Τα κάλαντα στη Σιάτιστα τα λένε ‘’ Κόλιαντα’’ από γλωσσική παραφθορά της λέξεως. Τα έθιμα που επικρατούν τις μέρες αυτές παρουσιάζουν κάτι το ιδιαίτερο. Τα παιδιά κάθε γειτονιάς συγκροτούνται σε ομάδες. Οι ομάδες αυτές κάμνουν εξορμήσεις στ΄αμπέλια, όπου μαζεύουν, φρύγανα, χόρτα ξερά, φουρφούρια’’ Το Λόζιο’’. Ο λόζιος φορτώνεται σήμερα στ΄αυτοκίνητα, ενώ παλιά στα ζώα και αποθηκεύεται σε αποθήκες της γειτονιάς. Η αποθήκη ανοίγει την παραμονή των καλάντων για να ετοιμαστεί ‘’Η κλαδαριά’’, μεγάλη φωτιά. Το έθιμο της κλαδαριάς είναι πράγματι πολύ ωραίο και διατηρείται στη Σιάτιστα από παλιά. Συμβολίζει τις φωτιές που άναψαν οι ποιμένες στη Βηθλεέμ για να αναγγείλουν τη γέννηση του Χριστού.
Το στήσιμο και το στόλισμα της κλαδαριάς έχει ιδιαίτερη τεχνική. Στη μέση της πλατείας της γειτονιάς ανοίγεται μια τρύπα βάθους 0,50-0,70 μέτρα. Μόλις φτάσει η παραμονή των καλάντων 23 Δεκεμβρίου τοποθετείται και στερεώνεται μέσα στην τρύπα ένα χοντρό ξύλο ‘’ το βεργί’’ για να συγκροτεί τα ξερά χόρτα γύρω του. Πάνω στην κορυφή του βεργιού δένουν ένα δεμάτι με λόζιο που λέγεται ‘’Φούντα’’ και στολίζουν την κλαδαριά.
Στο διάστημα αυτό τα παιδιά κάνουν προστατευτικό κλοιό γύρω από την κλαδαριά και χτυπούν κουδούνια. Κατόπιν συγκεντρώνονται και παίρνουν θέσεις γύρω από την κλαδαριά γέροι, γριές, νέοι και νέες περιμένοντας το άναμμα με ανυπομονησία. Μόλις νυχτώσει ανάβεται η κλαδαριά από τη βάση της, ενώ η τοπική μουσική παίζει το παρακάτω τραγούδι:
Πιδιάμ’ ήρθαν τα κόλιαντα κι όλοι να τοιμαστείτι
Πάρτι κι τις τζιουμάκις σας κι στουν Αϊ-Λιά να βγείτι
Κι’ απ’ τουν Αϊ-Λιά στουν Πρόδρομου στα τρία τα πηγάδια,
Ικεί θα γεν’ το σύναγμα κι όλου του συναγώγι
Θ’ ανάψουμι τις κλαδαριές θα πούμι κι του χρόνου.
Τα χαράματα της παραμονής των Χριστουγέννων, οι παρέες των μικρών παιδιών ξεχύνονται στους δρόμους με τρελά ξεφωνητά, χτυπώντας χαρμόσυνα τα κουδούνια και κρατώντας ένα σακούλι και τη ‘’Τζιουμάκα (πιθανώς απ’ τη λέξη ‘’τσοπάνος = βοσκός), ένα χοντρό ραβδί. Φαίνεται ότι συμβολίζει το ραβδί των βοσκών που προσκύνησαν το Χριστό, τη νύχτα της γεννήσεώς του. Παρέες – παρέες τα παιδιά γυρίζουν σε γειτονικά ή συγγενικά σπίτια και μ΄όλη τη δύναμη της φωνής τους φωνάζουν το ευφρόσυνο άγγελμα της γεννήσεως του θείου βρέφους.
Με τις τζιουμάκες χτυπούν τις πόρτες των σπιτιών αυτών. Μέσα στην παγερή αυτή νύχτα του Δεκεμβρίου το χτύπημα της τζιουμάκας, τα διάφορα τραγούδια του πόνου, της ξενιτιάς, και της χαράς, ενώνονται σ΄ένα αρμονικό σύνολο συγκινήσεως και ικανοποιήσεως. Όλα τα σπίτια περιμένουν τα παιδιά να πουν το τραγούδι που ταιριάζει για κάθε περίσταση.
Από τα ωραία αυτά Σιατιστινά τραγούδια παραθέτω δύο χαρακτηριστικά
Αφέντη μου στην κάπα σου ιννιά χιλιάδις ψείρες.
Άλλιες γιννούν κι΄άλλιες κλουσούν κι΄άλλιες αυγουμαζώνουν
κι΄άλλις τουν θο παρακαλούν να μη τις ζιουματίσουν.
Το τραγούδι αυτό λέγεται σε σπίτι που τσιγκουνεύεται.
Γραμματικός εκάθονταν στου Βασιλιά την πόρτα.
Έγραφιν κι κουντίλιαζιν όλου για την αγάπη.
Κι σπάραξιν του χέρι του κι χύθκιν η μελάνη,
κι λέρουσαν τα ρούχα του τα χρυσουκεντημένα,
σ΄ιννιά ποτάμια τάπλυναν βάψαν κι τα ποτάμια.
Αφού τραγουδήσουν και ανοίξει η πόρτα, βγαίνει χαρούμενη η νοικοκυρά ενώ τα παιδιά φωνάζουν όλα μαζί δυνατά ‘’Χρόνια Πολλά’’. Φέρνει μαζί της τα ‘’κόλιαντα’’ και τα προσφέρει στα παιδιά, τα οποία τα ρίχνουν στα σακούλια που έχουν κρεμασμένα στους ώμους. Τα κόλιαντα είναι διάφορα γλυκίσματα, σιτζιούκια, κουλιαντίνες, λουκούμια, καρύδια, σύκα, πορτοκάλια, μανταρίνια, κάστανα κ.λ.π.