Ι. ΤΙ ΑΦΟΡΑ Ο ΝΟΜΟΣ ΚΑΤΣΕΛΗ;
Το φαινόμενο της υπερχρέωσης των φυσικών προσώπων που δεν ασκούν εμπορική δραστηριότητα (ιδιώτες) συνιστά πλέον μια ευρέως διαδεδομένη πραγματικότητα, τόσο παγκοσμίως όσο και στη χώρα μας, δεδομένης και της ραγδαίας οικονομικής κρίσης κατά την τελευταία πενταετία.
Οι αιτίες που συνέβαλλαν στην συγκεκριμένη εξέλιξη, αποδίδονταν κατα μείζονα λόγο στην χειροτέρευση του οικονομικού περιβάλλοντος και την συνακόλουθη εκτίναξη της ανεργίας σε συνδυασμό με την αλόγιστη κατα το παρελθόν πρόσβαση των ιδιωτών σε κεφάλαια δανεισμού ως απόρροια μεταξύ άλλων των επιθετικών εμπορικών πρακτικών των τραπεζικών ιδρυμάτων, και δευτερευόντως σε πάσης φύσεως έκτακτα περιστατικά τα οποία οδήγησαν στη μεταβολή της προσωπικής κατάστασης του οφειλέτη (διαζύγια, ασθένειες του ιδίου ή συγγενικών του προσώπων, έξοδα φοιτήσεως τέκνων κλπ).
Υπο τις ανωτέρω οικονομικές συνθήκες, η διαμόρφωση ενός δικαίου αστικής αφερεγγυότητας στην Ελληνική νομοθεσία κατέστη επιτακτική ανάγκη. Ως εκ τούτου, η δημοσίευση του Νόμου 3869/2010, γνωστού και ως «Νόμου Κατσέλη», καθιέρωσε για πρώτη φορά στην Ελλάδα το θεσμό της πτώχευσης των οφειλετών – φυσικών προσώπων, καλύπτοντας έτσι ένα ουσιαστικό νομικό κενό στην Ελληνική νομοθεσία. Να σημειωθεί ότι τέτοια δυνατότητα υπήρχε μέχρι το 2010 μόνο για πρόσωπα τα οποία έφεραν την εμπορική ιδιότητα, μέσω του Πτωχευτικού Κώδικα.
Έτσι δικαίωμα υπαγωγής στις ευνοϊκές διατάξεις του συγκεκριμένου νόμου απέκτησαν όλα τα φυσικά πρόσωπα που δεν διαθέτουν πτωχευτική ικανότητα, δηλαδή, μισθωτοί, άνεργοι, ελεύθεροι επαγγελματίες, και πρώην έμποροι που, κατά το χρόνο υποβολής της αίτησης υπαγωγής έχουν απολέσει την εμπορική ιδιότητα και δεν τελούν υπό πτώχευση.
Έκτοτε και μέχρι σήμερα ο συγκεκριμένος νόμος τροποποιήθηκε σε δύο (2) περιπτώσεις με πιο πρόσφατη αυτή που κατατέθηκε προ ημερών στη Βουλή με το ν.4336/2015. Παράλληλα, καθ’ ολη τη διάρκεια της ισχύος του μέχρι σήμερα, ο «Νόμος Κατσέλη» δέχθηκε εις βάθος ερμηνεία από τα δικαστήρια όλης της χώρας, με αποτέλεσμα να επεκταθούν οι ευεργετικές του διατάξεις και πέρα από το λεγόμενο «αυστηρό γράμμα του Νόμου», όπως άλλωστε συμβαίνει με όλα τα νομοθετήματα κατά την πρακτική εφαρμογή τους κατά περίπτωση.
