικός και Πόντιος μπορεί να τρελαθούν από την πολλή αγάπη
Κρητικό
Άχι ,εκουζουλάθηκα και κουζουλό με λένε,
να ξέρανε τον πόνο μου να κάθουνται και κλαίνε.
Ποντιακό
Τ’ εμόν εγάπ’ εποίκε ‘ με ζαντόν και δαιμονέαν,
κι όθεν παραβραδιάσκουμαι κόρη ς’ σον κόλφο σ’ μένω.
Ο Κρητικός και ο Πόντιος θα περιδιάβαιναν στεριές και θάλασσες προκειμένου να βρούν την αγαπημένη τους.
Κρητικό
Να ‘ταν η θάλασσα στεριά ,πάνω σε γης να πάτουν,
ανάθεμα τα πόδια μου, αν δεν την επροπάτ’ουν..
Ποντιακό
Τα στράτας ‘κι βαρυάσκουμαι τα γόνατα μ’ ‘κι τσίζω
θα πάγω και θα έρχουμαι ,την κάρδια σ’ θα χτίζω.
Ο μεγάλος ερωτικός της Κρήτης κάνει έκλυση στα βουνά και τα δένδρα να του φέρουν πίσω την αγάπη του, μα και ο Πόντιος σεβταλής επαναλαμβάνει ακριβώς τα ίδια λόγια..
Στους παρακάτω παραλληλισμούς συναντάμε την απόλυτη ταύτιση των δίστιχων
Κρητικό
Ψηλά βουνά και πράσινα και δένδρα φουντωμένα,
φέρετε την αγάπη μου. γη πάρετε και μένα.
Ποντιακό
Ψηλά ραχόπα πράσινα, δεντρόπα φυλλωμένα!
για φέρτεν την εγάπη μου για πάρτε ‘με κ’ εμένα!.
Κρητικό
Μουδέ και μάνα μ’ έκανε μουδέ κι αντρούς σποκάμε,
χρυσή τρυγώνα μ’ έκανε στου ξάγκαθου τη ρίζα.
Ποντιακό
Εμέν μάνα ‘κ’ εγένεσεν ,εμέν κύρης ‘κ’ εποίκεν,
εμέν τρυγώνα εξέρασεν σ’ αποταμάκρ’ εφήκεν.
Κρητικο
Χίλια μαχαίρια και σπαθιά χάμε στη γη στρωμένα,
Τσαλαπατώ ‘τα και περνώ κι έρχομαι με τ’ εσένα.
Ποντιακό
Χίλια μαχαίρια κοφτερά ς’ ση γην να είν στρωμένα,
πατώ και τσογναεύ’ ατά ,κ’ έρχουμαι με τ’ εσένα.
Και με την ίδια απόγνωση ρίχνουν το ανάθεμα στον αίτιο του χωρισμού.
Μεγάλη η απελπισία του χωρισμού αλλά μεγάλη και η κατάρα. Πόντιοι και Κρήτες τρέφουν τα ίδια αισθήματα για το χωρισμό
Κρητικό.
Απού ‘καμε το χωρισμό στον κόσμο να υπάρχει
Θέ μου, και δός του βάσανα, δός του πληγές και πάθη.
Ποντιακό
Εμέν κ’ εσέν π’ εχώριζεν κ’ εσέν παλ’ ας σ’ εμέναν
τον ήλον αίμαν να ελέπ’, την γήν σκοτεινασέαν!.
Κρητικό
Απού μας εξεχώριζε τα δυό απ’ την αγάπη
Θέ μου, και δός του βάσανα, δός του πληγές και πάθη.
Ποντιακό
Εμέν κι εσέν π’ εχώριζαν ψωμίν να μη χορτάζ’ νε,
κάθαν βράδον ‘ς σ’ ο σπίτ’ν ατούν λείψανον να μονάζ’νε.