Mε ιδιαίτερη προσοχή παρακολουθούμε από τον τοπικό τύπο το δημόσιο διάλογο που έχει ανοίξει με αφορμή την απομάκρυνση και αλλαγή των προσκυνηταριών στον Άγιο Νικόλαο, ενέργεια την οποία και είχαν το θάρρος να καταγγείλουν Κοζανίτες όχι συμπολίτες μας αλλά Κοζανίτες της εγγύς διασποράς και συγκεκριμένα ο Σύλλογος Κοζανιτών Θεσσαλονίκης. Τους αξίζουν συγχαρητήρια.
Ως μόνο δεδομένο για συζήτηση σε οποιαδήποτε βάση πρέπει να έχουμε το γεγονός ότι ο ναός με προεδρικό διάταγμα του 1926 ανακηρύσσεται προέχον ιστορικόν και αρχαιολογικόν μνημείον διατηρητέον. Αυτό συνεπάγεται ότι η μόνη αρμόδια αρχή που εγκρίνει την όποια πρόταση που κατατίθεται περί αλλαγής ή ανακαίνισης είναι για την περιοχή μας η ΙΖ΄ Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Τελεία και παύλα.
Επίσης είναι γεγονός ότι την αρχή αυτή παρέβλεψε το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο του Αγίου Νικολάου προχωρώντας στην προαναφερθείσα αντικατάσταση των προσκυνηταριών, “παράβαση” την οποία και δημόσια τα μέλη του Συμβουλίου αναγνώρισαν ζητώντας συγγνώμη από την προϊσταμένη αρχαιολόγο κυρία Μαρία Τσιάπαλη στην απάντηση που διαβάσαμε στον τοπικό τύπο.
Οφείλει να γνωρίζει η Μητρόπολή μας ότι η συγκεκριμένη ενέργεια έγινε αντιληπτή και σχολιάστηκε αρνητικά από όλους τους πιστούς συμπολίτες μας. Είναι εντελώς λάθος η εικόνα που έχει σχηματίσει με το να πιστεύει ότι η αντίδραση αυτή προέρχεται όπως χαρακτηριστικά λέει “από μία μικρή μειοψηφία που κάνει θόρυβο, χωρίς να έλθει ποτέ κοντά της και να συμπαρασταθεί στα όσα προβλήματα αντιμετωπίζει ο Ιερός Ναός”.
Πρώτον, εάν δεν το έχουν καταλάβει το θόρυβο τον προκάλεσαν οι ίδιοι με την ενέργειά τους.
Δεύτερον και σημαντικότερο για τους ίδιους και για το συμφέρον τους το παραπάνω δεν πρέπει να το ξαναπούν, γιατί οι αντιδράσεις προήλθαν από πιστούς που δεν είναι μόνο τις Κυριακές στο Ναό αλλά κάθε μέρα. Συμπολίτες και κυρίως συμπολίτισσες που είναι κοντά στην εκκλησία πάρα μα πάρα πολλά χρόνια και που έχουν απλόχερα συμπαρασταθεί στα προβλήματα που αντιμετωπίζει ο Ναός και επί μακαριστού Μητροπολίτου Διονυσίου και επί Μητροπολίτου Αμβροσίου και επί του παρόντος μας Μητροπολίτου Παύλου.
Τρίτον και σημαντικότερο για όλους μας, αλίμονο αν οι φωνές πρέπει να σωπαίνουν ακόμη κι όταν προέρχονται από μειοψηφίες (που στην παρούσα περίπτωση δεν είναι έτσι όπως θέλουν να τις παρουσιάζουν). Αρκεί να θυμίσω στο σημείο αυτό μία μικρή αλλά τόσο σημαντική ιστορικά πλέον λεπτομέρεια για την ανακαίνιση του 1986, ένα από τα πρώτα πράγματα που θυμάμαι πως διάβασα τότε στον τοπικό τύπο. Αναφέρομαι στον αείμνηστο Χρίστο Μπέσσα, στον συμπολίτη μας που πρώτος είχε αντιδράσει τότε στη σκέψη του μακαριστού μας Διονυσίου να αντικαταστήσει, με αφορμή τη συντήρηση των τοιχογραφιών, και τα στασίδια του Αγίου Νικολάου με καινούργια. Το αν καθόμαστε σήμερα στον Άι Νικόλα στα στασίδια αυτά στον Μπέσσα το χρωστάμε που μόνος του ξεκίνησε να εξηγήσει για ποιους λόγους δεν πρέπει να αντικατασταθούν και πόση αλλοίωση θα επιφέρουν στο Ναό. Σκέψεις τις οποίες τελικά τότε συμμερίστηκαν όλοι, κλήρος και λαός. Αυτό και μόνο το παράδειγμα αρκεί για να δείξουμε την ανάλογη προσοχή και στην παρούσα αντίδραση του συλλόγου Κοζανιτών Θεσσαλονίκης.