Με την τελευταία τροποποίηση του ν.3869/2010, επιχειρείται να δοθεί λύση σε μια σειρά από προβλήματα τα οποία ανέκυψαν καθ’ ολη τη διάρκεια της εφαρμογής του εν λόγω νόμου και αφορούν: α. την έλλειψη δικαστών αλλά και την κακή οργανωτική και διοικητική αντιμετώπιση της ραγδαίας αύξησης του αριθμού τέτοιων αιτήσεων με συνέπεια να παρατηρείται σήμερα το φαινόμενο να χορηγείται δικάσιμος για τέτοια θέματα που πλέον φτάνει το έτος 2018 για το Ειρηνοδικείο Εορδαίας και το έτος …2031 (!!) για Ειρηνοδικεία των μεγάλων αστικών κέντρων, την στιγμή που ο συγκεκριμένος νόμος προέβλεπε ρητά δικάσιμο εντός εξαμήνου, β. Την επιτακτική ανάγκη διεύρυνσης του πεδίου εφαρμογής των οφειλών που εμπίπτουν στις ρυθμίσεις του ν. 3869/2010.
ΙΙ. ΟΦΕΛΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΝΟΜΟ
Τα οφέλη τα οποία θα μπορούσε να αποκομίσει ο οφειλέτης με την κατάθεση αίτησης και εντέλει υπαγωγής του στο ν.3869/2010, μετά και την τελευταία τροποποίηση αυτού, θα μπορούσαν να συμπτυχθούν στα εξής:
- Διασφάλιση της κύριας κατοικίας και της λοιπής περιουσίας του οφειλέτη μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης, αν υφίσταται τέτοια περιουσία.
- Με την αποδοχή της αίτησης του οφειλέτη από το αρμόδιο δικαστήριο δια της εκδόσεως οριστικής απόφασης: α) διασφαλίζεται η κύρια κατοικία του οφειλέτη καθώς και οποιαδήποτε μορφή άλλης ακίνητης περιουσίας του κριθεί ως μη εκποιήσιμη, από κατασχέσεις και πλειστηριασμούς, β) επιτυγχάνεται ουσιαστική ρύθμιση των οφειλών του, με προκαθορισμένο χρονικό ορίζοντα μέσω καταβολής μηνιαίων δόσεων προς διάσωση της κατοικίας του, αφού πρώτα έχουν ληφθεί υπ’ όψη οι ελάχιστες πάγιες βιοτικές δαπάνες αξιοπρεπούς διαβίωσης του ιδίου και των εξαρτώμενων μελών της οικογενείας του.
- Στεγαστικά και όποια δάνεια με προσημείωση υποθήκης τοκίζονται με πολύ χαμηλό επιτόκιο και όχι με αυτό της υπερημερίας.
- Αν δεν υφίσταται ακίνητη περιουσία, οι οφειλές υπόκεινται σε ρύθμιση και διαγραφή μέρους τους ή σε κάποιες περιπτώσεις και του συνόλου αυτών (βλ. παρακάτω).
- Καταναλωτικά δάνεια και οφειλές από πιστωτικές κάρτες που θα υπαχθούν σ’ αυτή τη ρύθμιση, παύουν να τοκίζονται.
- Ορίζεται η δόση στο ποσό που μπορεί πραγματικά να αποπληρώνει ο οφειλέτης, ωστόσο οφείλει να καταβάλει μηνιαίως στις τράπεζες τουλάχιστον το 10% της οφειλόμενης τελευταίας ενήμερης δόσης, σε κάθε περίπτωση όχι κάτω από 40 ευρώ ανά μήνα και για ένα συγκεκριμένο χρονικό διάστημα και μέχρι την έκδοση οριστικής απόφασης.
- Εάν ο οφειλέτης εμπίπτει στις εξαιρέσεις του νόμου( π.χ. είναι άνεργος ή εξαιρετικά χαμηλού εισοδήματος) του δίνεται η δυνατότητα να διεκδικήσει πολύ χαμηλές καταβολές έως και μηδενικές τόσο κατά το διάστημα μέχρι την εκδίκαση της υπόθεσης όσο και κατά τη συζήτηση αυτής.
