Αυτοσχέδιος κοινωνικός παρατηρητής ευπαθής στα ανθρώπινα δεινά, δικά μας και ξένα, αισθάνομαι τον αχό μιας αέρινης ξωτικής νοσταλγίας που έρχεται απ την εκείθεν πλευρά του Αιγαίου, στοιχειώνει τους γύρω μου, διαποτίζει τις καθημερινές αντιδράσεις και πολλές φορές μονοπωλεί τις τρικυμισμένες συζητήσεις στις συντροφιές μου.
ΜΕΣΟΒΟΥΝΟ (ΚΡΕΜΙΤΣΑ) ΙΟΥΝΙΟΣ 2010 Οι οργανοπαίχτες άρχισαν να παίζουν έναν μακρόσυρτο λυπητερό σκοπό φερμένο ίσως από την περιοχή του Αμπές της Σεβάστειας του Πόντου. Ο στίχος που συνήθως τραγουδούσαν οι πατεράδες και οι παππούδες μας πάνω στον σκοπό αυτό ήταν:
Μάνα σταυρόν κι ΄ θα ευρίκς //σ΄ερήμον το ταφόπομ// μόνον τα ξεροχόρταρα// θα δείκνεσε τον τόπον///
Μάνα σταυρό δεν θα βρεις// στον έρημο τον τάφο μου//μόνο μερικά ξεροχόρταρα// θα σε δείχνουν το μέρος του τάφου
Kομμάτια έγιναν η καρδιές μας, μόλις τα πρώτα χοντρά δάκρυά του Ιχσάν ξεπήδησαν από τα μάτια του και κύλισαν στα μάγουλα του. Ρίχνοντας ασυναίσθητα μια ματιά στα πρόσωπα της παρέας που κάθονταν στο καφενείο του χωρίου βλέπω τα μάτια όλων βουρκωμένα. Αυτή η απρόσμενη αντίδραση ήταν η επιτυχία του μουπαντίλ (ανταλλάξιμος) Ιχσάν. Οι μνήμες συγκεντρωμένες όλες στα δάκρυα που κρατούσε στα μάτια του μετά 86 ολόκληρα χρόνια! Και ένας ήχος δραματικός ξεχείλισαν τον πόνο για το νόστιμον ήμαρ. Η μεγαλύτερη περιουσία λένε κάποιοι είναι η μνήμη, αυτή που ο Ιχσάν μας επανέφερε με σπαρακτικό τρόπο, εκείνη την στιγμή αυτό το τμήμα του εγκεφάλου όπου αποθηκεύονται οι μνήμες όλων των γεγονότων που ζει ο άνθρωπος επανήλθε για να μας θυμίσει την νοσταλγία της πατρίδας, μια πατρίδας που οι περισσότεροι από εμάς ποτέ δεν είδαν αλλά την γνώρισαν μέσα από τις διηγήσεις των πατεράδων και των παππούδων τους, ένίοτε μανάδων και γιαγιάδων, οι οποίοι έτσι απλά κλείδωσαν την πόρτα τους και πέταξαν το κλειδί, ξέροντας ότι δεν θα ξαναγυρίσουν στο σπιτικό τους. To ίδιο συνέβη στους ανταλλαγέντες στην εκείθεν πλευρά του Αιγαίου κι΄ αυτοί πέταξαν το κλειδί, ίδιοι πόνοι ίδια βάσανα και ιδίως ίδια νοσταλγία για το νόστιμον ήμαρ. Όπως πολύ αργότερα μου διηγήθηκε ένας ταξιτζής ο Ιχσάν Τεβφίκ Κιουρτσά καθηγητής ιστορίας στο γυμνάσιο Συλίβριας πρόσφυγας γ΄ γενιάς από το διπλανό χωριό Κλείτος (haytarli) όταν πρωτοήρθε το 2006 πήγε στο Χαϊταρλί με ταξί, (γνωρίζεται ότι το χωριό αυτό σε λίγο καιρό θα εξαφανιστεί από τον χάρτη λόγο των εργασιών εκμετάλλευσης του λιγνίτη από την ΔΕΗ) το σοκ που έπαθα μου λέει ο ταξιτζής είναι απερίγραπτο πρώτη φορά στην ζωή μου είδα άνθρωπο να αγκαλιάζει το χώμα και να κλαίει γοερά με λυγμούς . Οι παππούδες του ΙΧΣΑΝ έκαναν την αντίθετη πορεία απ΄ ότι οι δικοί μας παππούδες, ξεκίνησαν από το