Πάνδημοι και λαμπροί εορτασμοί σ’ όλο το Χριστιανικό κόσμο, δημιουργούν θερμή και υποβλητική ατμόσφαιρα, για να εκφράσουν την απέραντη ευγνωμοσύνη, τη βαθιά συγκίνηση, και τις θερμές ευχαριστίες στην Αγία Μορφή της Παναγίας, μεσίτρια των πονεμένων και δοκιμασμένων ανθρώπων. Η Μεγαλόχαρη Θεομάνα Παρθένα, είναι το ασάλευτο στήριγμα του Ελληνισμού σ’ όλες τις καταπτώσεις και στους πολλούς κλυδωνισμούς του, η ευλογία και η σκέπη, η εγκαρδίωση και ο οραματισμός, η πίστη και η ελπίδα για την ανάταση και την νίκη.
Οι λογοτέχνες μας, έκθαμβοι, μπροστά στο πνευματικό κάλλος της Παναγίας και πλημμυρισμένοι από βαθιά συγκίνηση τραγουδούν και ψάλλουν τη Μάνα της Ρωμιοσύνης, εκφράζοντας τη βαθύτατη ψυχική δύναμή τους.
Μια εκλεκτή πεζογραφία και μια γοητευτική ποίηση, υμνούν και δοξάζουν με Θείο λυρισμό τη Θεοτόκο, ιδανικό στήριγμα στις ανθρώπινες δοκιμασίες και ισχυρό φως στα ψυχικά σκοτάδια της ζωής.
Ο Ιωάννης Δαμασκηνός, κορυφαίος υμνογράφος της εκκλησίας μας, γράφει στο αριστουργηματικό έργο του «εγκώμια στην Πανσεβάσμια Κοίμηση της Θεοτόκου» πριν από 12 αιώνες ανάμεσα στ’ άλλα, « Βασιλείς της γης, κριτές κι αρχόντοι, αγόρια και κορίτσια, γερόντοι και νέοι υμνήστε τη Θεοτόκο. Γλώσσες ήθη και λαοί ας μελοποιήσουμε νέο άσμα. Κι ο αγέρας να γεμίσει από ήχους πνευματικούς, όταν θ’ αντηχούν αυλοί και σάλπιγγες. Και μέσα στις χαριτωμένες φλόγες φωτιάς ας ανατείλει νέα και σωτήρια μέρα. Ας ευφρανθούν τα ουράνια και τα σύννεφα, ας σταλάξουν αγαλλίαση».
Ο ίδιος στο δοξαστικό τροπάριο της Θ ωδής ψέλνει:
«Νενίκηται της φύσεως οι όροι, εν Σοι Παρθένε Άχραντε;
Παρθενεύει γαρ τόκος και ζωήν προμνηστεύεται θάνατος,
ή μετα τόκου Παρθένος και μετα Θάνατον ζώσα,
σώζεις αει Θεό, τόκε την κληρονομίαν Σου».
Ο μεγάλος εθνικός ποιητής μας Διονύσιος Σολωμός εμφανίζοντας τον αρχάγγελο Γαβριήλ να παρουσιάζεται στην Παναγία υμνεί:
«Χαίρε, χαίρε ω Μαρία, όθε οι χάρες όλες αναβρύζουν
το ανθρώπινο να σώσουν γένος».
Κι εκείνη μ’ άπειρη ταπεινοφροσύνη του απάντησε:
«Είμαι δούλη του Θεού»,
γιατί κατά τον ποιητή μας, « το νού Της βαραίνει η έγνοια η τρανή που έχει ένα Θεό στα σπλάχνα».
Και ο άλλος μεγάλος ποιητής μας ο Κωστής Παλαμάς μας συγκινεί με τους εμπνευσμένους στίχους του:
«Προσεξέ μου Μυροφόρα
Μονάχα Εσένα πίστευα
και λάτρεψα μονάχα Εσένα
από τα πρωινά γλυκοχαράματα
κι ως τώρα μες τα αιματοστάλακτα,
μιας οργισμένης δύσης».