- Από την κατάθεση της αίτησης αναστέλλεται αυτόματα κάθε καταδιωκτικό μέτρο και προστατεύεται ο δανειολήπτης καθώς και η περιουσία του μέχρι να εκδοθεί τελεσίδικη δικαστική απόφαση επί της αιτήσεως του.
- Διευρύνεται πλέον το πεδίο εφαρμογής του Νόμου Κατσέλη ως προς το είδος των προς ρύθμιση οφειλών. Ως εκ τούτου θα μπορούν να υπάγονται εκτός από οφειλές προς ιδιώτες και Χρηματοπιστωτικά Ιδρύματα και βεβαιωμένες οφειλές προς το Δημόσιο, τη Φορολογική Διοίκηση, τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης Α’ και Β’ βαθμού και τους Οργανισμούς Κοινωνικής Ασφάλισης. Σε περίπτωση προηγούμενης υπαγωγής των οφειλών προς το Δημόσιο σε άλλο ρυθμιστικό πλαίσιο, ο οφειλέτης επιλέγει εάν επιθυμεί να το διατηρήσει ή να υπαχθεί στις διατάξεις του ν. 3869/2010, αλλά σε κάθε περίπτωση δεν είναι δυνατή η παράλληλη χρήση άλλου θεσμικού πλαισίου διευθέτησης οφειλών.
- Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, προκειμένου να καθοριστούν οι μηνιαίες καταβολές του οφειλέτη προς του πιστωτές του, τόσο με την προσωρινή διαταγή όσο και με την οριστική δικαστική απόφαση, θα πρέπει να εξαιρούνται από το εισόδημα αυτού και της οικογενείας του οι εύλογες δαπάνες διαβίωσης του ιδίου και της οικογένειάς του, όπως εκάστοτε προσδιορίζονται από την Ελληνική Στατιστική Υπηρεσία ΕΛΣΤΑΤ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η συγκεκριμένη τροποποίηση είναι μείζονος σημασίας δεδομένου ότι μέχρι πρότινος εναπόκεινται στην κρίση του εκάστοτε δικαστή η οριοθέτηση των εύλογων δαπανών διαβίωσης με αποτέλεσμα να παρατηρούνται σημαντικές διαφοροποιήσεις στην έκδοση των δικαστικών αποφάσεων ως προς τον υπολογισμό αυτών.
- Εισάγεται η διαδικασία Ταχείας Διευθέτησης Μικρο-οφειλών. Η διάταξη αφορά υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα για τα οποία συντρέχουν σωρευτικά οι ακόλουθες προϋποθέσεις, κατά το χρόνο υποβολής αίτησης υπαγωγής: α. Το σύνολο των οφειλών τους δεν υπερβαίνει τις είκοσι χιλιάδες (20.000) ευρώ β. Έχουν μηδενικό εισόδημα γ. Δε διαθέτουν ακίνητη περιουσία δ. Δεν έχουν μεταβιβάσει ή εκποιήσει ακίνητη περιουσία τον τελευταίο χρόνο ε. Το σύνολο της λοιπής περιουσίας τους, συμπεριλαμβανομένων τυχών καταθέσεων δεν υπερβαίνει τα χίλια (1.000) ευρώ στ. Υπήρξαν συνεργάσιμοι δανειολήπτες, όπως η έννοια προσδιορίζεται στον Κώδικα Δεοντολογίας των Τραπεζών. Για οφειλέτες που πληρούν τις παραπάνω προϋποθέσεις, προβλέπεται άμεση διαγραφή οφειλών αφού προηγηθεί μια περίοδος επιτήρησης δεκαοκτώ (18) μηνών κατά την οποία εάν υπάρξει οποιαδήποτε μεταβολή της περιουσιακής τους κατάστασης οφείλουν να ενημερώσουν τους πιστωτές τους και το δικαστήριο.
