Την τελευταία πενταετία μόνο από τον ΔΟΑΤΑΠ (πρώην ΔΙΚΑΤΣΑ) αναγνωρίστηκαν 15.902 τίτλοι μεταπτυχιακών και διδακτορικών σπουδών (διδακτορικοί τίτλοι 2.439 και μεταπτυχιακοί τίτλοι 13.463). Τα στοιχεία του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών δίνουν τη συγκλονιστική εικόνα της ελληνικής εργασιακής πραγματικότητας: 8.045 διδακτορικά διπλώματα κατατέθηκαν από το 2009 ως σήμερα στις υπηρεσίες του, στις οποίες και καταγράφονται όλα τα σχετικά στοιχεία. Από αυτές, οι 833 κατατέθηκαν μέσα στο 2013. Πρώτη «δύναμη» η Ιατρική σχολή αφού τα περισσότερα διδακτορικά (2.336) έχουν εκδοθεί από φοιτητές των επιστημών υγείας, ενώ ακολουθούν οι επιστήμες μηχανικής και τεχνολογίας που την τελευταία πενταετία είναι 1.329.
«Η Ελλάδα έχει πολύ καλά εκπαιδευμένο κόσμο. Βρίσκουμε νέους με απίθανες ακαδημαϊκές σπουδές. Εχω εκπλαγεί με το πόσο καλά διδακτορικά υπάρχουν στην αγορά» αναφέρει ο κ.Παναγιώτης Παπάζογλου, διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας συμβούλων Εrnst & Young (EΥ) Ελλάδος, η οποία αξιοποιεί το δυναμικό αυτό για να «παίρνει» δουλειές στην ευρωπαϊκή αγορά. Πρόκειται για μια τάση που έχει αρχίσει να αποκτά δυναμική στον χώρο των εταιρειών παροχής συμβουλευτικών υπηρεσιών. «Tην ΕΥ αλλά και τη μητρική εταιρεία μας απασχολεί το πώς θα δώσουμε δυνατότητα απασχόλησης στους εξαιρετικούς επιστήμονες που διαθέτει η Ελλάδα σε μια προσπάθεια να αναχαιτίσουμε το brain drain»αναφέρει κ. Παπάζογλου, ο οποίος προσθέτει ότι «στο πλαίσιο αυτό η ΕΥ έχει δημιουργήσει hubs (σ.σ.: κέντρα) που βρίσκονται στην κορυφή των πολύ εξειδικευμένων επιστημονικών στόχων».
«Το συγκριτικό μας πλεονέκτημα δεν είναι το χαμηλό κόστος εργασίας, οι χαμηλοί μισθοί»αναφέρει ο κ. Παπάζογλου. Οπως εξηγεί, «οι αμοιβές σε γενικές γραμμές είναι στα ίδια επίπεδα με αντίστοιχες θέσεις στο εξωτερικό. Η διαφορά είναι ότι τα άτομα που δουλεύουν στην Ελλάδα είναι επιστήμονες με υπερβάλλουσες δεξιότητες (overqualified) σε σχέση με τους συναδέλφους τους στο εξωτερικό που εργάζονται σε ανάλογες επιχειρήσεις. Εκεί, αντίστοιχες θέσεις εργασίας έχουν μεγάλο ανταγωνισμό από τράπεζες, εταιρείες πληροφορικής και άλλους κλάδους της οικονομίας, οι οποίοι αμείβουν καλύτερα. Ως εκ τούτου οι υποψήφιοι επιλέγουν αυτούς του κλάδους. Στην Ελλάδα όμως δεν υπάρχει αυτός ο ανταγωνισμός και έχουμε τη δυνατότητα να απασχολούμε εξαιρετικά υψηλής μόρφωσης προσωπικό και ως εκ τούτου να προσφέρουμε καλύτερες υπηρεσίες. Αυτό είναι το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα» τονίζει ο κ. Παπάζογλου.