Ορθά η επιστολή τους επισημαίνει πως δεν είναι η μόνη παρέμβαση. Αναφέρει επίσης την υποβάθμιση των μανουαλιών μπροστά από την Ωραία Πύλη με την καταστροφή των βάθρων τους, όπως επίσης και την αντικατάσταση των ξύλινων σκαλοπατιών με μαρμάρινα στην είσοδο της Ωραίας Πύλης και του επισκοπικού θρόνου, που προκάλεσαν την έντονη αντίδραση του χριστεπώνυμου πληρώματος των Κοζανιτών, οι οποίοι δικαιούνται, όπως σωστά συνεχίζει η επιστολή, να έχουν λόγο σε κάθε μεταμόρφωση που επιχειρείται εντός του ναού. Στην εκκλησία κλήρος και πλήρωμα είναι ένα.
Συντομία χώρου φαντάζομαι να έκανε το Συμβούλιο Κοζανιτών εν Θεσσαλονίκη στην απάντηση στο φύλλο της Τετάρτης 13 Ιανουαρίου να παραλείψει σειρά κι άλλων παρεμβάσεων κι αλλού. Αξίζει δηλαδή ν’ αναφερθούμε στις εσωτερικές αλλαγές που επιχειρήθηκαν εντός του σχεδόν ανακαινισμένου Επισκοπείου, με επιστολές από μέρους του Μητροπολίτου μας κατά της αρχαιολόγου και υπεύθυνης εφόρου της ΙΖ΄ Εφορείας Αρχαιοτήτων με ύφος που δεν τιμά την πόλη της Κοζάνης και που μιλούσε ακόμη και για βάσκανο μάτι! Αλλαγές που ευτυχώς δεν πέρασαν αλλά έφτασαν μέχρι τα αυτιά τού τότε υπουργού πολιτισμού και νυν προέδρου της Νέας Δημοκρατίας Αντώνη Σαμαρά. Τι γνώμη άραγε να σχημάτισε ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης για την πόλη μας και χάρη σε ποιους;
Αξίζει επίσης να αναφέρουμε τη θεμελίωση του παρεκκλησιού της Αγίας Αικατερίνης εκτός του Επισκοπείου στον αύλειο χώρο, ενέργεια επίσης αυθαίρετη και επίσης μη επιτρεπτή από την Εφορεία Βυζαντινών Αρχαιοτήτων. Το παρεκκλήσι της Αγίας Αικατερίνης για όσους δεν γνωρίζουν βρισκόταν ανέκαθεν εντός του Δεσποτικού και εξυπηρετούσε τις λατρευτικές ανάγκες του εκάστοτε Δεσπότη μας. Ανήμερα Αγίας Αικατερίνης και κατά τον εσπερινό, που γινόταν θεία λειτουργία, οι πόρτες του Επισκοπείου ήταν ανοιχτές για τους πιστούς. Πολλοί συμπολίτες μας εξέφρασαν την πεποίθηση ότι ο λόγος που ο Μητροπολίτης μας ήθελε την κατασκευή του παρεκκλησιού εκτός Επισκοπείου ήταν για να σβήσει κι αυτό το έθιμο, να πάψει δηλαδή να υπάρχει αφορμή ώστε να εισέρχονται οι πιστοί στο επικείμενα ανακαινισμένο Επισκοπείο.
Ανοιχτές ήταν επίσης οι πόρτες και μία άλλη λαμπρή μέρα της πίστης μας, την ημέρα της Λαμπρής. Συγκεκριμένα, κατά τη λειτουργία της Δεύτερης Ανάστασης που ανέκαθεν γινόταν στην πόλη μας στις 3:00 το μεσημέρι, Αναστάσεις από όλες τις εκκλησίες της Κοζάνης πήγαιναν στο Δεσποτικό κι από κει αφού έντυναν τον Δεσπότη με την πιο καλή φορεσιά του, τον έπαιρναν με δημοτικούς χορούς και τραγούδια και τον πήγαιναν στον Άγιο Νικόλαο για τη Δεύτερη Ανάσταση όπου διαβάζονταν τα 12 Ευαγγέλια. Το πανέμορφο αυτό έθιμο αυτό της συνοδείας έπαψε να γίνεται όταν πλέον ο Μακαριστός Μητροπολίτης μας Διονύσιος έφθασε σε προχωρημένο γήρας. Η Δεύτερη όμως Ανάσταση συνεχιζόταν κανονικά στις 3:00, συνήθεια που πλέον δεν γίνεται τη συγκεκριμένη ώρα όπου τόσα πολλά χρόνια έμαθαν και κληρονομήσαν ως έθιμο οι Κοζανίτες. Πολλές φορές μάλιστα μπήκα στη σκέψη να προτείνω την αναβίωση του συγκεκριμένου εθίμου, σκέψη και την οποία μοιράζομαι και καταθέτω σήμερα επίσημα και δημόσια μαζί σας και που κάποτε πρέπει να ξαναγίνει πράξη. Πρέπει όμως πρωτίστως να αποκατασταθούν και να θεμελιωθούν σχέσεις απολύτου εμπιστοσύνης και σεβασμού μεταξύ των πιστών και του θρησκευτικού τους ηγέτη.
