Με την παρούσα παρέμβαση θα ‘θελα να κάνω γνωστές σε κάθε αρμόδιο, όπως και σε κάθε πολίτη του Νομού Κοζάνης, τις συνθήκες που έχουν πλέον δημιουργηθεί στο νοσοκομείο μας, το οποίο όπως είναι γνωστό σε όλους, δέχεται πολλαπλάσια περιστατικά από όσα όλα τα υπόλοιπα νοσοκομεία της Δυτικής Μακεδονίας μαζί.
Οι συνθήκες αυτές – και το τονίζουμε με τον πιο αγωνιώδη και κατηγορηματικό τρόπο- είναι επιεικώς απαράδεκτες και ταυτόχρονα επικίνδυνες τόσο για το υπάρχουν υγειονομικό προσωπικό- και αυτό σωματικά και ψυχικά-, όσο και για τον κάθε πολίτη της τοπικής μας κοινωνίας, ο οποίος ανά πάσα στιγμή μπορεί να καταφύγει στο νοσοκομείο μας για ιατρική φροντίδα και περίθαλψη. Το οποίο όμως πλέον δεν είναι δυνατόν να εγγυηθεί στον όποιο πολίτη την αυτονόητη ασφαλή φροντίδα και περίθαλψη.
Και αυτό γιατί: Διότι το νοσοκομείο μας αφέθηκε όλα αυτά τα χρόνια στην τύχη του, η οποία αποδείχτηκε κάκιστη, αφού έπρεπε να αποφασίζουν γι’ αυτό άνθρωποι- κεντρικά και τοπικά- άσχετοι, ανίκανοι ή έστω απλά αδιάφοροι, με αποτέλεσμα:
.Κλινικές του νοσοκομείου ήδη να κλείνουν από παντελή έλλειψη ιατρικού προσωπικού ή έστω να υπολειτουργούν στηριζόμενες στην αυτοθυσία και μόνο του εναπομείναντος ιατρικού προσωπικού, οι οποίες όμως μετατρέπονται αντικειμενικά σε επικίνδυνες για την ασφάλεια των ασθενών. Η παιδιατρική κλινική, η καρδιολογική κλινική, η παθολογική, ο τεχνητός νεφρός, για να αναφέρουμε τις πιο χαρακτηριστικές, εμπίπτουν στην κατηγορία αυτή των επικίνδυνων για τη δημόσια υγεία, παρ’ όλες τις μέχρις αυτοθυσίας προσπάθειες των ιατρών να προσφέρουν ό,τι και όσο μπορούν περισσότερο.
. Το ιατρικό προσωπικό γενικότερα, να αναγκάζεται εκ των πραγμάτων και με μόνο οδηγό την ευαισθησία του απέναντι στους ασθενείς του να καλύπτει εφημερίες 10, 20 και 30 ημερών το μήνα με 1,2 ή το πολύ με 3 γιατρούς σε κάποιες κλινικές, τη στιγμή που η υποχρέωση του γιατρού είναι να κάνει 4 εφημερίες το μήνα. Και όλες αυτές τις επιπλέον τις κάνει όπως είναι ευνόητο χωρίς αμοιβή.
Το χειρότερο όμως δεν είναι αυτό, παρ’ όλο ότι είναι γνωστό ότι το ύψος των μισθών των νοσοκομειακών γιατρών, μόνο κίνητρο για διεκδίκηση θέσης σε κάποιο νοσοκομείο από νέους γιατρούς δεν αποτελεί.
Το χειρότερο είναι ότι η σωματική και ψυχική εξουθένωση των γιατρών εξ’ αιτίας των παραπάνω, είναι καθημερινή, συνεχής και αμείλικτη.
Και το ερώτημα είναι: για πόσο καιρό μπορεί ένας γιατρός αν εργάζεται υπό συνθήκες συνεχούς σωματικής και ψυχικής πίεσης, χωρίς να γίνεται τελικά και ο ίδιος επικίνδυνος για τους ανθρώπους που καλείται να περιθάλψει; Την απάντηση τη δίνει η τελευταία παρατηρούμενη τάση φυγής των γιατρών από το νοσοκομείο της Κοζάνης, οι οποίο ακριβώς έχουν φθάσει στο όριό τους.
Όχι άσχετα με όλα τα παραπάνω, καθίστανται απόλυτα αφελείς οι όποιες προσδοκίες μπορεί να καλλιεργεί κάποιος από τους σημερινούς αρμόδιους, ότι με προκηρύξεις θέσεων ιατρικού προσωπικού ξαφνικά όλοι οι γιατροί θα τρέξουν να τις καταλάβουν και ξαφνικά το νοσοκομείο μας θα μετατραπεί σε κάτι το τέλειο. Πρέπει να καταλάβουν ότι ο μικρός αριθμός γιατρών σε κάθε κλινική, φοβίζει τον κάθε άλλο γιατρό που ενδεχόμενα θα ήθελε να ενταχθεί στο σύστημα, γιατί ο κάθε γιατρός ξέρει τι τον περιμένει από την άποψη των εργασιακών συνθηκών, σε νοσοκομείο με τη συγκεκριμένη σύνθεση ανά κλινική. Όλα αυτά ισχύουν υπό την προϋπόθεση βέβαια ότι οι διακηρύξεις της νέας ηγεσίας του υπουργείου περί προκήρυξης 3.000 θέσεων ιατρών, δεν θα είναι σαν και εκείνες που η προηγούμενη ηγεσία επί μια ολόκληρη πενταετία διαφήμιζε αδιάλειπτα ότι θα κάνει, και φυσικά δεν έκανε, εμπαίζοντας τελικά και προσβάλλοντας τη νοημοσύνη γιατρών και πολιτών οι οποίοι όπως είναι αυτονόητο έχουν κάθε λόγο να θέλουν στην τοπική τους κοινωνία ασφαλή και ανθρώπινα νοσοκομεία. Αν και οι τωρινές διακηρύξεις αποδειχθούν όπως και οι προηγούμενες, τότε μόνο ένα συμπέρασμα ο καθένας θα πρέπει να βγάλει αναγκαστικά: ότι η αντίληψη για πλήρη ιδιωτικοποίηση και του χώρου της υγείας είναι στη χώρα μας συνεχής και ανεξάρτητη από το ποιες πολιτικές δυνάμεις βρίσκονται στην εξουσία. Και φυσικά ο καλύτερος τρόπος για να γίνει κάτι τέτοιο, είναι η πλήρης απαξίωση και χρεοκοπία του δημόσιου νοσοκομείου.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, καλείται ο κάθε υπεύθυνος όπως και ο κάθε πολίτης να πάρει θέση, ώστε να αλλάξει η πορεία προς την πλήρη ανυπαρξία του Μαμάτσειου Νοσοκομείου Κοζάνης, που πάρα πολλοί, συνειδητά τους δρομολόγησαν.
Αν δεν υπάρξει η αναγκαία αντίδρασή μας σε όλα αυτά, δεν θα δικαιούμαστε εκ των υστέρων να φωνάζουμε, κυρίως αν κάτι δεν πάει καλά σε μας τους ίδιους ή σε κάποιους οικείους μας, από άποψη νοσοκομειακής φροντίδας. Γιατί τότε θα έχουμε το Νοσοκομείο που μας αξίζει.
Γεώργιος Γκόγκος
Δ/ντής
Ψυχιατρικής Κλινικής