Κλείτος (haytarli) και έφτασαν μετά από μεγάλες κακουχίες και βάσανα δίπλα απ΄ την Νικόπολη (ENDIRES) τότε σήμερα SUSEHRI (πόλη του νερού) του Πόντου, και εγκαταστάθηκαν στην δυτική πλευρά της πόλης κάνοντας μια ολόκληρη προσφυγική γειτονιά. Κι΄ από δω πρόσφυγες κι΄ από κει πρόσφυγες μέσα σ΄ εκείνη την ταραγμένη εποχή του χαμού ,εποχή που πήραν τον χάρτη οι αδίστακτοι τοποτηρητές των μεγάλων οικονομικών οίκων και της ΑΝΤΑΝΤ ,και τραβούσαν γραμμές πάνω στο πληγωμένο σώμα της οθωμανικής αυτοκρατορίας, με κριτήριο το πώς θα βάλουν χέρι στα πετρέλαια της Μοσούλης και όχι την εθνικότητα που κάποιοι προσπαθούν με νύχια και με δόντια να μας επιβάλουν, αλλά και την θρησκευτική πίστη ξεχνώντας ότι οι άνθρωποι είναι και ψυχή, είναι και μνήμη πράγματα που δύσκολα μπορείς να τα ξεριζώσεις από μέσα τους.
Εγώ μεγάλωσα με τον παππού εκείνον τον ψηλόλιγνο γέρο, που το πέρασμα του χρόνου παρ΄ όλες της κακουχίες δεν μπόρεσε να τον καταβάλλει. Γεννήθηκε το 1878 στην εκείθεν πλευρά του Αιγαίου κοντά 2000 χιλιόμετρα μακριά από δω, δίπλα στην Νικόπολη του Πόντου στο χωρίο Σάργεριν τότε, σημερινό Σάρκιοϊ (Sarkoy), πάρα το υπερογδοντάχρονο της ηλικίας όλα τα συστήματα (ακοή, όραση, διαύγεια εγκεφάλου) λειτουργούσαν πάρα πολύ καλά και η συμβολή του στα της οικιακής οικονομίας ήταν ανυπολόγιστη, τάιζε τα ζώα το πρωί τα άρμεγε και τα έβγαζε να πάνε με το κοπάδι για βοσκή στα λιβάδια του χωριού Στα παιδικά μου χρόνια μαζί του ξυπνούσα μαζί του κοιμόμουν, ιδίως τα καλοκαίρια μαζί κάναμε όλες τις δουλειές του σπιτιού, και μετά καθόμασταν και βελονιάζαμε τα καπνά τις προηγούμενης απογευματινής συλλογής. Δίπλα του γνώρισα τους ανθρώπους και της αξίες της ζωής ,και του χρωστώ πολλά στην διαμόρφωση του χαρακτήρα μου, Ήρθε από το Σάργεριν του Πόντου στην Κρέμιτσα πάνω από 40 χρονών η πορεία του ταξιδιού της προσφυγιάς ήταν Σάργεριν – Εντιρές – Σεμπίν Καράχισαρ – Κερασούντα – Πειραιάς – Πάτρα- για ένα χρόνο και μετά Μακεδονία – Μεσόβουνο (Κρέμιτσα), αυτή η οδύσσεια ήταν γι΄ αυτόν που 100 χρόνια πριν οι παππούδες του είχαν μετοικήσει από το ΑΚΤΣΙΑΛ (akcal) της Αργυρούπολης λόγο του κλεισίματος των μαντενείων-μεταλλίων του ασημιού, αλλά και το πλιάτσικο που έκαναν οι τούρκοι στρατιώτες οι οποίοι είχαν στρατοπεδεύσει δίπλα απ΄ το ΑΚΤΣΑΛ στην περιοχή της Σεβάστειας. Η δεύτερη πορεία προς το άγνωστο, ένα άγνωστο που τους στοίχειωνε όταν θυμόταν τον τόπο που γεννήθηκαν, τον τόπο που αγάπησαν τον τόπο που στο τέλος της ζωής τους αποζητούσαν να αποθέσουν το ταλαιπωρημένο κορμί τους. Ένα μεγάλο γιατί! Αιωρούνταν πάντα στο απλανές βλέμμα του όταν άνοιγαν κουβέντα για το μεμλεκέτ (memleket)= πατρίδα. Και τι δεν