Χαρίτων Καρανάσιος
για τη Βενετία
Μα καλά, είναι δυνατόν να πεθάνει ο θεός; Τί σόι θεός είναι αυτός; Αυτός δεν είναι θεός, είναι καραγκιόζης. Τί βλακείες λένε οι παπάδες και τα ευαγγέλια. Πώς να πιστέψω σε ένα θεό αδύναμο, εύθραυστο, έναν θεό πτώμα; Ο Δίας, ο Φαραώ, ο Αλλάχ, αυτός είναι θεός. Κεραυνοί, φωτιά και τσεκούρι. Κι όποιος δεν υπακούει και δεν κάθεται καλά, πάρτου το κεφάλι. Τί θεός είναι ο Χριστός, που με κάνει να τον λυπάμαι, που χρειάζεται τη βοήθειά μου, που χρειάζεται έναν Σίμωνα Κυρηναίο να κουβαλήσει τον Σταυρό του, και έναν Ιωσήφ Αριμαθαίας να τον κατεβάσει από τον Σταυρό και να τον θάψει; Μήπως τελικά είχαν δίκιο οι Φαρισαίοι και ο όχλος των Ιουδαίων που σταύρωσαν τον Χριστό; Εντάξει, έκανε θαύματα, ανέστησε και νεκρούς, αλλά στο τέλος πέθανε όπως όλοι οι άνθρωποι. Ήτανε βέβαια θαυματοποιός, αλλά και πλάνος, ψεύτης. Άκους εκεί, Υιός του θεού! Παρέβαινε και τον νόμο του θεού που δόθηκε στον Μωυσή.
Αυτά περίπου σκέφτονταν, όπως κι εμείς, οι Φαρισαίοι μαζί με τον όχλο. Και από την πλευρά τους είχαν δίκιο. Ο Χριστός έπρεπε να καταδικαστεί σε θάνατο, επειδή υποστήριζε ότι είναι Υιός του θεού. Εκτός βέβαια κι αν ήταν! Δεν θα το έλεγε όμως ο θεός πρώτα στους Φαρισαίους, τους θεματοφύλακες του νόμου του; Ο λαός νοιάζονταν για άλλα. Περίμενε τον Μεσσία, να γίνει βασιλιάς και να τους πατήσουν όλους κάτω, να φάνε και λίγο ψωμάκι, να έχουν και λίγη άνεση, να έχουνε και δούλους. Ο Χριστός απέδειξε ότι είναι ο Μεσσίας. Τέτοια απίστευτα θαύματα δεν είχε ξαναδεί ο κόσμος. «Εμπρός λοιπόν Μεσσία Ιησού», έσκουζαν μέσα τους οι απλοί Ιουδαίοι, «πάρε την εξουσία, μπες στην Ιερουσαλήμ, τσάκισέ τους όλους, εσύ μπορστά κι εμείς ξοπίσω, όλοι μαζί, το Ισραήλ, ο λαός του θεού, να κυριεύσουμε τον κόσμο». Ο Χριστός όμως τους «τη σπάει». Μπαίνει στα Ιεροσόλυμα πάνω σε έναν γάιδαρο, και χωρίς ούτε έναν σουγιά! Ακόμη κι όταν ο Πέτρος πήγε να αντισταθεί στη σύλληψη του Ιησού με μαχαίρι, ο Χριστός τον μαλώνει: «Τί κάνεις εκεί; Άσε κάτω το μαχαίρι. Δεν είναι η βία ο τρόπος μου». Ακόμη και οι μαθητές του δεν τον κατάλαβαν. Ο Ιησούς αρνήθηκε να παίξει το παιχνίδι των Ιουδαίων, αρνήθηκε τον ρόλο του ως Μεσσία-δυνάστη, όπως τον ήθελε ο λαός προς επικράτησιν του Ισραήλ. Στην αρχή της πορείας του ο διάβολος τον πείραξε με αυτήν ακριβώς την πρόταση: «Προσκύνα με, κι όλα τα βασίλεια της γης δικά σου».
