Μέσα στον καυστικό χώρο της αντικοινωνικής δομής, ο οποίος τροφοδοτείται αδιάκοπα με ισχυρά ρεύματα απομόνωσης, η ανθρώπινη ύπαρξη χάνει την αξία της και γίνεται ένας διαμετακομιστικός σταθμός σκληρότητας, παθών και απελπισίας.
Έτσι ο άνθρωπος νοιώθει όλο και πιο τρομακτικά το βάρος του, γιατί έχει να διανύσει μια ολόκληρη ζωή, ουσιαστικά μονάχος, μέσα σε ασυνεννοησία, σε αλλεπάλληλες παρεξηγήσεις, σε κατατρεγμούς και σε πάθη αγάπης που δε βρίσκουν καμία ανταπόκριση.
Τι είδους πολιτισμός είναι αυτός που αναγκάζει τον άνθρωπο να χάνει τους ανθρώπους, να μη μπορεί να εμπιστευθεί σε κανένα, να αγριεύει και να εκβαρβαρώνεται; Πως μπορεί να δικαιωθεί, όταν μάλιστα είναι ένας πολιτισμός που λέγεται Χριστιανικός; Ας μη ξεχνάμε πάλι ότι η ουσία του ανθρώπου δε βρίσκεται στην εξωτερικότητα αλλά στην εσωτερικότητα. Έτσι στηριγμένος μόνο στο Θεό κάνει τα περίφημα άλματα του μέσα στη ζωή. Δίχως το Θεό γίνεται ένα αντικείμενο φτηνής εκμετάλλευσης και εμπορικής διαμάχης.
Από τον εσωτερικό του κόσμο αναδύονται όλα τα άνθη του κακού. Ο πλούτος πνίγει την ψυχή μέσα σ’ επαίσχυντη τροφή. Αλλά και η φτώχια, η πείνα, η δυστυχία που υπερβαίνουν το σωστό ανθρώπινο όριο και ανατρέπουν την ισορροπία της ύπαρξης, πνίγουν και αυτές την ψυχή γιατί την υποδουλώνουν στο κορμί. Το κορμί αυτό που θα έπρεπε να είναι χορτάτο, ώστε να αφήνει ελεύθερη στα σκιρτήματα και στους ιμέρους της την ψυχή την καλύπτει, τη βαραίνει, την κατακρατεί μέσα στις ανάγκες του, στη βασική ανάγκη να υπάρξει, να διατηρηθεί ώστε να κρατήσει και την ψυχή μέσα στο φώς του κόσμου. Οι ειδήσεις που έρχονται από διάφορα σημεία του πλανήτη μας, ιδιαίτερα δε από το χώρο της Αφρικής γι’ αυτή τη σύγχρονη περιπέτεια του ανθρώπινου όντος είναι καυστικές μαρτυρίες της αποτυχίας του πολιτισμού μας, αλλά και της βαθιάς φθοράς του ανθρώπινου προσώπου.
Όταν το θέμα της υλικής φτώχιας μας απασχολεί βασικά και σιγά – σιγά πετυχαίνουμε την ανύψωση του βιοτικού επιπέδου του ανθρώπου, μας διαφεύγει και μας καιροφυλαχτεί μια άλλου είδους ανέχεια, η πνευματική πτώχεια της ανθρώπινης καρδιάς. Το στομάχι εύκολα γεμίζει, και εκμηδενίζεται η πείνα και ο εσωτερικός άνθρωπος απελευθερώνεται κάπως, αλλά πως θα εκμηδενιστεί η πτώχεια της ανθρώπινης καρδιάς και η οδυνηρή πείνα που ανομολόγητα αισθάνονται όλοι σχεδόν οι άνθρωποί, σε κάθε εποχή και στην εποχή μας, να βρουν, να γνωρίσουν ν’ αγαπήσουν και ν’ αγαπηθούν από μια από πολλές άλλες καρδιές. Δεν είναι καθόλου ανεδαφικός και ανεπίκαιρος ο λόγος ότι η κοινωνία μας έχει «μαζοποιηθεί».
Αυτή η θλιβερή κατάσταση αποτελεί τον επώδυνο καρπό του «αλλοτριωμένου ανθρώπου» και της προσπάθειας να ανατείλει μέσα στον κοινωνικό χώρο το τέλος του ανθρωπισμού και γι’ αυτό επικίνδυνα υψώνεται μέσα σ’ αυτόν τον περίδοξο πολιτιστικό μας κόσμο, η φοβερή απειλή κατά της αρτιότητας του ανθρώπου .
Κι όμως! Ο άνθρωπος δεν είναι το άχρηστο πάθος, το οποίο ζει έντονα μια αθεράπευτη μοναχική κατάσταση. Είναι Θεόπλαστος και γι αυτό «το τιμιώτερο πάντων των του Θεού πραγμάτων».
Είναι «πάντων αρχών, πάντων ανώτερος, πάντων κεφαλή και αρχών κτίσεως». Είναι πλάσμα με μεγάλο και έξοχο προορισμό. Ναι, αλλά και «Εύθραυστο συνάμα πλάσμα». Ο άνθρωπος είναι εικόνα του Θεανθρώπου, εικόνα της εικόνας.