Επανερχόμαστε όμως στις επεμβάσεις με άλλα πολλά μικρά και καθημερινά παραδείγματα, τα οποία δεν έχουν θέση σε μία τόσο σοβαρή συζήτηση, που δεν παύουν όμως να αλλοιώνουν το θρησκευτικό ιστό της πόλης μας. Από αυτά στο μόνο που θα αναφερθώ γιατί πραγματικά με στεναχώρησε ήταν η ίδρυση του φιλόπτωχου ταμείου της Μητρόπολης, κίνηση που απαξίωσε μ’ αυτόν τον τρόπο ολότελα το φιλόπτωχο ταμείο Κυριών Κοζάνης, ένα ταμείο που ανέκαθεν συνεργαζόταν με τη Μητρόπολή μας και που χρονολογείται ακόμη και πριν την απελευθέρωση της Κοζάνης (έτος ίδρυσης το 1903). Επίσης η ενέργεια αυτή για την ίδρυση νέου φιλόπτωχου αντί της ενίσχυσης του ήδη υπάρχοντος ερμηνεύτηκε από τους συμπολίτες μας ποικιλοτρόπως.
Κλείνοντας και ζητώντας συγγνώμη για την κατάχρηση της φιλοξενίας σας είναι νομίζω απαραίτητο να υπενθυμίσουμε την αγάπη των Κοζανιτών για την Εκκλησία μας. Μπορούμε να αναφέρουμε πλήθος παραδειγμάτων. Θα σταθώ μόνο σε ένα γιατί από αυτό διαφαίνεται ξεκάθαρα πως όταν γίνεται κάτι από κοινού, με τον όρο εκκλησία στην αρχαιοελληνική της έννοια, με τη συμμετοχή δηλαδή, το πόσο πολύ δίνουν τον εαυτό τους οι Κοζανίτες. Με την ανακαίνιση του 1986 αξίζει να θυμίσουμε τις συναυλιακές εκδηλώσεις που έγιναν στην πόλη μας από τις χορωδίες Ελίμεια και Άγιος Νικόλαος τα έσοδα των οποίων πήγαν υπέρ του καθαρισμού των εικόνων. Επίσης ο κάθε θρησκευόμενος συμπολίτης και συμπολίτισσα έχουν να θυμηθούν πολλές επιπλέον στερήσεις που έκαναν για να ολοκληρωθεί ο τότε καθαρισμός. Γιατί ας μην ξεχνάμε μιλάμε για εποχές που ούτε οι χρηματοδοτήσεις έπεφταν βροχή, ούτε τοπικός πόρος υπήρχε, ο Δήμος και η Νομαρχία ήταν σαφώς φτωχότεροι και όλα αυτά έπρεπε κάπως να καλυφθούν. Και πάλι αν χρειαστεί οι συμπολίτες μας θα σταθούν επάξια για χάρη της πολιτιστικής και θρησκευτικής τους κληρονομιάς. Ήταν, είναι και θα είναι πάντοτε δίπλα στην Εκκλησία μας ιδιαίτερα όταν αυτή επιτελεί το έργο της. Τότε μάλιστα είναι που δίνουν όλο τους τον εαυτό χωρίς να μετανιώνουν ποτέ γι’ αυτό.
Κλείνοντας θα ήθελα να υπενθυμίσω πως δυστυχώς στην πόλη μας δεν έχουμε Παρθενώνα και άλλα αρχαία για να ασχοληθούμε παρά μόνον εκκλησιαστικά μνημεία και ελάχιστα αρχοντικά. Ας φροντίσουν λοιπόν αυτοί που μετακίνησαν τα προσκυνητάρια, δίχως την άδεια της αρχαιολογικής υπηρεσίας, να τα επιστρέψουν αλλιώς κινδυνεύουν να χαρακτηριστούν ως οι Έλγιν της Κοζάνης.
Σας ευχαριστώ για τη φιλοξενία,
Τσιομπάνος
Μ. Ιωάννης
Αρχαιολόγος –
Ιστορικός Α.Π.Θ.