Ο Ιησούς αποστράφηκε τον μεγάλο πειρασμό, να γίνει βασιλιάς όλου του κόσμου («Ύπαγε οπίσω μου σατανά»), αρνήθηκε και τον μικρότερο πειρασμό των Ιουδαίων να γίνει κοσμικός βασιλιάς του Ισραήλ. Από τη μια μεριά κατέκρινε την τυπολατρία των Φαρισαίων που εμπορεύονταν τον θεό, χρησιμοποιώντας τον ως μπαμπούλα για να εδραιώσουν τη δική τους εξουσία, από την άλλη απογοήτευσε τον λαό, γιατί δεν εκπλήρωσε τις μεγαλεπήβολες προσδοκίες του για ένα δυνατό βασίλειο του Ισραήλ. Οι Ιουδαίοι τον μίσησαν: «Είναι δυνατόν να έχει τέτοια δύναμη και να μην τη χρησιμοποιεί;». «Αφού μπορεί, γιατί δεν το κάνει;». Οι ψυχολόγοι το γνωρίζουν: Όταν το αντικείμενο του πόθου μας, π.χ. μια γυναίκα που έχω ερωτευθεί, δεν κάνει αυτό που θέλω ή δεν με θέλει όπως τη θέλω εγώ, τότε τη μισώ, μπορεί και να τη σκοτώσω. «Έγκλημα πάθους». Αυτό έκαναν και οι Ιουδαίοι. Ο Ιησούς έπρεπε να πεθάνει.
Ναι, όμως αυτός έλεγε ότι είναι Υιός του θεού, δηλαδή θεός, θεάνθρωπος. Πώς ήταν δυνατόν να πεθάνει; Πεθαίνει ο θεός; Εκτός κι αν είναι αγύρτης. Εδώ είναι η ασύλληπτη μεγαλωσύνη του Χριστού, η απέραντη αγάπη και ταπείνωση. Ένας πανεπιστημιακός καθηγητής δεν πάει στο νηπιαγωγείο να αποδείξει στα νήπια ότι είναι μεγάλος και τρανός. Δεν έχει ανάγκη να αποδείξει σε νήπια τις γνώσεις του. Αντίθετα, προσπαθεί να μιλήσει τον κώδικά τους, ώστε τα μικρούλια κάτι να καταλάβουν. Έτσι κάνει κι ο θεός. Δεν έχει ανάγκη να αποδείξει από ματαιοδοξία στους ανθρώπους-νήπια ότι είναι θεός, αλλά θέλει να τους βοηθήσει να τον φτάσουν, υποβιβάζοντας τον εαυτό του σε άνθρωπο, πέφτοντας στο νοητικό και βιολογικό επίπεδό τους. Ο θεός είναι θεός, επείδή είναι Ταπεινός και Αγαπά, σε απόλυτο βαθμό. Είναι η Αγάπη προσωποποιημένη.
Αυτό έκανε ο Χριστός. Ως ο ενυπόστατος Λόγος του θεού «έπεσε» στο επίπεδο των ανθρώπων, που ο ίδιος δημιούργησε, έγινε και άνθρωπος, και έδειξε στους ανθρώπους τον τρόπο να γίνουν κατά χάριν θεοί, δηλαδή την Αγάπη, όχι τη βία. Οι Ιουδαίοι ήθελαν έναν θεό βίαιο, να νιώθουν δυνατοί επειδή έχουν δυνατό μπαμπά, να του εναποθέσουν όλες τις ανασφάλειές τους και να πατήσουν όλα τα έθνη (Δεν το έκαναν τότε με τον Χριστό, το προσπαθούν σήμερα με το αντίχριστο χρήμα). Λες και ο θεός δεν νοιάζεται για όλα τα έθνη. Οι άνθρωποι θέλουν έναν θεό δυνάστη, να καλύψει τα ψυχολογικά τους κενά, έναν deus ex machina, ένα τζίνι που θα ικανοποιεί όλες τις ορέξεις τους και θα τους κάνει αρχηγούς. Βέβαια, υπάρχει τέτοιος θεός. Τέτοιος «θεός» είναι ο διάβολος, μόνον που κοστίζει ακριβά: την ψυχή του ανθρώπου, τον ψυχικό θάνατο, την αιώνια εξαφάνιση της ελευθερίας της ύπαρξης αντί πινακίου φακής, τη δαιμονοποίηση, την απόλυτη μοναξιά, την κόλαση. Ο θεός δεν είναι μαγικό ραβδί να τα κάνει όλα εύκολα και τέλεια για τον άνθρωπο, αλλά δίνει τη δύναμη στον άνθρωπο να γίνει Άνδρας ώριμος, και του δείχνει και τον δρόμο μέσω του Σταυρού του Χριστού. Ο θεός δεν θέλει βόδια και ανδρείκελα, αλλά λιοντάρια και ελεύθερες ψυχές.