Πρέπει να καταλάβουμε πως ο άνθρωπος είναι όπως πολύ σοφά σημειώνει ο Νικόλαος Καβάσιλας «ζώο θεούμενο» ή σύμφωνα με τον ορισμό του Γρηγορίου Νύσσης «τη προς τον Θεόν νεύσει Θεούμενον».
Αποκομμένοι σήμερα από την πίστη αυτή για το μυστήριο του ανθρώπινου προσώπου, φθάνουμε στην άρνηση του Θεού και τον πνευματικό στραγγαλισμό του ανθρώπου. Έτσι όμως ξεκινάμε ένα επίφοβο και αδιέξοδο δρόμο που οδηγεί στην απογοήτευση και τη μοναξιά. Μια μοναξιά δίχως συντροφικότητα και κοινωνική όψη. Αντίθετα σ’ αυτή την τακτική από τη φύση της η ανθρώπινη ύπαρξη διακλαδίζεται μέσα στη ζωή και την ύπαρξη των συνανθρώπων. Έχει μέσα της δυναμικά κοινωνικά στοιχεία, τα οποία στηρίζουν τον άνθρωπο και τον ενισχύουν. Ύστερα είναι και δομικό στοιχείο της φύσης μας η κοινωνικότητα.
«Ουδέν γαρ ούτως ίδιον της φύσεως ημών ως το κοινωνείν αλλήλοις και χρήζειν αλλήλων και αγαπάν τον ομόφυλον τονίζει ο Μέγας Βασίλειος». Όταν σπάσουν οι οριζόντιες γέφυρες του ανθρώπου που τον συνδέουν με το συνάνθρωπο, αυτόματα και ολοκληρωτικά διαλύεται και η κάθετη σχέση με το Θεό. Η άρνηση της επικοινωνίας με το συνάνθρωπο παραλύει κάθε επικοινωνία με το Θεό. Γιατί οι δρόμοι που οδηγούν στο Θεό περνάνε μέσα από τα μονοπάτια του συνανθρώπου. Όπως εύστοχα παρατηρεί ο Κάλλιστος Γκουέαρ «αφού ο Θεός δεν είναι μια απομονωμένη μονάδα, αλλά μια ένωση τριών Προσώπων, τα οποία κατοικούν το ένα μέσα στο άλλο δια μέσου μιας κίνησης αδιάκοπης και αμοιβαίας αγάπης», ο άνθρωπος λοιπόν γίνεται πραγματικά ο εαυτός του, πραγματικά άνθρωπος σύμφωνα με τη Θεία εικόνα, μόνο όταν ζει μαζί με τους άλλους και για τους άλλους. Γινόμαστε ανθρώπινοι με το να έχουμε όλα κοινά, να τα μοιραζόμαστε όλα με όλους.
Γι αυτό και ο Απόστολος των Εθνών Παύλος έλεγε «μηδείς τον εαυτόν ζητήτω αλλά το του πλησίον έκαστος».
Στο σημείο ακριβώς αυτό εντοπίζεται η προβληματικότητα και η τρομερή αδυναμία της μοναξιάς. Γιατί αρνούμενος κάθε επικοινωνία με το συνάνθρωπο τον υποβιβάζεις και τον οδηγείς στο περιθώριο της ζωής σου. Συγχρόνως όμως περιθωριοποιείται και ο ίδιος. Αφαιρείς δηλαδή τα σωστικά ενδύματα της ανθρωπιάς και περιφέρεσαι «γυμνός» μέσα στον κοινωνικό χώρο. Έρημος και μοναχός. Πάντως «η ύπαρξη σέρνει τη μοναξιά και το αίσθημα της ταλαιπωρίας από τα οργανωμένα σχήματα δουλείας και καταπίεσης. Κι αναζητάει την εκτόνωση και τη λησμονιά εκεί που προσφέρεται η διασκέδαση».
Η μοναξιά σαν εσωτερικό ψυχοπνευματικό γεγονός, είναι μέγεθος ποιοτικό. Η παρουσία της στην ανθρώπινη ζωή «μαρτυρεί» μια ατονία πνευματική αδυναμία ψυχική διαταραχή στον εσωτερικό κόσμο του ανθρώπου. Και είναι αυτό φυσιολογικό. Γιατί πως θα μπορούσε να γίνει διαφορετικά αφού η μοναξιά μηδενίζει την κοινωνικότητα του ανθρώπου αρνείται την συντροφικότητα και υψώνει υψηλό και δυσθεώρητο, το τείχος της μόνωσης και απομόνωσης του από το συνάνθρωπο. Σήμερα οι περισσότερες ανθρώπινες καρδιές σημαδεύουν με τα πιο χτυπητά χρώματα αυτή την εσωτερική τραγωδία, που ζει ο άνθρωπος. Μια τραγωδία η οποία καθημερινά επεκτείνεται στο ανθρώπινο μελίσσι που γυροφέρνει τους κοινωνικούς δρόμους μένει αδέσμευτη και ασύνδετη και χτυπά ψυχές και ροκανίζει συνειδήσεις. Αυτή είναι η τραγωδία. Ζούμε με άλλους και πεθαίνουμε μόνοι, ανυπεράσπιστοι, αβοήθητοι.
ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΓΙΑΝΝΑΚΗΣ