Σ ένα συνέδριο με πολλούς καλούς και ειδικούς εισηγητές θα ήταν λάθος να υπεισέλθουμε στην ανάλυση εξειδικευμένων ζητημάτων. Η προσωπική μου παρέμβαση αφορά την αποτύπωση των πραγματικών σχέσεων ΔΕΗ και τοπικής κοινωνίας με στόχο να γίνουν ευρύτερα γνωστές οι ανοχές , οι αντοχές αλλά και οι επιδιώξεις της περιοχής μας.
Στον Νομό Κοζάνης λόγω της πενηντάχρονης σχέσης μας με την ΔΕΗ , θεωρείται περίπου ως δεδομένο το γεγονός της άμεσης ή έμμεσης εξάρτησης της τοπικής μας κοινωνίας από το παρόν και το μέλλον της Ενεργειακής Πολιτικής στην περιοχή μας, καθ όσον αυτή επηρεάζει όχι απλά την οικονομική ζωή του τόπου μας , αλλά και την κοινωνική και εν τέλει την ίδια την επιβίωση του τόπου μας.
Και δεν θα μπορούσε να συμβεί κάτι διαφορετικό όταν ο Νομός μας ταυτίστηκε κυριολεκτικά με την εκμετάλλευση του λιγνίτη και την εγχώρια παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας με το δεδομένο ότι παράγουμε το 75% της ηλεκτρικής ενέργειας από λιγνίτη προσφέροντας στην χώρα το εθνικό καύσιμο και «φιλοξενώντας» για μισό αιώνα και πλέον τις έντονες δραστηριότητες της ΔΕΗ και έχοντας βέβαια υποστεί αρκετές θετικές, αλλά και πάρα πολλές αρνητικές συνέπειες.
Ως τοπική κοινωνία έχουμε κατά συντριπτική πλειοψηφία μια πάγια θέση που συνοψίζεται στο ότι : Η ΔΕΗ Α.Ε. αποτελεί για την περιοχή μας τον μεγαλύτερο οικονομικό παράγοντα, τον μεγαλύτερο εργοδότη και ταυτόχρονα και τον μεγαλύτερο ρυπαντή του φυσικού μας περιβάλλοντος με άμεση συνέπεια την υποβάθμιση της ποιότητας ζωής των κατοίκων.
Εμείς είμαστε πεπεισμένοι ότι η περιοχή μας που αποτελεί το μεγαλύτερο ενεργειακό κέντρο της χώρας εξακολουθεί να διαθέτει βεβαιωμένα αποθέματα λιγνίτη για τουλάχιστον 50 ακόμη χρόνια και η συνέχιση της αξιοποίησής του με σύγχρονες όμως μονάδες αντιρρυπαντικής τεχνολογίας και μεθόδους και κύρια σεβασμό στον πολίτη της Δυτικής Μακεδονίας και στο περιβάλλον , αποτελεί μονόδρομο. Παράλληλα πιστεύουμε ότι μπορεί η περιοχή μας να συνεχίσει τον πρωταγωνιστικό ενεργειακά ρόλο της συνδυάζοντας την χρήση φιλικότερων προς το περιβάλλον μορφών ενέργειας.
Ωστόσο τα περιβαλλοντικά προβλήματα λόγω της έντονης εξορυκτικής δραστηριότητας της ΔΕΗ είναι τεράστια και οδηγούν σε αλλοίωση και υποβάθμιση ολόκληρες περιοχές του Νομού μας , ενώ η ρύπανση της ατμόσφαιρας και των υδροφόρων οριζόντων είναι δεδομένη. Επιπρόσθετα η ΔΕΗ Α.Ε. δρα κατά έμμεσο τρόπο ανταγωνιστικά σε σχέση με άλλες επιχειρηματικές πρωτοβουλίες με συνέπεια η Δυτική Μακεδονία να έχει το χαμηλότερο βαθμό ιδιωτικής επιχειρηματικότητας.