Μπέστε λίγο στην θέση του Χριστού. Ως ο Υιός του Πατρός δημιούργησε Κτίση και Άνθρωπο. Έγινε ο ίδιος άνθρωπος, κυοφορήθηκε στη μήτρα της Παναγίας. Δούλεψε στο ξυλουργείο του Ιωσήφ. Όργωσε την Παλαιστίνη, γιάτρεψε κόσμο, ανάπαυσε ψυχές, έλεγξε την υποκρισία, κήρυξε μιαν άλλη αντίστροφη λογική. Λόγια που πρώτη φορά ακούγονταν επί γης: Μακάριοι οι ταπεινοί, οι ελεήμονες, οι ειρηνοποιοί, οι αγνοί. Το παράκανε όμως: Να αγαπάτε τους εχθρούς! Εδώ το χάλασε. Τίναξε στον αέρα τον χαζοευσεβισμό και τις εικόνες με τα γλυκερά αγγελάκια. «Πυρ ήλθον βαλείν». Ήρθα να πυρπολήσω τη γη με την Αγάπη, κι όποιος αντέξει. Για αυτό τον σταύρωσαν. Δεν άντεχαν οι άνθρωποι την Αγάπη.
Αγαπώ τον Χριστό και μόνον για τη μοναξιά του. Και αυτή η μοναξιά δεν είναι απλώς η σωματική εγκατάλειψη από όλους μπροστά στον Σταυρό. Μόνον η Παναγία, ο Ιωάννης κι ένας ληστής τον συμπαραστάθηκαν. Ακόμη και ο θεός-Πατήρ τον εγκατέλειψε σωματικά («θεέ μου ίνα τί με εγκατέλιπες;»). Απείρως σκληρότερη μοναξιά είναι η ψυχική εγκατάλειψη. Κανείς δεν καταλάβαινε το νόημα της πράξης του, τη στιγμή που ο ίδιος ένιωθε τον Πόνο όλου του κόσμου, τον Πόνο όλων των ανθρώπων από Αδάμ ώς τον τελευταίο άνθρωπο μέχρι συντελείας του κόσμου. Εδώ καθένας μας δεν αντέχει τον δικό του ψυχικό πόνο… Για αυτό είναι θεός ο Χριστός. Δεν με ενδιαφέρει αν αναστήθηκε (και βέβαια αναστήθηκε), αλλά επειδή ως άνθρωπος (όχι θεός) άντεξε όλο τον Πόνο του ανθρωπίνου Γένους. Θρόμβοι αίματος έτρεχαν από το πρόσωπό του στη Γεσθημανή. Έβγαλε και παράπονο. Ήταν και άνθρωπος. Δεν είναι εύκολο να σηκώνεις τον πόνο και τη βλακεία δισεκατομμυρίων ψυχών. Μόνον αυτός μπορούσε. Άντεξε. Περίλυπος έως θανάτου όχι για τον Σταυρό που τον περίμενε, αλλά για τον Πόνο του Ανθρώπου, είπε τελικά από Αγάπη: «Πατέρα, ας γίνει όπως θέλεις».