Ο εκφραστικός και σεμνός Φώτης Κόντογλου σ’ ένα υπέροχο σχετικό κείμενό του γράφει:
«Σήμερα τ’ αγέρι φυσά γλυκύτερα στα κουρασμένα πρόσωπά μας, τα δέντρα σα να γενήκανε πιο χλωρά, τα’ Αυγουστιάτικο κύμα σα ν’ αρμενίζει πιο δροσερό μέσα στο πέλαγο κι αφρίζει φουσκωμένο από χαρά μεγάλη, το κάθε τι πανηγυρίζει κι αγάλλεται. Ω τι θάνατος λοιπόν είναι αυτός που γέμισε την Οικουμένη και τις καρδιές μας με τη χαρά της αθανασίας. Αλλά το ξαναλέγω. Τι να πει κανένας πρώτα και τι ύστερα από τα τόσα πνευματικά υμνολογήματα που πρόσφεραν οι ορθόδοξες καρδιές στην Παναγία. Στο ‘’Ρόδον το αμάραντον’’ που μοσχοβόλησε κι αγίασε την καταβασανισμένη την Ελλάδα».
Ο έξοχος και εξαίρετος συγγραφέας Σπύρος Μελάς, με την ευκαιρία της εορτής σ’ εκλεκτό κείμενό του, τονίζει.
«Η λατρεία μας σ’ Εσένα είναι υφασμένη μ’ αυτή την εθνική μας ύπαρξη. Μας παραστέκεις, μας σκέπεις, μας κραταιώνεις, γιατί Σε πιστεύουμε σωστά. Καμιά υποψία έστω και η πιο μακρινή, αισθησιακής νότας, δεν έχει ποτέ γλιστρήσει στα ομοιώματα της Θείας μορφής σου, τα καμωμένα απ’ τα χέρια γνήσιων Ελλήνων. Δεν είσαι για μας όπως τους Φράγκους, η γυναίκα έστω και στον πιο άγιο ρόλο της μητρότητας. Πιστεύουμε πως δέχτηκες στ’ αγνά σου σπλάχνα το Θείο λόγο για να δώσεις το γήινο σχήμα στο λυτρωτή του κόσμου
Μαρτύρησες και πόνεσες μαζί Του για τη σωτηρία μας. Κι έζησες στερημένη τη γλυκιά Μορφή Του, κάτω απ’ τη στοργική φροντίδα του Ιωάννη, ως την ημέρα που έγειρες και κοιμήθηκες, το μακάριο ύπνο της συντελεσμένης αποστολής, για ν’ ανέβεις με τα φτερά των Αγγέλων στην αιώνια δόξα του Μονογενή Σου».
Ο ευγενικός μας ποιητής Ανδρέας Μαρτζώκης τραγουδεί:
«Γλυκό του κόσμου στήριγμα καλή μου Παναγία,
που ακούς τη δέηση των παιδιών αθάνατη Μαρία».
Οι γεμάτοι παλμό και δύναμη στίχοι του Χριστιανού αγωνιστή και λαμπρού ποιητή μας Γεώργιο Βερίκη, περιέκλειαν το όραμα της Αγίας Σκέπης του Σαράντα.
«Με το γλυκό Σου τ’ όραμα, χυθήκαμε στη μάχη
Ανίκητη, απροσμάχητη, πανίσχυρη Κυρά».
Κι άλλοι πολλοί λογοτέχνες μας εμπνευσμένοι από την πάναγνη Μορφή Παναγίας, αιώνιο σύμβολο αγιοσύνης και αγνότητας, μητρικής αγάπης και πόνου, διατύπωσαν ύμνους, εκφράζοντας τα πλούσια συναισθήματά τους. Η γιορτή Της εκφράζει το μεγαλείο της πίστης του ενθουσιασμού και της ελπίδας μας. Χαρμόσυνες και ειρηνοφόρες αντηχούν οι καμπάνες επάνω απ τις στεριές και τις θάλασσες. Οι ήχοι τους φθάναν απ’ όλη την Ελλάδα.
Είναι ήχοι δοξαστικοί που διαλύουν τα σύννεφα της απιστίας, της άρνησης και της αμφιβολίας των χαλεπών καιρών μας και υπενθυμίζουν την εκπλήρωση στο ακέραιο του μεγάλου χρέους μας, προς την Ορθοδοξία και τον Ελληνισμό.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