Ο λιγνίτης όμως παρά τις δυσμενείς συνέπειες δίδει στην χώρα μας ενεργειακή αυτάρκεια και στα λιγνιτωρυχεία και τις δορυφορικές επιχειρήσεις απασχολούνται υπό κανονικές συνθήκες περί τα 10.000 άτομα. Όλα αυτά αναγκάζουν την τοπική μας κοινωνία να αναπτύσσει σχέσεις «αγάπης και μίσους» με την ΔΕΗ, εννοώντας ότι οι εκφραστές των τοπικών κοινωνικών αναζητούν συνεχώς όρους συνύπαρξης στα όρια της «χρυσής τομής» .
Θέλουμε την συνέχιση και την ορθολογική αξιοποίηση των αποθεμάτων του λιγνίτη , γιατί πέραν της εθνικής αναγκαιότητας αποτελεί για την περιοχή μας αναγκαία συνθήκη για την οικονομική της επιβίωση και έχει διαμορφώσει την τοπική οικονομία, αλλά ως τοπική αυτοδιοίκηση δικαιούμαστε και πρέπει να βάζουμε όρους για την προστασία πρώτα απ όλα της ίδιας της ζωής των συμπολιτών μας.
Απαιτούμε λοιπόν η ΔΕΗ να συνεχίσει την δυναμική της παρουσία στην περιοχή μας προσφέροντας θέσεις εργασίας που όμως μόνον αυτές δεν αντισταθμίζουν τα οφέλη που αποκόμισε και συνεχίζει να αποκομίζει από την περιοχή .
Η ΔΕΗ πρέπει επί πρόσθετα να δαπανά για να εξασφαλίσει τις πλέον σύγχρονες τεχνολογικές μεθόδους για την μείωση της ρύπανσης , γιατί μας το οφείλει.
– Να δαπανά ακόμη για την καθ όλα διαχρονικά αξιοπρεπή και δίκαιη μετεγκατάσταση ολόκληρων οικισμών που επλήγησαν και πλήττονται ανεπανόρθωτα από τις δράσεις της, ανεξάρτητα εάν ο συγκεκριμένος οικισμός θα χρησιμοποιηθεί για την εξόρυξη λιγνίτη.
– Να προβαίνει σε προσλήψεις από το ντόπιο έμψυχο δυναμικό (κανονικά στην περιοχή μας δεν έπρεπε να υπάρχει ανεργία ).
– Να είναι σύμμαχος των τοπικών κοινωνιών στην διεκδίκηση για την αποκατάσταση και απόδοση των χρησιμοποιηθέντων εδαφών. Τα χρησιμοποιηθέντα εδάφη ανήκουν στις τοπικές κοινωνίες και πρέπει άμεσα να αποδοθούν στην Τοπική Αυτοδιοίκηση για να τα διαχειριστεί για αναπτυξιακούς σκοπούς .
Αξιώνουμε ακόμη η ΔΕΗ να επενδύσει στην περιοχή μας με νέες μονάδες υπερσύγχρονης τεχνολογίας και να είναι αρωγός της συγχρηματοδότησης μιας πολιτικής της «επόμενης μέρας».
Διεκδικούμε ακόμη περισσότερες προσλήψεις τακτικού προσωπικού από την περιοχή με το δεδομένο της αθρόας συνταξιοδότησης εργαζομένων κατά την τελευταία τριετία και δημιουργία σχολών τεχνογνωσίας με συμμετοχή της Τ.Α. Είναι καιρός επίσης η ΔΕΗ να παραχωρήσει στην Τ.Α. την χρήση μικρής ζωής της Λίμνης Πολυφύτου για την αξιοποίησή της, καθ όσον έτσι μπορεί να αποτελέσει πόλο έλξης για την τουριστική ανάπτυξη της περιοχής.