έλεγαν, και με πόση νοσταλγία αναφέρονταν στην ντουλίντερε (Dulidere) όπου είχαν τους κήπους τους με τα λογίς λογίς ζαρζαβάτια και φρούτα, στου Αβλόγλου, (evlioglu) που έβγαζαν το βιος για βοσκή, στα γιαζία, (yazia), στο ποτάμι που το λέγανε κιαμίν ντερεσί (gemin deresi), ποτάμι όπου έπιαναν πεντανόστιμα ψάρια, και έγινε αιτία να ονομαστή όλη η περιοχή έτσι, και όλοι όσοι ήρθαν πρόσφυγες στην Μακεδονία Γκιαμινλίδες (geminlides), το ποτάμι αυτό χύνεται στον Λύκο ποταμό σημερινή ονομασία (keklik irmak) ο όποιος με την σειρά του χύνεται στο Ίρι ποταμό yesil irmak και περνά μέσα από την Αμάσεια. Μου έλεγε πως κατέβαιναν στο παζάρι στο Αντρές και στην Ζάρα μεταφέροντας τα προϊόντα τους( κυρίως προϊόντα γάλακτος, κρέατος, μαλλιού, και μέλι ) όπου τα πουλούσαν η τα αντάλλασαν με προϊόντα της δικής τους χρείας.Ήταν δύσκολη η ζωή μας έλεγε συχνά πυκνά ο γέρος στο Σάργεριν του Αμπές τα χιόνια τον χειμώνα ξεπερνούσαν τα 2 μέτρα, όπου το χιόνι απέκλειε για μήνες την επικοινωνία με τον έξω κόσμο, και εκεί μέσα στα σπίτια με τα δώματα που έμοιαζαν με λαγούμια και ιγκλού, έλεγαν ιστορίες ατελείωτες που τις λεγάνε παστάφια, με αρκούδες και στοιχεία της φύσης άλλα φανταστικά, άλλα αληθινά. Είχε και ονομαστούς κτίστες το Σάργεριν, οι οποίοι το φθινόπωρο συμμάζευαν της δουλειές στο χωριό και ξενιτεύονταν στην περιοχή του Ζονγκουλτάκ Zoguldag (επέναμε σήν κάμασιν σο Ζονγκουλτάκ έλεγε ο παππούς) εκεί συνήθως δούλευαν σε τσιφλίκια αγάδων όταν οι καιρικές συνθήκες το επέτρεπαν. Ονομαστός τεχνίτης στις κατασκευές από το Σάργεριν ο Κοσμάς Ασφαλτίδης (Κουσμάν Ουστά έτσι τον έλεγαν οι ντόπιοι) οι κατασκευές του οποίου ακόμα σώζονται, και μια απ΄ αυτές είναι το χαμάμ (δημόσια λουτρά) της πόλης του Αντρές (SUSEHRΙ). Αυτά και πολλά άλλα μας έλεγε ο παππούς που έζησε την μισή του ζωή στο Αμπές και την άλλη μισή στην Κρέμιτσα. Όταν ένα πρωινό σε βαθιά γεράματα κοντά στα εκατό 100, έφυγε από την ζωή με τον πόθο και την νοσταλγία της γλυκιάς πατρίδας στα χείλη του.
Αγαπημένο μας αδέλφι ΙΧΣΑΝ, γνωριστήκαμε και είμαστε και οι δυο ενωμένοι και οι δυο μέσα στον πόνο της προσφυγιάς, και της νοσταλγίας. Οι κακουχίες και τα δάκρυα δεν πέτρωσαν την καρδιά μας μετά την ανείπωτη συμφορά του πολέμου και του χωρισμού από τις γλυκές μας πατρίδες, αντίθετα χαλυβδώνουν την πίστη μας για ειρήνη και συνεργασία των λαών. Είμαστε εμείς που πιστεύουμε και προσδοκούμε ότι, η σκέψη μας, ο αγώνας μας, οι αγωνίες μας για το σήμερα και το αύριο, θα καταφέρει να γίνει γέφυρα επικοινωνίας και συνεργασίας, να δώσει σάρκα και οστά στα ιδανικά της ελευθερίας της ειρήνης και της συναδέλφωσης των λαών.
ΗΛΙΑΣ ΑΚΡΙΤΙΔΗΣ geminlis@hotmail.gr