Πέθανε ο θεός… Πέθανε βέβαια ο Χριστός ως άνθρωπος. Δέστε Ταπείνωση: Η θεϊκή του φύση ακολούθησε την ανθρώπινη στον Άδη. Ναι, ο Χριστός πέθανε και ως θεός. Δηλ., ο θεός πήγε στον Άδη, χωρίς να βέβαια να πάθει τίποτε. Ο Άδης τινάχθηκε στον αέρα. Ποιος νους μπορεί να συλλάβει τί έγινε στον Άδη! Και αναστήθηκε ως άνθρωπος, δηλ. η ανθρώπινη φύση του, και όχι ως θεός. Ως θεός δεν μπορούσε ποτέ να σβήσει. Ο Χριστός ως άνθρωπος ποτέ δεν έκανε χρήση της θεϊκής του φύσης. Μόνον στα θαύματα, αλλά πάντα προσευχόταν προηγουμένως στον Πατέρα, να δώσει τη συγκατάθεσή του. Ακόμη και στην Ανάσταση δεν έκανε αυτόνομη χρήση της θεότητάς του. Αναστήθηκε από τον όλο Τριαδικό θεό.
Συμπέρασμα: Αν ένας άνθρωπος είναι αναμάρτητος, μπορεί να αναστηθεί κατά χάριν θεού, όπως και ο Χριστός. Απόδειξη και η Παναγία. Και η Παναγία αναστήθηκε, ή όπως λέμε μετέστη, το ίδιο και ο Ιωάννης ο μαθητής (οι δύο σύντροφοι του Χριστού στον Σταυρό). Δηλαδή: Όταν κανείς ακολουθεί τον δρόμο του Χριστού και όχι την (ξεπεσμένη σήμερα) φύση του, τότε ελέχγει την ψυχή και το πνεύμα του, και απελευθερώνεται από τον καταναγκασμό της (ξεπεσμένης) φύσης του. Και ισχυρότερος καταναγκασμός της φύσης μας, όπως αυτή είναι σήμερα, είναι ο θάνατος, ο «έσχατος εχθρός». Αυτό είναι το μήνυμα του Χριστού: «Αφήστε τις βλακείες για βία και εξουσία. Είστε υπόδουλοι στη φύση σας, θέλετε να υποδολώσετε σωματικά και άλλους. Ταπείνωση κι Αγάπη χρειάζεται, να απελευθερωθήτε από τη βία και εξουσία της ξεπεσμένης φύσης σας, όπως την καταντήσατε. Δεν σας δημιούργησα εγώ έτσι. Η αληθινή σας φύση είναι άλλη. Μην ακούτε τη χαλασμένη από λάθος επιλογή σας φύση, αλλά τα πνευματικά μου λόγια και το αιματηρό παράδειγμά μου. Πάρτε το αλλιώς. Ο δρόμος που ακολουθείτε είναι θάνατος. Ο δικός μου είναι ζωή. Και θα πρέπει να τα καταφέρετε μόνοι σας, με τον τρόπο τον δικό μου, τις εντολές μου (= προτροπές, όχι διαταγές) που σφράγισα με το Αίμα μου. Θα τα καταφέρετε με τη βοήθειά μου, το Σώμα και Αίμα μου που σας δίνουν οι ιερείς μου και ιερείς σας, αλλά με τη δική σας θέληση, τον δικό σας Αγώνα. Πρέπει να δείξετε ότι πράγματι το θέλετε. Δεν θέλω βόδια. Θέλω να γίνεται ελεύθεροι κοινωνοί θεού».
Πέθανε ο θεός, και με τον θάνατο του τσάκισε τον θάνατο, ξεδόντιασε τη δύναμη της ξεπεσμένης φύσης του ανθρώπου. Δεν υπάρχουν άλλες δικαιολογίες. «Ακολουθείτε τα του πνεύματος. Το φρόνημα της σαρκός θάνατος», φωνάζει ο απ. Παύλος. Η απόφαση είναι πλέον στην ελεύθερη βούληση καθενός μας. Σταυρός και Κενό Μνημείο. Αυτοί είναι οι οδηγοί. «Αν πεθάνεις πριν πεθάνεις, δεν θα πεθάνεις όταν πεθάνεις», λένε οι καλόγεροι. Εμπρός λοιπόν, ας πεθάνουμε. Ο θάνατος είναι το πιο γλυκό γεγονός. Να σκάσει και να πεθάνει ο θάνατος! Αγάπη, Αλήθεια, Απελευθέρωση, 3Α ως περιεχόμενο. Και 3Α ως τρόπος: Απλά (στη Σκέψη), Απαλά (στην Αίσθηση), Αργά (στην Ενέργεια). Δεν φοβάμαι πια τίποτε!