- Προς την κατεύθυνση της ταχείας διευθέτησης του πλήθους των υποθέσεων που εκκρεμούν στα Ειρηνοδικεία της χώρας, αλλά και αυτών που πρόκειται να ακολουθήσουν, θεσμοθετούνται μια σειρά από μέτρα τα οποία στοχεύουν αφενός να αποσυμφορήσουν την ήδη υπάρχουσα κατάσταση και αφετέρου να καταστήσουν εφικτό τον ορισμό σύντομης δικασίμου για όλες τις υποθέσεις μελλοντικά (επαναπροσδιορισμός των ήδη εκκρεμουσών και ορισμός δικασίμου εντός εξαμήνου για όσες κατατεθούν στο μέλλον ). Έτσι: α) συστήνονται νέα Τμήματα στα Ειρηνοδικεία της Επικράτειας, τα οποία θα ασχολούνται μόνο με την εκδίκαση υποθέσεων του «Νόμου Κατσέλη», β) αυξάνονται οι Οργανικές Θέσεις ειρηνοδικών και δικαστικών υπαλλήλων που υπηρετούν σε ειρηνοδικεία, έτσι ώστε να στελεχωθούν τα νέα Τμήματα και να αντιμετωπιστεί διοικητικά το πλήθος των υποθέσεων που εκκρεμούν.
III. ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ
Επιχειρώντας έναν απολογισμό του ν.3869/2010 από το 2010 – οπότε και δημοσιεύθηκε – μέχρι σήμερα, καθίσταται απόλυτα σαφές ότι έστω και με αρκετή καθυστέρηση εισήχθη ένα αποτελεσματικό νομοθετικό πλαίσιο i. ρεαλιστικής ρύθμισης οφειλών των φυσικών προσώπων, ii. ταυτόχρονης διασφάλισης της αξιοπρεπούς διαβίωσης αυτών και iii. ουσιαστικής παροχής προστασίας της κύριας ή μοναδικής κατοικία τους. Επιπρόσθετα, αποτέλεσε και συνεχίζει να αποτελεί μέχρι και σήμερα, αποτελεσματική ασπίδα για μεγάλη μερίδα οφειλετών στις επιθετικές πρακτικές προώθησης που ακολούθησαν τα πιστωτικά ιδρύματα, πολλές φορές κατά παράβαση της κοινοτικής υποχρέωσης τους για υπεύθυνο δανεισμό, ενημέρωση και συμβουλευτική υποστήριξη των δανειστών, στους οποίους δημιουργούσαν μάλιστα εύλογα την εντύπωση και την πεποίθηση ότι μπορούν να ανταποκριθούν στις χορηγούμενες πιστώσεις. Μετά δε και τις τελευταίες αλλαγές στο θεσμικό πλαίσιο όπως αυτές εκτέθηκαν ανωτέρω, επιχειρείται μια περεταίρω βελτίωση η οποία θα συντελέσει στην αποτελεσματικότερη λειτουργία της δικαιοσύνης, στην άμεση παροχή δικαστικής προστασίας στους πολίτες που τη δικαιούνται, ενώ παράλληλα θα περιορίσει στο ελάχιστο τη δυνατότητα καταχρηστικής λειτουργίας του όλου πλαισίου.
Λαμβανομένων υπ’ οψη όλων των ανωτέρω, καθίσταται απολύτως σαφές οτι ο ν.3869/2010 όπως ισχύει σήμερα, παρέχει αφενός τη δυνατότητα μιας δεύτερης ευκαιρίας επανένταξης στην οικονομική και κοινωνική ζωή του υπερχρεωμένου φυσικού προσώπου, αντιμετωπίζοντας παράλληλα σε ικανοποιητικό βαθμό τις ιδιαίτερα δυσμενείς κοινωνικές και οικονομικές συνέπειες της υπερχρέωσης.