Ακόμη η συστηματική χρησιμοποίηση της τέφρας (προϊόν καύσης του λιγνίτη) στην παραγωγή τσεμεντοπροϊόντων και σκυροδέματος αποτελεί πρόκληση και για την Τ.Α. που μπορεί να πρωταγωνιστήσει στην αξιοποίησή της, όπως έπραξε με την χρήση του ζεστού ατμού για την θέρμανση των πόλων Κοζάνης και Πτολεμαίδας (τηλεθέρμανση). Για όλα τα παραπάνω, αλλά κύρια για την προετοιμασία της επόμενης μέρας αυτή που συνηθίζουμε να ονομάζουμε μεταλιγνιτική περίοδο η ΔΕΗ απαιτείται να μας ενημερώνει διαρκώς και με ειλικρίνεια για τον προγραμματισμό της και να ακούει , να δέχεται τις απόψεις των εκφραστών της τοπικής μας κοινωνίας .
Ηδη έχουν αναφερθεί πολλά για το σύμφωνο συνεργασίας μεταξύ τοπικής κοινωνίας και ΔΕΗ , που οφείλει να λειτουργεί εκατέρωθεν.
Ως τοπική κοινωνία διαθέτουμε το κέντρο των ενεργειακών δράσεων της χώρας και ακόμη συσσωρευμένη εμπειρία , εξειδικευμένο προσωπικό και τεχνογνωσία , εμπειρία αξιοποίησης των σταθμών της ΔΕΗ για φιλικές προς το περιβάλλον δραστηριότητες (π.χ. τηλεθέρμανση).
Διαθέτουμε ακόμη την εμπειρία αλλά και την κουλτούρα της συμβίωσης με την παραγόμενη ενέργεια.
Είμαστε κατά συνέπεια ο ιδανικός χώρος υποδοχής και φιλοξενίας πανεπιστημιακών σχολών με αντικείμενο την ενέργεια και το περιβάλλον καθώς και σχετικών ερευνητικών κέντρων.
Το πλήρες άνοιγμα των αγορών του ηλεκτρικού ρεύματος επιβάλει στην Τοπική Αυτοδιοίκηση του Νομού να αξιώσει νέες επενδύσεις στην περιοχή, αλλά και επενδυτικές συνεργασίες της ΔΕΗ με ΟΤΑ της περιοχής μας.
Παράλληλα ο αγώνας για την μείωση των επιπτώσεων στο περιβάλλον μας αλλά και η συμπόρευση με τα δίκαια αιτήματα των κατοίκων των πληττόμενων περιοχών είναι διαρκείς, συνεχίζονται και θα συνεχίζονται γιατί η ανθρώπινη ζωή δεν μπορεί να θυσιάζεται στον βωμό του κέρδους.
Τέλος με το βλέμμα στραμμένο στο μέλλον βλέπουμε την Δυτική Μακεδονία σαν έναν ενεργειακό κόμβο της νοτιοανατολικής Ευρώπης που από σήμερα οφείλει να δουλεύει για ένα «καθαρό» ενεργειακό αύριο.
Η ΔΕΗ σεβόμενη και τον δημόσιο και τον ιδιωτικό χαρακτήρα της , καθώς εκ των πραγμάτων διατηρεί και τους δύο , οφείλει με σχέδιο, δράσεις και καθημερινή πρακτική να αποδεικνύει ότι πέρα από τα καλώς εννοούμενα συμφέροντά της αναγνωρίζει την αγωνία των παιδιών μας για μία άλλη ανάπτυξη του τόπου μας που θα εκμεταλλεύεται νέες ευκαιρίες και δεν θα είναι μονοδιάστατη.
Σ αυτή την μακροχρόνια σχέση δεν μπορεί παρά η σύγκρουση να εναλλάσσεται με τον διάλογο, αλλά οι όποιες ισορροπίες σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να υπονομεύουν το δικαίωμα των παιδιών μας , ιδίως των πληττομένων περιοχών στο αύριο.